Ο Θεμιστοκλής Χαμογεωργάκης είναι ο Έλληνας καρδιοχειρουργός, ο οποίος- προ τριετίας- κάνει την πρώτη επιτυχημένη εγχείρηση για την τοποθέτηση ολικής τεχνητής καρδιάς, στο Baylor University Medical Center στο Ντάλας.
Στην ουσία, πετυχαίνει ένα σπουδαίο ιατρικό επίτευγμα, «χτίζει» μια γέφυρα ζωής μέχρι τη στιγμή της μεταμόσχευσης.
Σε διαφορετική περίπτωση ο ασθενής δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί με τις συμβατικές μεθόδους ώσπου να βρεθεί μόσχευμα. Με την προσωρινή όμως τεχνητή καρδιά τού δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.
Το «Vita», λίγα χρόνια μετά, συναντά τον διακεκριμένο καθηγητή Χειρουργικής Θεμιστοκλή Χαμογεωργάκη και διευθυντή Μηχανικής Υποστήριξης της Κυκλοφορίας στο Henry Ford Hospital στο Ντιτρόιτ, προκειμένου να μάθει όλα όσα έγιναν τότε, όσα ισχύουν σήμερα και όσα θα ακολουθήσουν.
«Πράγματι, το 2016 έκανα το πρώτο χειρουργείο τεχνητής καρδιάς στο Ντάλας όπου βρισκόμουν τότε και δεν είχε ξαναγίνει κάτι τέτοιο σε αυτή την πόλη. Η τεχνητή καρδιά εφαρμόζεται για να κρατήσεις κάποιον προσωρινά στη ζωή μέχρι να βρεθεί δότης καρδιάς. Στην ουσία βγάζεις όλη την καρδιά και βάζεις μία τεχνητή στη θέση της, η οποία υποστηρίζει την κυκλοφορία του αίματος, και όταν βρεθεί δότης τα βγάζεις όλα και βάζεις μια καινούργια καρδιά. Απλό».
«Όχι, είναι πιο σπάνια, δεν γίνεται εμφύτευση τεχνητής καρδιάς τόσο συχνά. Τις πιο πολλές φορές χρησιμοποιείται συσκευή υποστήριξης της αριστερής κοιλίας, γιατί εννέα στις 10 φορές πάσχει η αριστερή μεριά της καρδιάς. Όταν όμως πάσχουν και οι δύο, και η αριστερή και η δεξιά κοιλία, όλη η καρδιά δηλαδή, και δεν υπάρχει δότης, τότε η μόνη λύση είναι η αντικατάσταση με τεχνητή καρδιά».
«Η τεχνητή καρδιά υποστηρίζει και τις δύο κοιλίες της καρδιάς και είναι μια μέθοδος αμφικοιλιακής υποστήριξης. Υπάρχει και άλλη μέθοδος αμφικοιλιακής υποστήριξης της κυκλοφορίας με δύο συσκευές υποστήριξης, μία για τη δεξιά και μία για την αριστερή κοιλία. Η τεχνητή καρδιά είναι η λύση επιλογής όταν για ανατομικούς λόγους δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν δύο συσκευές υποστήριξης».
«Ναι, μεταμοσχεύθηκε και ζει. Ήταν ένας άνθρωπος από το Οχάιο, όπου ζούσε, που δούλευε στο Ντάλας».
«Ναι, επέμβαση για τεχνητή καρδιά επίσης έχω κάνει και στο Ντιτρόιτ όπου ζω. Εδώ βάλαμε δύο τέτοιες συσκευές σε δύο ανθρώπους αντίστοιχα. Ο ένας από τους δύο υποβλήθηκε σε διπλή μεταμόσχευση και πήρε καρδιά και νεφρό, γιατί είχε και καρδιακή και νεφρική ανεπάρκεια. Και ζει επίσης. Η προσωρινή λύση της τεχνητής καρδιάς έχει μεγάλη αξία, καθώς δίνει μια παράταση ζωής ώσπου να βρεθεί μόσχευμα. Θα μπορούσαν να μη ζούσαν αν δεν είχε βρεθεί η τεχνητή καρδιά. Ωστόσο, δυστυχώς, δεν ζουν όλοι. Είχαμε κάνει και σε άλλον έναν, ο οποίος έζησε έξι μήνες και μετά χάθηκε, λόγω μη καρδιακών επιπλοκών».
«Αρχικά έφυγα από τη χώρα μου γιατί ήθελα να κάνω το παραπάνω βήμα. Αυτό που δεν θα μπορούσα να το κάνω στην Ελλάδα, δεν θα μου δινόταν η ευκαιρία να κάνω αυτά που έχω κάνει εδώ στην Αμερική. Εδώ απέκτησα εμπειρία και τεχνογνωσία, και μπορώ να κάνω πράγματα τα οποία δεν θα τα έκανα αν είχα μείνει στην Ελλάδα».
«Θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα. Πλέον έχω κάνει αυτά που ήθελα να κάνω. Έχω αναγνώριση, έχω τις γνώσεις, την εμπειρία, και βασικά είμαι Έλληνας και δεν θέλω να ζήσω το υπόλοιπο της ζωής μου κάπου αλλού. Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα μου, και για οικογενειακούς λόγους. Οπότε θεωρώ ότι θα κλείσω τον κύκλο μου στην Αμερική και θα προσφέρω αυτά που ξέρω στη χώρα μου».
«Υπάρχει δυνατότητα αν υπάρχουν καλή θέληση και καλή συνεργασία».
«Να υπάρχουν δότες, και μάλιστα καλοί δότες. Η ύπαρξη δηλαδή δοτών είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Η κοινωνία πρέπει να είναι ευαισθητοποιημένη, να δίνει όργανα προσφιλών προσώπων που έχουν διαγνωστεί με εγκεφαλικό θάνατο και φυσικά να υπάρχει σωστή οργάνωση για να γίνεται καλή χρήση αυτών των οργάνων. Να υπάρχει κατάλληλη υποδομή. Αυτό μεταφράζεται σε καλή ομάδα και καλό τμήμα μεταμοσχεύσεων. Όταν εντοπιστεί κάποιος δότης, πρέπει να υπάρχει μια συγκεκριμένη ομάδα που θα φροντίζει να είναι σε καλή κατάσταση τα όργανα ώστε να γίνει η λήψη τους και να μεταμοσχευθούν στον λήπτη. Στην Αμερική υπάρχουν ομάδες που κάνουν αυτή τη δουλειά. Υπάρχουν συντονιστές που εντοπίζουν τον πιθανό δότη σε κάθε νοσοκομείο, αλλά και ομάδες που βελτιστοποιούν τον δότη ώστε να είναι σε καλή κατάσταση για να πάρουν τα όργανά του».
«Όσον αφορά τους πνεύμονες, υπάρχουν περισσότεροι δότες από λήπτες, γιατί όλα τα μοσχεύματα που προσφέρονται δεν είναι καλά ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν.
Για τις μεταμοσχεύσεις της καρδιάς θα έλεγα ότι ισχύει το αντίθετο: υπάρχουν περισσότεροι ασθενείς με τελικού σταδίου καρδιακή ανεπάρκεια που θέλουν μόσχευμα από ό,τι δότες».
«Βέβαια, ανάλογα με τη χώρα».
«Ναι».
«Στην Ελλάδα εξ όσων γνωρίζω ο αριθμός των δοτών είναι πολύ μικρότερος. Παρ’ όλο που έχουμε την πρωτιά σε αυτοκινητικά δυστυχήματα. Νομίζω ότι ο αριθμός των δοτών είναι έξι ανά εκατομμύριο. Ήταν μικρότερος. Ήταν τέσσερις ανά εκατομμύριο και έχουμε ανέβει στους έξι. Υπάρχουν όμως άλλες χώρες που είναι πολύ πιο ευαισθητοποιημένες και ο αριθμός των δοτών είναι μεγαλύτερος, όπως στην Ισπανία και στην Κροατία – εκεί ο αριθμός είναι διψήφιος».
«Όχι, δεν είναι μόνο το σύστημα υγείας. Θεωρώ ότι δεν έχει γίνει μια συστηματική καμπάνια ενημέρωσης. Ο Έλληνας είναι ευαίσθητος και πονόψυχος, και όταν υπάρχουν συγκεκριμένες συνθήκες θα το κάνει. Απλώς πρέπει να γίνει μια συστηματική δουλειά. Γίνεται βέβαια μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά θα πρέπει να προχωρήσουμε με πιο γρήγορα βήματα. Και φυσικά μπορεί να βοηθήσει και η πολιτεία. Πρέπει να υπάρχουν συντονιστές μεταμοσχεύσεων σε κάθε νοσοκομείο οι οποίοι θα εντοπίζουν τους πιθανούς δότες. Θα τους προσεγγίζουν με ωραίο τρόπο, θα μιλούν στην οικογένειά τους».
«Σίγουρα θα πρέπει να υπάρχει υποδομή για να μπορέσει να χρησιμοποιεί τους δότες. Υπάρχουν κέντρα μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή που μεταμοσχεύουν τα περισσότερα όργανα. Ωστόσο δεν γίνονται μεταμοσχεύσεις πνευμόνων. Θεωρώ όμως ότι υπάρχει δυνατότητα να γίνονται μεταμοσχεύσεις πνευμόνων, γιατί ήδη γίνονται μεταμοσχεύσεις καρδιάς στην Ελλάδα, τα ίδια μέλη της μεταμοσχευτικής ομάδας μπορεί να βοηθήσουν στο στήσιμο του μεταμοσχευτικού προγράμματος των πνευμόνων.
Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να κάνουμε μεταμοσχεύσεις πνευμόνων, αλλά θα πρέπει να υπάρχει μια μεγάλη ομάδα με εκπαιδευμένους γιατρούς, ανοσολόγους (ελέγχουν αν το μόσχευμα είναι συμβατό ανοσολογικά), παθολογοανατόμους, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους κ.λπ.
Η μεταμόσχευση δεν είναι δουλειά μόνο ενός χειρουργού που θα πάρει το όργανο και θα το βάλει. Αυτό είναι το 30% της όλης διαδικασίας που απαιτείται. Η διαδικασία χωρίζεται σε διάφορες φάσεις. Η μία είναι η προεγχειρητική εκτίμηση του πιθανού λήπτη, άρα λοιπόν μιλώντας για μεταμοσχεύσεις πνεύμονα χρειαζόμαστε πνευμονολόγους μεταμοσχεύσεων που ξέρουν να κάνουν τον προεγχειρητικό έλεγχο και να βάζουν τον ασθενή στη λίστα. Ακολουθεί ο χειρουργός που κάνει τη μεταμόσχευση. Μετά το χειρουργείο οι ασθενείς παρακολουθούνται τόσο από τους χειρουργούς όσο και από τους πνευμονολόγους, και στη συνέχεια περισσότερο από τους πνευμονολόγους μεταμοσχεύσεων προκειμένου να ελέγχουν το ενδεχόμενο απόρριψης του μοσχεύματος, αν ο ασθενής έχει κάποια λοίμωξη, εάν το μόσχευμα πάει καλά κ.λπ.
Παράλληλα, πρέπει να υπάρχει και μια ομάδα ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών. Επίσης, η υποστήριξη του λήπτη από την οικογένειά του είναι σημαντική ώστε να μπορέσει αργότερα να πιάσει τόπο το μόσχευμα. Η οικογένεια βοηθάει ώστε ο ασθενής να παίρνει τα φάρμακά του και να παρακολουθείται συστηματικά από τη μεταμοσχευτική ομάδα προκειμένου να προληφθούν τυχόν επιπλοκές».
«Ναι, και είναι επίσης πολύ σημαντικός. Μιλώντας για μεταμοσχεύσεις πνεύμονα, πρέπει ο πνευμονολόγος να ρυθμίζει τη δόση των ανοσοκατασταλτικών, να παρακολουθεί αν έχει απόρριψη ο λήπτης, να θεραπεύει την απόρριψη, ρυθμίζοντας τις δόσεις των ανοσοκατασταλτικών ανάλογα. Με άλλα λόγια, χρειάζεται δια βίου παρακολούθηση. Επίσης, οι ασθενείς που παίρνουν ανοσοκαταλστατικά είναι ευάλωτοι στις λοιμώξεις και στις αιματολικές νεοπλασίες. Χάνοντας το μόσχευμα χάνεις και τον ασθενή».
«Ναι, τα παίρνουν δια βίου. Με την πάροδο του χρόνου όμως ελαττώνεται η δόση».
«Η μεταμόσχευση πνευμόνων γίνεται κυρίως σε άτομα που έχουν τελικού σταδίου πνευμονική ανεπάρκεια για διάφορους λόγους. Οι πιο συνηθισμένοι είναι η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, οι διάμεσες πνευμονοπάθειες, η κυστική ίνωση, η ανεπάρκεια Α-1 αντιθρυψίνης, η πνευμονική υπέρταση και η σαρκοείδωση. Οι ασθενείς αυτοί δεν μπορούν να οξυγονωθούν με τους δικούς τους πνεύμονες και θέλουν καινούργιους. Σε ό,τι αφορά τώρα τις μεταμοσχεύσεις καρδιάς, είναι ασθενείς που έχουν για διάφορους λόγους καρδιακή ανεπάρκεια».
«Γίνεται προσπάθεια κατασκευής συσκευών υποστήριξης αριστερής κοιλίας χωρίς καλώδιο, το οποίο είναι επιρρεπές σε λοιμώξεις. Προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση γίνονται και για κατασκευή μιας ανάλογης τεχνητής καρδιάς που θα λειτουργήσει ως θεραπεία προορισμού, δηλαδή μόνιμα. Όσον αφορά “τεχνητό” πνεύμονα, είμαστε ακόμη μακριά από τη δημιουργία του».
«Εύχομαι ο αριθμός των δοτών στη χώρα μας να αυξηθεί. Επίσης, η ανοσοκατασταλτική θεραπεία να βελτιστοποιηθεί ακόμα περισσότερο, ώστε να μειωθούν το ποσοστό της απόρριψης των μοσχευμάτων αλλά και οι επιπλοκές της ανοσοκατασταλτικής θεραπείας, όπως λοιμώξεις, νεφρική ανεπάρκεια και αιματολογικές νεοπλασίες».