Μια ανύπαντρη μητέρα πλήρωσε δικηγόρο για να μην έχει δικαιώματα στην κόρη της ο βιολογικός της πατέρας και δεν το μετάνιωσε ποτέ.
“To 2012 έδωσα 1500€ στο δικηγόρο μου προκειμένου να μην έχει δικαιώματα στην κόρη μου ο βιολογικός της πατέρας. Ακριβώς. Έδωσα 1500€ προκειμένου να μην ξανασχοληθεί ποτέ με το παιδί μου.
Και δεν το μετανιώνω. Καθόλου. Ούτε καν.
Ήμουν 23 ετών και μόνη και μόλις είχα φέρει στον κόσμο ένα πανέμορφο κοριτσάκι. Είχα τους φίλους μου, την οικογένειά μου – όλους εκτός από το βιολογικό της πατέρα. Κάποιοι μπορεί να το βρίσκουν λυπηρό και υποθέτω ότι, κατά κάποιο τρόπο, ήταν, αλλά όταν έβαλαν εκείνο το μωρό στο στήθος μου, η θλίψη μου έφυγε μακρυά.
Ήξερα από τη στιγμή, που διαπίστωσα ότι ήμουν έγκυος, ότι δεν θα συμμετείχε και ήμουν εντάξει με αυτό. Μπορεί να ήμουν ανόητη, που αποφάσισα να μπλέξω μαζί του, αλλά μόλις κατάλαβα, πόσο σκάρτος ήταν – τελείωσε. Δεν υπήρχε η παραμικρή επιθυμία για συμφιλίωση.
Ήξερα ότι δεν ήθελε παιδιά. Ήξερα ότι δεν θα ήθελε να βοηθήσει και δεν επρόκειτο να τον αναγκάσω να το κάνει. Έτσι, πήρα τον έλεγχο στη ζωή και την εγκυμοσύνη μου και γέννησα παρέα μόνο με τον καλύτερο φίλο μου στην αίθουσα αναμονής.
Όταν η κόρη μου έγινε ενός μηνός, ήρθε σε μένα. Μου είπε ότι το παιδί μου χρειαζόταν ένα μπαμπά, ότι ήθελε να είναι στη ζωή της. Συνεργαστήκαμε καλά για μία εβδομάδα. Στο τέλος αυτής της εβδομάδας με ρώτησε: “Τί τα χρειάζεται τέλος πάντων 75 € κάθε εβδομάδα;” Δεν τσακώθηκα καν μαζί του.
Συνεργάστηκα πλήρως και με μεγάλη μου χαρά, όταν μου είπε ότι ήθελε να αποποιηθεί τα δικαιώματά του την επόμενη μέρα.
Η απόφασή του αυτή συνάντησε την αντίδραση από την οικογένειά μου. Κατανοητό. Ως ανύπαντρη μητέρα, ήταν όλο αυτό πραγματικά προς το συμφέρον του μωρού μου;
Έτσι νόμιζα. Έτσι έλεγε το ένστικτό μου. Έτσι πίστευε η καρδιά μου. Έτσι σκέφτηκε και το δικαστήριο.
Για μένα είναι ξεκάθαρο είτε είσαι γονιός είτε δεν είσαι. Δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση. Δεν σε παίρνει να είσαι νευρικός, αναξιόπιστος ή αναποφάσιστος. Δεν βάζεις τον εαυτό σου ή έναν καινούργιο έρωτα πρώτο. Δεν συγκρίνονται τα λεφτά με την αξία του να είσαι πατέρας.
Της υποσχέθηκα ότι θα γινόμουν καλύτερη, ότι δεν θα ήμουν το θύμα, που ήμουν στο παρελθόν, ότι θα αναλάμβανα το ρόλο της μαμάς και του μπαμπά, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα έρθει κάποιος άλλος μπαμπάς, καλύτερος από τον προηγούμενο στη ζωή μας.
Η κόρη μου αξίζει κάτι καλύτερο, έναν πατέρα, που τη θέλει στη ζωή του, έναν πατέρα, που θέλει να ξοδεύει τα χρήματά του για εκείνη, έναν πατέρα, που θα της δείξει τί σημαίνει να είσαι άνδρας και πώς ένας άνδρας φέρεται σε εκείνη που αγαπά.
Και επειδή ο βιολογικός της πατέρας εξαφανίστηκε, δεν σημαίνει, ότι στο τέλος δεν πήρε όσα της άξιζαν.
Έχει πλέον έναν πατέρα, που επέλεξε να την αγαπά σαν δική του, έναν πατέρα που παίζει μαζί της, που της προσφέρει τα πάντα, έναν πατέρας που της έδωσε το επώνυμό του, πολλά από τα -με κόπο κερδισμένα- λεφτά του και ακόμα περισσότερο από το χρόνο του.
Αυτό το καλοκαίρι της έμαθε πώς να κάνει ποδήλατο και την έμαθε κηπουρική. Κάθε πρωί, πήγαιναν έξω, για να φροντίσουν τον κήπο μαζί. Ήταν τόσο χαρούμενη, που μου έδειχνε κάθε μέρα ό,τι καινούργιο της μάθαινε.
Τους βλέπω να παίζουν. Τη βλέπω να γελάει. Την παρακολουθώ μεγαλώνοντας να του μοιάζει κι ας μην είναι πραγματικό του παιδί.
«Τίνος το κορίτσι είσαι εσύ;», τη ρωτάει… Και εκείνη απαντά: “Του μπαμπά!!!”, γεμάτη χαρά και καμάρι. Πόσο πια να αγαλλιάσει η ψυχή μου;
Ρίτα”