Ο κορονοϊός δεν έχει φύγει από τη ζωή μας, την ίδια στιγμή που υπάρχει προειδοποίηση από τον Αλκιβιάδη Βατόπουλο ότι πλέον θα έχουμε μόνιμα μέτρα και τη Pfizer ότι το αντιικό χάπι της δεν αποτρέπει τη μόλυνση.
Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε ο Αλκιβιάδης Βατόπουλος «δεν θα έχουμε έκτακτα, αλλά μόνιμα μέτρα, τα οποία θα αλλάξουν κάπως τον τρόπο, ζωής μας. Θα πρέπει να οργανώσουμε την καθημερινότητα μας από δω και πέρα, έχοντας στο μυαλό μας ότι υπάρχει ένα αναπνευστικά μεταδιδόμενο νόσημα, που μπορεί για κάποιους να γίνει βαρύ, ενίοτε και να αποβεί μοιραίο. Άρα πρέπει να προσαρμόσουμε ανάλογα την κοινωνική μας ζωή. Δηλαδή οι πιο ευάλωτοι θα πρέπει να συνηθίσουν να αποφεύγουν τους συνωστισμούς και να φοράνε μάσκα. Οι πιο νέοι θα πρέπει από την πλευρά τους να προσέχουν τους πιο ηλικιωμένους κλπ».
Για την επιδημία, εξέφρασε την αισιοδοξία ότι τα επόμενα επιδημικά κύματα θα είναι πολύ πιο ήπια (εκτός συγκλονιστικού απροόπτου εμφάνισης μιας παραλλαγής, ενώ η επιδημία θα είναι ανθεκτική στα εμβόλια, που είναι ένα υπαρκτό σενάριο και θα εξελίσσεται σε επάλληλα επιδημικά κύματα.
Και συμπλήρωσε, μιλώντας στο Πρακτορείο FM, «αυτά τα κύματα κρατούν κάπου δυο-τρεις μήνες, με δύο τρεις μήνες μεσοδιάστημα ηρεμίας. Αυτή τη στιγμή είμαστε στο τέταρτο. Άρα έχουμε κάθε λόγο να περιμένουμε ότι μετά θα έρθει ένα πέμπτο, ένα έκτο, ένα έβδομο κύμα, τα οποία υποθέτουμε, ότι θα είναι πολύ πιο ήπια, διότι ήδη ο πληθυσμός σε μεγάλο βαθμό είναι ανοσοποιημένος, είτε από το εμβόλιο, είτε από τη νόσο, είτε και από τα δύο. Δεν είναι απόλυτο ότι όσο περνάει ο χρόνος θα γίνεται πιο ήπιος ο ιός. Το είδαμε με τη Δέλτα, που έδινε πιο σοβαρό νόσημα σε σχέση με την προηγούμενη παραλλαγή Άλφα. Δεν είμαστε βέβαιοι για το τι πρέπει να περιμένουμε. Λογικά θα επικρατούν οι πιο μεταδοτικές και λιγότερο παθογόνες παραλλαγές, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο».
Σχετικά με την αύξηση κρουσμάτων λόγω Πάσχα, ο Αλκιβιάδης Βατόπουλος επεσήμανε «λογικά θα υπάρξει μία αύξηση των κρουσμάτων τις επόμενες εβδομάδες, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να έχουμε τύψεις ότι “ξεσαλώσαμε” το Πάσχα. Μετά από δύο χρόνια, ο κόσμος έχει ήδη μπει σε μία νέα φάση. Άλλωστε και ψυχολογικά όταν έχεις μία συνεχή κατάσταση, παύει να είναι οξεία. Και να σημειώσουμε ότι αλλιώς αντιμετωπίζαμε τη μόλυνση πριν από δύο χρόνια και αλλιώς σήμερα, όταν πχ μαθαίνουμε ότι κάποιος από το περιβάλλον μας είναι θετικός».
Στο μεταξύ, αναποτελεσματικό στον τομέα της αποτροπής από τη μόλυνση με κορονοϊό αποδείχτηκε το αντιικό χάπι της Pfizer, Paxlovid, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η ίδια η εταιρεία και ανακοίνωση την περασμένη Παρασκευή.
Στη δοκιμή συμμετείχαν 3.000 ενήλικες που είχαν επαφή με μέλος της οικογενείας τους, το οποίο εμφάνιζε συμπτώματα της Covid-19 και είχε προηγουμένως διαγνωστεί θετικό στον κορονοϊό. Σε ορισμένους χορηγήθηκε το Paxlovid για 5 ή 10 ημέρες και στους υπόλοιπους ένα εικονικό φάρμακο (placebo).
Όσοι έλαβαν την πενθήμερη αγωγή διαπιστώθηκε ότι είχαν 32% λιγότερες πιθανότητες να μολυνθούν, συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν το εικονικό φάρμακο. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 37% σε όσους έλαβαν την δεκαήμερη αγωγή. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν θεωρούνται σημαντικά από στατιστικής πλευράς και επομένως ενδέχεται να ήταν τυχαία.
Η Pfizer ανέφερε ότι τα δεδομένα ασφαλείας στην κλινική δοκιμή ήταν ανάλογα με αυτά προηγούμενων μελετών, οι οποίες είχαν δείξει ότι τα χάπια ήταν αποτελεσματικά σε ποσοστό 90% σε ό,τι αφορά την πρόληψη της νοσηλείας ασθενών με Covid-19 που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου, εφόσον χορηγηθούν επί πέντε ημέρες αφού κάνει την εμφάνισή του ο κορονοϊός.
«Αν και είμαστε απογοητευμένοι από την έκβαση της συγκεκριμένης μελέτης, αυτά τα αποτελέσματα δεν επηρεάζουν τα ισχυρά δεδομένα για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια που παρατηρήσαμε στην προηγούμενη δοκιμή μας για τη θεραπεία ασθενών με Covid-19… και είμαστε στην ευχάριστη θέση να βλέπουμε την αυξανόμενη χρήση του Paxlovid σε αυτές τις (ευάλωτες) ομάδες του πληθυσμού, σε παγκόσμιο επίπεδο», υπογράμμισε ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά.
Η Pfizer σημειώνει ότι το Paxlovid, το οποίο αποτελείται από δύο διαφορετικά αντιικά φάρμακα, είναι επί του παρόντος εγκεκριμένο ή αδειοδοτημένο για χρήση υπό όρους ή σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, σε περισσότερες από 60 χώρες, για τη θεραπεία ασθενών με Covid-19 που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου.