Υποκείμενα νοσήματα και κορονοϊός είναι δύο έννοιες που έχουν συνδεθεί μεταξύ τους, καθώς όσοι νοσούν από covid-19 και έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας, κινδυνεύει η ζωή τους.
«Προστατεύστε τις ευπαθείς ομάδες» ακούμε συνεχώς, καθώς ο κορονοϊός αρρωσταίνει ολοένα περισσότερους ανθρώπους και κοστίζει ολοένα περισσότερες ζωές. Στις ομάδες αυτές, λένε οι ειδικοί, «ανήκουν οι ηλικιωμένοι και οι πάσχοντες από υποκείμενα νοσήματα».
Το 80% των ανθρώπων που μολύνονται από τον κορονοϊό εκδηλώνουν ήπια έως μέτριας βαρύτητας νόσο.
Το περίπου 15% αναπτύσσουν σοβαρή νόσο και χρειάζονται νοσηλεία στο νοσοκομείο.
Το περίπου 5% παρουσιάζουν εξαιρετικά σοβαρή νόσο και χρειάζονται νοσηλεία στην εντατική (αναπτύσσουν αναπνευστική ή οργανική ανεπάρκεια).
Όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου & Προλήψεως Ασθενειών (ECDC), οι πληθυσμιακές ομάδες που συχνότερα αναφέρουν σοβαρή νόσο είναι:
Τα άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών
Οι άνδρες
Οι πάσχοντες από υποκείμενα νοσήματα
Στα νοσήματα αυτά ανήκουν υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, καρδιαγγειακή νόσος, χρόνια αναπνευστικά προβλήματα και καρκίνος. Στα χρόνια αναπνευστικά νοσήματα συμπεριλαμβάνονται η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και το άσθμα.
Αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν από τον κορονοϊό διατρέχουν επίσης τα άτομα με ανοσοκαταστολή, δηλαδή εξασθενημένο ανοσοποιητικό. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ασθενείς που έχουν κάνει μεταμόσχευση οργάνων, όσοι παίρνουν φάρμακα που εξασθενούν το ανοσοποιητικό κ.λπ.
Οι άνθρωποι με χρόνια νοσήματα συχνά έχουν αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν μπορεί να καταπολεμήσει αποτελεσματικά τα βακτήρια ή τους ιούς. Αν δεν ελεγχθεί, το υποκείμενο νόσημα μπορεί να επηρεάσει τους ανθρώπους όλων των ηλικιών, όχι μόνο τους ηλικιωμένους. Με το ανοσοποιητικό σύστημα να αντιμετωπίζει ήδη μια μακροχρόνια ασθένεια, το σώμα δεν μπορεί να ανταποκριθεί γρήγορα σε εξωτερικούς παράγοντες, πράγμα που σημαίνει ότι τα άτομα έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αρρωστήσουν.
Ένα άτομο μπορεί να είναι ανοσοκατεσταλμένο όταν κάνει θεραπεία για τον καρκίνο, για το κάπνισμα, όταν κάνει μεταμόσχευση οργάνων ή μυελού των οστών, όταν έχει ανοσοανεπάρκεια, όταν ο HIV και το AIDS δεν αντιμετωπίζονται σωστά, από την παρατεταμένη χρήση κορτικοστεροειδών και άλλα φάρμακα που αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Συγκεκριμένες θεραπείες μπορεί να επηρεάσουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως η χημειοθεραπεία που στοχεύει στα καρκινικά κύτταρα αλλά επίσης μειώνει τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων, τα οποία αποτελούν τα κύρια κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Τα λευκά αιμοσφαίρια είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση των λοιμώξεων στο σώμα και η μείωση τους προκαλεί αδυναμία στο ανοσοποιητικό σύστημα. Οι άνθρωποι με χρόνια νοσήματα των πνευμόνων όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, το άσθμα και η πνευμονική ίνωση είναι πιο ευπαθείς στις πιο σοβαρές λοιμώξεις λόγω της φλεγμονής και της ήδη υπάρχουσας βλάβης των πνευμόνων. Όταν οι πνεύμονες δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε μια λοίμωξη, η καρδιά λειτουργεί πιο σκληρά, και αυτό εντείνει τα καρδιακά νοσήματα που υπάρχουν σε κάποιους ανθρώπους.
Όπως προαναφέρθηκε πολλές καταστάσεις μπορούν να προκαλέσουν ανοσοκαταστολή. Ο καρκίνος μπορεί να αποδυναμώσει το ανοσοποιητικό σύστημα όταν κάνει μεταστάσεις στο μυελό των οστών, ο οποίος βοηθά στην καταπολέμηση των λοιμώξεων και δεν μπορεί να συνθέσει αρκετά αιμοσφαίρια. Πολλές θεραπείες για τον καρκίνο αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα, όπως η χημειοθεραπεία, η ακτινοθεραπεία ή τα στεροειδή τα οποία στοχεύουν στα καρκινικά κύτταρα αλλά επίσης καταστρέφουν και τα λευκά αιμοσφαίρια που συντίθενται στο μυελό των οστών.
Όταν ένα άτομο κάνει μεταμόσχευση μυελού των οστών με τη χρήση βλαστοκυττάρων από ένα δότη, για να αποτραπεί η απόρριψη του μοσχεύματος από τον ξενιστή και να μειωθεί η ανοσολογική απόκριση το ανοσοποιητικό σύστημα καταστέλλεται. Μετά την επέμβαση, χρειάζεται χρόνος για να επανέλθει το ανοσοποιητικό σύστημα.
Οι άνθρωποι με σοβαρή παχυσαρκία ή με δείκτη μάζας σώματος 40 ή υψηλότερο, έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αρρωστήσουν σοβαρά. Η παχυσαρκία συνδέεται με την χρόνια φλεγμονή. Επίσης παρεμβαίνει στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος επηρεάζοντας τα λευκά αιμοσφαίρια όπως και άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 1 ή 2 έχουν αυξημένο κίνδυνο να αρρωστήσουν σοβαρά από λοιμώξεις, καθώς και στις δύο μορφές παρατηρείται αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα. Αν δεν ρυθμιστούν τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, οι ιογενείς λοιμώξεις είναι πιο επικίνδυνες καθώς τα υψηλά επίπεδα γλυκόζης αποτελούν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των ιών. Στους ανθρώπους με διαβήτη έχουν παρατηρηθεί υψηλά επίπεδα φλεγμονής, αδυναμία του ανοσοποιητικού συστήματος και δυσκολία αντιμετώπισης των λοιμώξεων.
Οι νεφροί παράγουν συγκεκριμένες ορμόνες που επηρεάζουν την ανοσολογική απόκριση. Όταν κάποιος έχει κάποια νόσο στους νεφρούς ή νεφρική ανεπάρκεια το ανοσοποιητικό σύστημα είναι πιο αδύναμο και είναι πιο επιρρεπές σε λοιμώξεις.
Το ήπαρ αποτελεί ένα αναπόσπαστο μέλος των αμυντικών μηχανισμών στο σώμα, βοηθά στη ρύθμιση του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων που χρησιμοποιούνται στις ανοσολογικές αποκρίσεις και την άμυνα ενάντια σε επικίνδυνα παθογόνα. Κάποιοι άνθρωποι με ηπατική νόσο έχουν ανωμαλίες στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, και αυτό προκαλεί πιο σοβαρά νοσήματα.