Εγκεφαλικό: Ο αρτηριακός διαχωρισμός είναι μία πάθηση που ξεκολλούν μεταξύ τους, οι στιβάδες ιστού. Αυτές δημιουργούν τα τοιχώματα αρτηριών και εισέρχεται ανάμεσα τους αίμα.
Μπορεί επίσης να προκληθεί όταν υποστεί ρήξη κάποιο αγγείο μέσα στο τοίχωμα των αρτηριών. Οπότε δημιουργείται αιμάτωμα και διαχωρίζονται από μέσα. Το 75% των εγκεφαλικών επεισοδίων είναι ισχαιμικής αιτιολογίας. Αντίθετα, τα υπόλοιπα οφείλονται σε ενδοεγκεφαλική αιμορραγία.
Ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο μπορεί να προκαλέσει οποιαδήποτε κατάσταση επιφέρει ελάττωση ή διακοπή της αιματικής ροής σε μια περιοχή του εγκεφάλου.
Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο συμβαίνουν 30 έως 35 χιλιάδες πρωτοεμφανιζόμενα εγκεφαλικά επεισόδια. Επιπλέον, το σύνολο των εισαγωγών στα νοσοκομεία ξεπερνά τις 40 χιλιάδες ετησίως.
Προκαλούν σοβαρές σωματικές, ψυχικές, κοινωνικές αλλά και οικονομικές επιπτώσεις. Όχι, μόνο στους επιζώντες ασθενείς, αλλά και στις οικογένειές τους.
Τα εγκεφαλικά επεισόδια διακρίνονται σε ισχαιμικά. Είναι πιο συχνά και αποτελούν το 85% του συνόλου των εγκεφαλικών και σε αιμορραγικά (15%)
Το ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι είτε θρομβωτικό είτε εμβολικό. Ισχαιμικά εγκεφαλικά έμφρακτα εγκαθίστανται στο 40-60% των α- σθενών, ενώ 20-30% των ασθενών με διαχωρισμό της έσω καρωτίδας παρουσιάζουν παροδικά ισχαιμικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.
Υπολογίζεται ότι 5% των ασθενών παραμένουν ασυμπτωματικοί. Τα περισσότερα έμφρακτα είναι εμβολικής αιτιολογίας και φλοιώδους ή υποφλοιώδους εντόπισης. Σπανιότερα τα έμφρακτα μπορεί να οφείλονται σε αιμοδυναμική ανεπάρκεια, λόγω χαμηλής αιματικής ροής μέσω της στενωμένης έσω καρωτίδας.
Ο διαχωρισμός της σπονδυλικής αρτηρίας είναι σαφώς σπανιότερος του διαχωρισμού της έσω καρωτίδας (αναλογία 1:3). Σε περίπτωση προσβολής της εξωκρανιακής μοίρας της σπονδυλικής αρτηρίας, οι ασθενείς μπορεί να παραμείνουν ασυμπτωματικοί, να παρουσιάσουν μη ειδικά συμπτώματα κι ευρήματα, όπως
– ζάλη ή ίλιγγο,
– εμβοές,
– ναυτία,
– αμνησία,
– ημιανοψία (ελάττωση της όρασης από το ένα μάτι), ή τέλος
– να εγκαταστήσουν έμφρακτα στο πεδίο κατανομής της οπίσθιας κυκλοφορίας
Σύνδρομο Horner παρατηρείται στο 36% των περιπτώσεων, ενώ προσβολή των κατώτερων συζυγιών καταγράφεται στο 13% των ασθενών. Ο διαχωρισμός της ενδοκράνιας μοίρας της σπονδυλικής αρτηρίας είναι σαφώς σπανιότερος, εκδηλώνεται με την εικόνα υπαραχνοειδούς αιμορραγίας και χαρακτηριστικά παρατηρείται σε ηλικιακά νεότερους ασθενείς συνοδευόμενη από πολύ χειρότερη κλινική έκβαση, με θνησιμότητα της τάξης του 75%
Παθολογοανατομικά διαπιστώνεται ο σχηματισμός ενός ενδοτοιχωματικού αιματώματος. Δύο είναι οι πιθανοί μηχανισμοί που μπορούν να προκαλέσουν τέτοιου τύπου βλάβη. Αφενός μπορεί να υπάρξει μερική ρήξη ή σχίσιμο του έσω χιτώνα, με αποτέλεσμα το διαχωρισμό των στοιβάδων του αρτηριακού τοιχώματος και τη συλλογή αίματος μεταξύ τους. Αφετέρου μπορεί να υπάρξει ρήξη και αιμορραγία των τροφοφόρων αγγείων του μέσου χιτώνα (vasa vasorum), με συνέπεια το σχηματισμό του ενδοτοιχωματικού αιματώματος.
Και στις δύο περιπτώσεις το σχηματιζόμενο αιμάτωμα αναπτύσσεται κατά μήκος του μέσου χιτώνα της προσβεβλημένης αρτηρίας. Εφόσον η συλλογή του αίματος εντοπίζεται ακριβώς κάτω από τον έσω χιτώνα, τότε προκαλείται στένωση ή ακόμη και πλήρης απόφραξη του αρτηριακού αυλού.
Εάν, όμως, το αιμάτωμα αναπτυχθεί ακριβώς μεταξύ μέσου και έξω χιτώνα, τότε παρατηρείται ο σχηματισμός ψευδοανευρύσματος ή ψευδούς αυλού. Ο ψευδής αυτός αυλός μπορεί στην πορεία να παραμείνει βατός, να υποχωρήσει πλήρως ή όμως και να θρομβωθεί, προκαλώντας στένωση της διαχωρισμένης αρτηρίας. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων πρόκειται για αυτόματο διαχωρισμό των αρτηριών.
Μόλις στο 20% των περιπτώσεων μπορεί η βλάβη να συσχετιστεί με κάποιο τραυματισμό της αυχενικής χώρας π.χ.
– υπερέκταση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης,
– κάταγμα αυχενικού σπονδύλου,
– χειροπρακτικές επεμβάσεις, μασάζ κ.λπ..
Όμως και σε αρκετές περιπτώσεις αυτόματου αρτηριακού διαχωρισμού αναφέρονται προηγούμενα ήπιας έντασης μηχανικά ερεθίσματα (βήχας, απότομη στροφή της κεφαλής, αύξηση της ενδοθωρακικής πίεσης κ.λπ.), των οποίων η σημασία παραμένει αδιευκρίνιστη.
Δεδομένου ότι ανάλογες κινήσεις και φορτία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας και κατά κανόνα δεν προκαλούν απολύτως καμιά βλάβη, εικάζεται μεταξύ των ασθενών που παρουσιάζουν αρτηριακό διαχωρισμό η ύπαρξη αλλοιώσεων της δομής του συνδετικού ιστού, η οποία πιθανόν να προδιαθέτει για τη ρήξη της συνέχειας του αρτηριακού τοιχώματος.
Η υπόθεση αυτή ενισχύεται σοβαρά κι από το γεγονός ότι γνωστά νοσήματα του συνδετικού ιστού, όπως τα σύνδρομα Ehlers-Danlos και Marfan, σχετίζονται με σαφώς αυξημένο κίνδυνο αρτηριακού διαχωρισμού. Αξίζει να επισημανθεί ότι και η ινομυώδης δυσπλασία, η οποία χαρακτηρίζεται από συγγενή διαταραχή της αρχιτεκτονικής του αρτηριακού τοιχώματος, αποτελεί έναν επιπλέον κίνδυνο για την εμφάνιση αρτηριακού διαχωρισμού.
Κλινικά ο αρτηριακός διαχωρισμός εκδηλώνεται στο 60-80% των περιπτώσεων με κεφαλαλγία και αυχεναλγία. Ειδικότερα, σε περιπτώσεις διαχωρισμού της έσω καρωτίδας και της σπονδυλικής αρτηρίας ο πόνος εντοπίζεται στην προσθιοπλάγια τραχηλική και την ινιακή χώρα, αντίστοιχα.
Σε τουλάχιστον 30% των περιπτώσεων παρατηρείται αρχικά μερικό ή πλήρες σύνδρομο Horner, προσβολή των κατώτερων εγκεφαλικών συζυγιών ή αναφέρονται εμβοές με σφύζοντα χαρακτήρα. Τα εντοπιστικής σημασίας αυτά ευρήματα και συμπτώματα αποτελούν κατά κανόνα ειδοποιά σημεία, μια και κατά κανόνα κάνουν την εμφάνισή τους αρκετές ημέρες ή ακόμη και εβδομάδες πριν από την εγκατάσταση ισχαιμικής εγκεφαλικής βλάβης.
Σε κάθε περίπτωση ο συνδυασμός νεοεμφανιζόμενης κεφαλαλγίας ή αυχεναλγίας και συνδρόμου Horner (“painful Horner”) θα πρέπει να εγείρει την υποψία αρτηριακού διαχωρισμού. Πιο συγκεκριμένα έχει περιγραφεί για το διαχωρισμό της έσω καρωτίδας μια χαρακτηριστική τριάδα συμπτωμάτων, απαρτιζόμενη από ομόπλευρη κεφαλαλγία, προσωπαλγία ή αυχεναλγία και μερικό σύνδρομο Horner. Στην πράξη η τριάδα αυτή παρατηρείται σε λιγότερο από το ένα τρίτο των ασθενών. Η παρουσία, όμως, δύο εκ των τριών σημείων είναι σαφώς ενδεικτική διαχωρισμού της έσω καρωτίδας. Πάντως σε περισσότερο από 50% των περιπτώσεων η κλινική εικόνα των ασθενών δεν είναι -σύμφωνα με τα προηγούμενα- ενδεικτική διαχωρισμού
Η δυνατότητα θεραπευτικής παρέμβασης σε ασθενείς με οξύ ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο εξαρτάται άμεσα από το χρονικό διάστημα μεταξύ της εμφάνισης των συμπτωμάτων και της εφαρμογής της θεραπείας.