Η υψηλή αρτηριακή πίεση μπορεί να προκαλέσει μια σειρά από σοβαρές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών προσβολών και των εγκεφαλικών επεισοδίων.
Η αρτηριακή πίεση εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τον όγκο του αίματος που ωθείται από την καρδιά προς τις αρτηρίες. Συγκεκριμένα, αν η πίεση είναι πιο υψηλή από τη φυσιολογική τιμή και αν ο όγκος του αίματος είναι μικρός, η πίεση είναι πιο χαμηλή από τη φυσιολογική τιμή.
Πρέπει όλοι να γνωρίζουμε πως οι φυσιολογικές τιμές σε κάθε άνθρωπο μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Επί παραδείγματι το πρωί έχουμε υψηλότερη πίεση, στη συνέχεια υπάρχει μια σταθεροποίηση και υπό φυσιολογικές συνθήκες εμφανίζεται μία πτώση κατά τις βραδινές ώρες. Επίσης, κατά τη διάρκεια του ύπνου η αρτηριακή πίεση μειώνεται. Κατά τους χειμερινούς μήνες η αρτηριακή πίεση τείνει να αυξάνεται, ενώ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες μειώνεται, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών.
Να σημειωθεί πως η μη ρυθμισμένη αυξημένη αρτηριακή πίεση μπορεί μακροχρόνια να προκαλέσει βλάβες στα αγγεία των οργάνων του σώματος. Κατά συνέπεια μπορούν να εκδηλωθούν παθήσεις της καρδιάς (καρδιακή ανεπάρκεια, στεφανιαία νόσος) του εγκεφάλου (αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο), των νεφρών (νεφρική ανεπάρκεια), των ματιών (αμφιβληστροειδοπάθεια) και των αγγείων (ανευρύσματα).
Οι ιδανικές τιμές της αρτηριακής πίεσης θα πρέπει να είναι κάτω από 120/80 mmHg.
Όσοι έχουν συστολική 130-139 mmHg και διαστολική μεταξύ 85-90 mmHg πρέπει να παρακολουθούν συχνά την πίεσή τους καταγράφοντάς την καθημερινά σε ένα τετράδιο προκειμένου να τη συγκρίνουν. Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε στην προϋπέρταση που σημαίνει ότι αν ανήκετε σε αυτήν την κατηγορία ανθρώπων διατρέχετε υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξετε υπέρταση.
Οποιαδήποτε τιμή της συστολικής αρτηριακής πίεσης άνω του 140 και άνω του 90 για τη διαστολική θεωρείται υπέρταση και είναι καλό να απευθυνθείτε άμεσα σε ένα γιατρό για την έγκαιρη ρύθμισή της.
Ο ιβίσκος θεωρείται φαρμακευτικός και στα νησιά του Ειρηνικού το λουλούδι του είναι βρώσιμο. Στην κοσμετολογία χρησιμοποιείται για την περιποίηση των μαλλιών και του δέρματος, ενώ στη βιομηχανία τροφίμων το βρίσκουμε υπό τη μορφή τσαγιού αλλά και σαν συστατικό σε κάποιους χυμούς φρούτων.
Το τσάι ιβίσκου προσφέρει μια σειρά από οφέλη για την υγεία που περιλαμβάνουν την καταπολέμηση των βακτηρίων, τη μείωση των επιπέδων λίπους και την πρόληψη ορισμένων τύπων καρκίνου.
Το συγκεκριμένο τσάι, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η mirror.co.uk, μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση σε μόλις μία ώρα.
Συγκεκριμένα, έρευνα του Tufts διαπίστωσε ότι η κατανάλωση έως και τριών φλιτζανιών τσαγιού ιβίσκου την ημέρα συνέβαλε στη σημαντική μείωση της αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με ένα εικονικό φάρμακο (πλασέμπο).
Τα αντιοξειδωτικά φυτοθρεπτικά συστατικά του συγκεκριμένου τσαγιού αποδείχθηκε ότι απορροφώνται μέσω του αίματος και δρουν γρήγορα και αποτελεσματικά.
Οι ερευνητές σημείωσαν επίσης πτώση της συστολικής αρτηριακής πίεσης των συμμετεχόντων κατά έξι μονάδες σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.
Μια πτώση πέντε μονάδων μπορεί να οδηγήσει σε 14% λιγότερους θανάτους από εγκεφαλικό επεισόδιο, 9% λιγότερες θανατηφόρες καρδιακές προσβολές και 7% λιγότερους θανάτους συνολικά κάθε χρόνο.
Το τσάι ιβίσκου μπορεί, επίσης να:
Μία στις τρεις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και ένας στους πέντε άντρες άνω των 50 ετών πάσχουν από οστεοπόρωση. Στους δε ηλικιωμένους εμφανίζεται μετά τα 70.
Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο Hypertension Scientific Sessions 2022 της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, μπορεί να εμφανιστεί οστική απώλεια και οστική βλάβη που σχετίζεται με την οστεοπόρωση για όσους πάσχουν από υψηλή αρτηριακή πίεση.
Η μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, εξέτασε την πιθανή σχέση μεταξύ υπέρτασης και γήρανσης των οστών. Οι ερευνητές συνέκριναν νεαρά ποντίκια με επαγόμενη υπέρταση με μεγαλύτερης ηλικίας που δεν έπασχαν από υπέρταση.
Το αντίστοιχο της ανθρώπινης ηλικίας ήταν περίπου 20-30 ετών για τα νεαρά ποντίκια και περίπου 47-56 ετών για τα γηραιότερα ποντίκια.
Η υπέρταση στα νεαρά ποντίκια επηρέαζε τη διαδικασία αναγέννησης των οστών προς την κατεύθυνση της αυξανόμενης απώλειας οστικού ιστού και της διατήρησης ή της αύξησής του κατά συνέπεια τα οστά γίνονταν πιο εύθραυστα και πιο επιρρεπή σε οστεοπόρωση και κατάγματα.
Διαπιστώθηκε επίσης μείωση κατά 18% του πάχους του σπογγώδους δοκιδωτού οστού που βρίσκεται στο άκρο των μακρών οστών, όπως οι μηροί και η σπονδυλική στήλη, και μείωση κατά 34% της εκτιμώμενης δύναμης αστοχίας, η οποία είναι η ικανότητα των οστών να αντέχουν σε διαφορετικούς τύπους δύναμης.