Αυτοάνοσα νοσήματα: Τα νοσήματα αυτά προκαλούν ακόμα ερωτήσεις στους επιστήμονες και στους ερευνητές. Είναι δύσκολα να εξεταστούν.
Σκλήρυνση κατά πλάκας, Λεύκη, διαβήτης τύπου 1, θυρεοειδίτιδα Hashimoto, λύκος (ΣΕΛ), ρευματοειδής αρθρίτιδα…
Ολοένα και περισσότερο ακούμε για ανθρώπους που ανακαλύπτουν ότι υποφέρουν από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα. Πιθανώς κάποιο ή και περισσότερα από ένα τέτοια νοσήματα να απασχολούν και εμάς.
Αυτήν την απάντηση δεν έχουν μπορέσει ακόμα να δώσουν οι ερευνητές. Αυτό που μπόρεσαν όμως να κάνουν είναι να γίνονται διαγνώσεις πιο έγκυρα και έγκαιρα.
Τον όρο αυτοάνοσο νόσημα τον χρησιμοποιούν οι ειδικοί για να περιγράψουν μια ασθένεια ή μια κατάσταση. Συνήθως προκύπτει όταν υγιής ιστός του σώματος δέχεται επίθεση από το ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του οργανισμού. Για παράδειγμα, μια τέτοια ασθένεια είναι ο διαβήτης τύπου 1. Το ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του οργανισμού μπερδεύει τα β-κύτταρα του παγκρέατος και τα περνάει για ξένους εισβολείς. Αποτέλεσμα είναι να τους επιτίθεται και να τα καταστρέφει.
Στον διαβήτη τύπου 1 είναι ο οργανισμός δεν μπορεί να παράγει την απαραίτητη ινσουλίνη ώστε να ελέγξει το σάκχαρο του αίματος. Εκτός όμως από τον διαβήτη τύπου 1 υπάρχουν και πολλά άλλα αυτοάνοσα, περισσότερα από 80, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι ένα από τα πιο γνωστά. Επίσης όμως υπάρχουν και τα:
Το αμυντικό ή ανοσολογικό σύστημα μαζί με το νευροαισθητικό σύστημα καθορίζουν και διατηρούν την ακεραιότητα του οργανισμού. Το ανοσολογικό σύστημα αποτελείται από κύτταρα που κυκλοφορούν στο αίμα και παράλληλα βρίσκονται σχεδόν σε όλους τους ιστούς. Επιτελεί τη λειτουργία του χρησιμοποιώντας ένα πολύπλοκο δίκτυο, που δέχεται συνεχώς διαφορετικά ερεθίσματα, επικοινωνώντας συγχρόνως με το νευρικό και το ενδοκρινικό σύστημα.
Ο ρόλος που πρέπει να παίξει το ανοσολογικό σύστημα για να δουλεύει σωστά είναι διττός. Αφενός πρέπει να αναγνωρίζει και να παλεύει με βλαβερούς παράγοντες όπως π.χ. Τα παθογόνα μικρόβια. Αφετέρου πρέπει να αναγνωρίζει, να ανέχεται και να μην αντιδρά στα δικά του στοιχεία και σε παράγοντες που είναι βοηθητικοί π.χ. Στα στοιχεία των τροφών ή στα μικρόβια που βρίσκονται στο έντερο του.
Όταν το ανοσολογικό σύστημα ενός οργανισμού αντιδρά και καταστρέφει παράδοξα τα δικά του στοιχεία δημιουργείται διαταραχή. Αυτή η διαταραχή δεν μπορεί να ελεγχθεί και να επουλωθεί από τον οργανισμό. Η νόσος αυτή ονομάζεται αυτοάνοση νόσος, ακριβώς γιατί ο οργανισμός δεν ανέχεται τα δικά του στοιχεία ως όφειλε. Αυτή η διαταραγμένη αντίδραση του ανοσολογικού συστήματος προκαλείται από την επίδραση κάποιων περιβαλλοντικών παραγόντων όπως οι μικροοργανισμοί, η ακτινοβολίας ή το στρες.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα εκδηλώνονται με ποικιλία συμπτωμάτων, όπως ο πυρετός και η κακουχία ή ο πόνος στις αρθρώσεις. Κατά κανόνα είναι χρόνια νοσήματα που εμφανίζουν εξάρσεις και υφέσεις. Όσο πιο γρήγορα διαγιγνώσκονται και αντιμετωπίζονται τόσο καλύτερη είναι η ανταπόκρισή τους.
Πολλά από τα αυτοάνοσα νοσήματα αναγνωρίζονται από τον εξειδικευμένο γιατρό με την κλινική εξέταση. Σε ορισμένα όμως από αυτά, ο γιατρός θα χρειαστεί ειδικό εργαστηριακό έλεγχο. Η θεραπεία τους συνίσταται σε μακροχρόνια χορήγηση φαρμάκων που τροποποιούν την ανοσολογική αντίδραση. Όπως επίσης και στενή ιατρική παρακολούθηση. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών έχουν καταφέρει να βελτιώσουν καθοριστικά την καθημερινότητα των ασθενών.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα προσβάλλουν συχνότερα τις γυναίκες. Δεν είναι κληρονομικά.
Τόσο το εξωγενές στρες, όσο και το ενδογενές άγχος ενός ατόμου φαίνεται ότι σχετίζεται με την εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Υπολογίζεται ότι περίπου 5% του πληθυσμού πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα.
Τα νοσήματα αυτά τα κατατάσσουμε σε νοσήματα που προσβάλλουν ένα όργανο, π.χ. Hashimoto, η θυρεοειδίτιδα ή σε συστηματικά, που προσβάλλουν πολλούς ιστούς και όργανα, όπως π.χ. Ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος ή το σκληρόδερμα.
Η απώλεια ή η αύξηση του βάρους είναι πολύ πιθανό να οφείλονται σε κάποιο αυτοάνοσο νόσημα. Συνήθως, οι αυξομειώσεις του βάρους συνδέονται με τις αυτοάνοσες παθήσεις του θυρεοειδούς, γι’ αυτό ο ενδοκρινολόγος είναι ο γιατρός που πρέπει να συμβουλευτείτε σε αυτή την περίπτωση. Δεν αποκλείεται, όμως, τα σύμπτωμα αυτό να οφείλεται και στην κοιλιοκάκη, που πρόκειται για τη δυσανεξία στη γλουτένη και επηρεάζει τόσο τις διατροφικές επιλογές όσο και το βάρος του ασθενούς.
Διαταραχές του εντέρου όπως η διάρροια και η δυκοιλιότητα μπορεί να συνδέονται με τις αυτοάνοσες παθήσεις του θυρεοειδούς όπως η Χασιμότο και η Νόσος Graves αλλά και με την κοιλιοκάκη και τη Νόσο του Addison.
Το μούδιασμα στα άκρα που επιμένει θεωρείται ένα από τα αρχικά και βασικά συμπτώματα της σκλήρυνσης κατά πλάκας, όπως επίσης και οι μυϊκοί σπασμοί. Σε περίπτωση που παρατηρήσετε ότι τα συμπτώματα δεν φεύγουν, επικοινωνήστε με τον νευρολόγο που θα εκτιμήσει την κατάστασή σας.
Είναι βασικό σύμπτωμα του συνδρόμου Σιόγκρεν, το οποίο μπορεί να συνυπάρχει με την αρθρίτιδα και προκαλείται από τη μείωση της παραγωγής σάλιου και δακρύων, με αποτέλεσμα ο ασθενής να δυσκολεύεται όταν τρώει ή προσπαθεί να καταπιεί.
Η αδικαιολόγητη κούραση είναι ένα από τα πιο κοινά συμπτώματα των αυτοάνοσων νοσημάτων που μπορεί να σχετίζεται είτε με τα αυτοάνοσα του θυρεοειδούς, όπως η Χασιμότο και η Νόσος Graves, η Σκλήρυνση κατά Πλάκας και η μυασθένεια Gravis. Το λάθος μας είναι ότι συνήθως θεωρούμε την κούραση δεδομένη, γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι αρκεί να κοιμηθούμε και να ξεκουραστούμε για να μας «περάσει». Αν όμως η κόπωση δεν υποχωρεί, σημαίνει ότι θα πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τις αιτίες της, πέρα από την επιβαρυμένη καθημερινότητά μας.
Τυχόν αλλαγές που θα παρατηρήσετε στο δέρμα σας, εξανθήματα και κοκκινίλες στο σώμα ή το πρόσωπο θα πρέπει να σας υποψιάσουν αν εμφανίστηκαν ξαφνικά και δεν ξέρετε τι τα προκάλεσε. Συνήθως σχετίζονται με την ψωρίαση, το σκληρόδερμα και τον λύκο και μάλιστα μπορεί να επιδεινωθούν σε περιόδους έντονου στρες.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο λύκος μπορεί να εκδηλωθούν με πόνους στις αρθρώσεις σε χέρια και πόδια ενώ οι ενοχλήσεις στους μύες καταγράφονται σε διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα όπως η θυρεοειδίτιδα Χασιμότο. Πρόκειται για πόνους που δεν υποχωρούν και που προφανώς δεν οφείλονται σε κάποιο μεμονωμένο περιστατικό, όπως την άρση ενός μεγάλου βάρους.