Η Ελίζα Κονοφάγου και η ομάδα της με τη χρήση των υπερήχων βρίσκεται κοντά στη θεραπεία ανίατων ασθενειών του νευρικού συστήματος, που προσβάλλουν εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο, όπως το Αλτσχάιμερ και το Πάρκινσον.
Όπως αποκαλύπτει στο iefimerida.gr η καθηγήτρια Βιοϊατρικής Μηχανικής και Ραδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, η έρευνά της γύρω από τη χρήση υπερήχων για θεραπευτικούς σκοπούς βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο και ήδη η πρώτη επέμβαση σε ασθενή με Αλτσχάιμερ έχει προγραμματιστεί για τον Νοέμβριο.
«Για το Αλτσχάιμερ, έχουμε πάρει την άδεια για κλινική μελέτη που θα πιστοποιήσει την ασφάλεια της μεθόδου και θα κάνουμε την πρώτη επέμβαση τον Νοέμβριο. Για το Πάρκινσον και τον καρκίνο του μαστού, συνεχίζουμε με τη βελτιστοποίηση της μεθόδου σε πειραματόζωα και ευελπιστούμε να περάσουμε σε ασθενείς στα επόμενα 2-3 χρόνια, ενώ σε ό,τι αφορά στις καρδιακές αρρυθμίες συνεργαζόμαστε ήδη με ασθενείς και δυο εταιρείες αναμένεται να ενσωματώσουν τη μέθοδό μας σε μηχανήματα κατάλυσης με ραδιοσυχνότητες», αναφέρει η κυρία Κονοφάγου, επιβεβαιώνοντας τα καλά νέα και δηλώνοντας ιδιαίτερα ικανοποιημένη από την πορεία των ερευνών.
Η Ελληνίδα καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Αμερικής μιλά για τη θεραπευτική εφαρμογή που ανέπτυξε τα τελευταία 17 χρόνια. Στόχος, όπως λέει, είναι η όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη χρήση των φαρμάκων που ήδη χορηγούνται στους ασθενείς αλλά δεν προσλαμβάνονται σε ικανοποιητικό βαθμό από τον εγκέφαλο.
«Ο υπέρηχος με φυσαλίδες έχει ως στόχο να ανοίξει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό ώστε να μπορέσουν να εισέλθουν φάρμακα τα οποία ήδη υπάρχουν και μπορούν να θεραπεύσουν το Πάρκινσον και το Αλτσχάιμερ, λόγω όμως του φραγμού δεν μπορούν να περάσουν σε ικανοποιητική δόση. Στο Αλτσχάιμερ μπορούμε να “ξυπνήσουμε” τα ανοσοποιητικά κύτταρα που στη συνέχεια εξουδετερώνουν τις τοξικές πρωτεΐνες του αμυλοειδούς και της πρωτεΐνης Tαυ.
Με τον τρόπο αυτό αποκαθίσταται η λειτουργία των νευρώνων του εγκεφάλου που δεν δούλευαν σωστά και έσβηναν ο ένας μετά τον άλλον σε μια κατάσταση ντόμινο», εξηγεί η διευθύντρια του Εργαστηρίου Υπερήχων και Ελαστικής Απεικόνισης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Αντίστοιχα και σε ό,τι αφορά στο Πάρκινσον «έχουμε δει ότι το φάρμακο μπορεί να διεισδύσει τουλάχιστον 2 με 7 φορές περισσότερο στην περιοχή του εγκεφάλου και να έχει ανάλογη αποτελεσματικότητα με αναπλήρωση της μορφολογίας και λειτουργικότητας των νευρώνων που παράγουν ντοπαμίνη, τη βασική ουσία που ελαττώνεται στον εγκέφαλο των ασθενών με Πάρκινσον».
Η νέα μέθοδος όμως με τη χρήση υπερήχων δεν στοχεύει μόνο στη θεραπεία ασθενών που πάσχουν από νόσους του νευρικού συστήματος. Η ομάδα της κυρίας Κονοφάγου μελετά την επίδραση των υπερήχων και σε γυναίκες ασθενείς με καρκίνο του μαστού, αλλά και ασθενείς που παρουσιάζουν καρδιακές αρρυθμίες.
Η ίδια σημειώνει χαρακτηριστικά: «Στον καρκίνο του στήθους, η μέθοδος των υπερήχων είναι θεραπευτική με μια άλλη λειτουργία, αυτή του εξωσωματικού καυτηριασμού. Εκεί θέλουμε να προσφέρουμε μια μέθοδο που καυτηριάζει τοπικά το καρκίνωμα (καλοήθες ή μη) αναίμακτα.
Ενώ σε ό,τι αφορά τις καρδιακές αρρυθμίες, χρησιμοποιούμε μια καινούργια μέθοδο υπερήχων που έχει αναπτύξει η ομάδα μου για απεικόνιση την πηγών αρρυθμίας που κατόπιν καυτηριάζονται μέσω κατάλυσης με ραδιοσυχνότητες».
Η Ελίζα Κονοφάγου κάνει λόγο όχι μόνο για μια ελπιδοφόρα μέθοδο αλλά και για μια αποτελεσματική θεραπεία, επισημαίνοντας: «Ως μηχανικός βιοϊατρικής, είμαι χαρούμενη κάθε φορά που καταφέρνουμε να μεταφέρουμε μια μέθοδο από το εργαστήριο στον ασθενή. Οι υπέρηχοι αποτελούν μια από τις πιο αποτελεσματικές και οικονομικά αποδοτικές μεθόδους. Επειδή όλες οι μέθοδοί μας είναι αναίμακτες, ο χρόνος θεραπείας, το ρίσκο, ο πόνος κατά τη διάρκεια της θεραπείας αλλά και η ανάρρωση μετά τη θεραπεία είναι σημαντικά ελαττωμένοι».
Από τη θέση της στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια αλλά και ως μέλος του νέου Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, η Ελίζα Κονοφάγου υποστηρίζει τα νέα μυαλά και πιστεύει στις δυνατότητές τους. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ομάδα της στο πανεπιστήμιο έχει επιλέξει νέους, διαφόρων εθνικοτήτων, με όρεξη για γνώση και δουλειά -ανάμεσα σε αυτούς και Έλληνες επιστήμονες.
«Έχουμε πολύ καλή παιδεία και πολύ καλά μυαλά με καινοτόμες ιδέες σε όλους τους τομείς των βασικών επιστημών και τεχνολογίας. Αυτό που λείπει είναι η χρηματοδότηση έρευνας με αμερόληπτες και αντικειμενικές διαδικασίες, όπως γίνεται στην Αμερική. Και σε αυτό στοχεύουμε με το ΕΣΕΤΕΚ: να μπορέσουμε να θέσουμε τα θεμέλια για τέτοιες διαδικασίες ακολουθώντας πρότυπα που έχουν αποδώσει σε άλλες χώρες και που σίγουρα θα αποδώσουν και στην Ελλάδα με το ανθρώπινο δυναμικό που υπάρχει, εφόσον αυτά τεθούν και εφαρμοστούν σωστά», λέει, σχολιάζοντας παράλληλα την παρούσα συγκυρία.
«Διανύουμε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο παγκοσμίως. Ιδίως για τους νέους που έχουν τόση όρεξη και ενέργεια να αρχίσουν τις σπουδές τους ή την καριέρα τους, να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους και που ίσως αισθάνονται ότι όλα κάπου έχουν σταματήσει. Θα ήθελα να τους πω να ευελπιστούν και να μη σταματήσουν να ονειρεύονται για ό,τι θέλουν να πετύχουν στην ζωή τους. Να έχουν υπομονή και να είναι έτοιμοι για τις ευκαιρίες που θα τους δημιουργηθούν όταν η πανδημία θα είναι πια παρελθόν», καταλήγει.
Πηγή: iefimerida