Μία προδομένη γυναίκα βρέθηκε άστεγη και με ένα μωρό στην κοιλιά της, ενώ ζούσε σε ένα τεράστιο σπίτι, παντρεμένη, με τα δύο της παιδιά και μία πολύ καλή εργασία.
Όπως υπογραμμίζει η προδομένη γυναίκα: «Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω πως πιάστηκα τόσο κορόιδο και δεν κατάλαβα από την αρχή τι άνθρωπο παντρεύτηκα. Δεν υπήρχε ούτε μια ένδειξη ότι ήταν βίαιος, παρανοϊκός, σχιζοφρενής και χρήστης ναρκωτικών. Θα αναρωτιέστε πώς ήταν δυνατόν να μην καταλάβω τίποτα απ’ όλα αυτά. Κι όμως. Δεν είχα υποψιαστεί το παραμικρό.
Η ζωή μου γρήγορα μετατράπηκε σε κόλαση και πολλές νύχτες έπαιρνα τα παιδιά και φεύγαμε από το σπίτι για να γλιτώσουμε. Περπατούσαμε άσκοπα στους δρόμους με το ένα παιδί αγκαλιά και το άλλο στο καρότσι. Μπορεί να μη με πιστέψετε, αλλά εγώ εξακολουθούσα να αγαπώ τον άντρα μου. Παρά τα προβλήματά του όχι μόνο τον αγαπούσα, αλλά και τον στήριζα. Δεν είχε κανέναν στη ζωή παρά μόνο εμένα και τα παιδιά μας. Είχε υποσχεθεί ότι θα ζητούσε βοήθεια ειδικού και ότι θα έκανε τα πάντα για να αλλάξει για χάρη της οικογένειάς του.
Στο τέλος χωρίσαμε. Ζήτησε να παίρνει τα παιδιά Σαββατοκύριακα, αργίες και διακοπές και συμφώνησα. Ήξερα ότι κακό στα παιδιά δεν θα έκανε. Όσο κι αν τον φοβόμουν, δεν θα έφτανε σε αυτό το σημείο.
Συμφωνήσαμε μεταξύ μας κάθε πότε θα τα παίρνει χωρίς να βάλουμε στη μέση δικηγόρους και τέτοια. Κατόπιν εορτής βλέπω πόσο αφελής ήμουν. Έπαιρνε τα παιδιά και δεν μου τα επέστρεφε. Μετά από δεκάδες τηλέφωνα, απειλές και βρισιές μου τα έφερνε μέχρι που μία μέρα τα πήρε και εξαφανίστηκε.
Αυτή ήταν η αρχή του τέλους μου. Άρχισα να πίνω και να αυτοτραυματίζομαι. Η κατρακύλα μου είχε ξεκινήσει. Ένα μήνα μετά διαπίστωσα εντελώς τυχαία ότι ήμουν έγκυος. Τα προβλήματά μου δεν μου είχαν αφήσει μυαλό και δεν κατάλαβα ότι είχα καθυστέρηση. Είχα χάσει την οικογένειά μου, τη δουλειά μου, έμενα στους γονείς μου και πάνω που είχα αρχίσει να κάνω χρήση ήπιων ναρκωτικών ανακάλυψα ότι ήμουν έγκυος. Τι τύχη θα είχε το παιδί αυτό; Να κάνω έκτρωση δεν γινόταν, η εγκυμοσύνη ήταν ήδη προχωρημένη.
Η προδομένη γυναίκα έμεινε άστεγη σε προχωρημένη εγκυμοσύνη
Μία μέρα έκοψα τις φλέβες μου τόσο βαθιά που στο τσακ με πρόλαβαν οι γονείς μου. Δεν ήθελα να αυτοκτονήσω. Η ενέργειά μου αυτή ήταν μία κραυγή για βοήθεια. Όταν βγήκα από το νοσοκομείο, νοσηλεύτηκα σε ψυχιατρική κλινική για ένα διάστημα, αλλά η κατάστασή μου δεν βελτιώθηκε.
Ο καιρός περνούσε και εγώ βούλιαζα όλο και πιο βαθιά. Κοιμόμουν σε παγκάκια, σε χαρτόκουτα, όπου έβρισκα. Οι άνθρωποι περνούσαν από δίπλα μου και δεν με κοιτούσαν καν. Ήμουν έγκυος και μόνη, σε πολύ κακή κατάσταση και όμως όλοι αδιαφορούσαν. Ένα βράδυ έκανε πολύ κρύο και έβρεχε. Ήταν από τις χειρότερες νύχτες του χειμώνα και εγώ προσπαθούσα να περισώσω τα λιγοστά υπάρχοντά μου κάτω από ένα υπόστεγο. Είχα κουλουριαστεί σε μια γωνία σκεπασμένη με ένα πάπλωμα που είχα βρει στα σκουπίδια και προσπαθούσα να κοιμηθώ. Τότε ένιωσα ένα χέρι να χαϊδεύει τον ώμο μου. Ήταν ένας άντρας, ο οποίος με ξύπνησε κρατώντας μία τσάντα ζεστό, καθαρό φαγητό. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το πρόσωπό του. Παρόλο που τον είδα μόνο μία φορά θα τον θυμάμαι για πάντα. Ποτέ δεν ζητιάνεψα, ποτέ δεν ζήτησα ελεημοσύνη, ποτέ δεν ζήτησα βοήθεια από κανέναν. Εξακολουθούσα να ντρέπομαι γι’ αυτό που είχα γίνει. Πολλοί κατά καιρούς προσφέρθηκαν να με βοηθήσουν, αλλά δεν ήθελα. Μου άφηναν με το ζόρι χρήματα, με τα οποία είτε έπαιρνα κάτι να φάω, είτε αγόραζα ναρκωτικά.
Τον πρώτο καιρό που ζούσα στους δρόμους, προσπαθούσα να κρύψω την κοιλιά μου, αλλά μετά από λίγο δεν μπορούσα. Η εγκυμοσύνη μου ήταν πλέον προχωρημένη και δεν ήξερα τι θα έκανα όταν θα ερχόταν η ώρα μου.
Ήθελα να κοιμηθώ και να μην ξυπνήσω ποτέ ξανά. Ξέρεις, αυτή η γλυκιά αίσθηση λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος. Αυτό ήθελα. Αυτό χρειαζόμουν. Να κοιμηθώ γλυκά και να μην ξανασηκωθώ.
Μοναδική μου έγνοια ήταν το μωρό. Ο καιρός πλησίαζε για να γεννήσω και δεν ήξερα τι θα έκανα. Να γυρίσω σπίτι μου δεν ήθελα. Ντρεπόμουν τους γονείς μου. Ήδη τους είχα κάνει μεγάλο κακό, δεν ήθελα να τους επιβαρύνω κι άλλο. Η κατρακύλα μου ήταν μεγάλη.
Μετά από δύο παιδιά ήξερα καλά ότι τα περιθώρια μου στένευαν και ότι από μέρα σε μέρα θα με έπιαναν οι πόνοι. Η απόγνωσή μου με οδήγησε στο πρώτο νοσοκομείο που βρήκα μπροστά μου. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Απλά μπήκα μέσα, εξήγησα την κατάσταση και ζήτησα βοήθεια. Κι όμως, οι άνθρωποι αυτοί με έκαναν να ξαναβρώ την πίστη μου στους ανθρώπους και τη ζωή. Έσωσαν τη ζωή τη δική μου και του παιδιού μου. Γέννησα ένα υγιέστατο, πανέμορφο κοριτσάκι που υπό άλλες συνθήκες δεν θα ζούσε, αλλά οι γιατροί έβαλαν τα δυνατά τους και τα κατάφεραν. Παρουσίασε ένα μικρό στερητικό σύνδρομο στην αρχή λόγω των ναρκωτικών που έπαιρνα, αλλά οι γιατροί την έκαναν καλά.
Λένε πως οι γιατροί στα δημόσια νοσοκομεία αδιαφορούν και ότι βαριούνται να δουλέψουν. Εγώ δεν είδα κάτι τέτοιο. Είδα ένα ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που έκανε το καλύτερο που μπορούσε και που με έφερε ξανά στη ζωή. Πρώτα ανάστησαν το παιδί μου και μετά εμένα. Χωρίς τη βοήθειά τους δεν θα είχα καταφέρει να ξανασταθώ στα πόδια μου. Με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και την ψυχολογική υποστήριξη επανήλθα (αν και μου πήρε χρόνια) και έγινα ξανά αυτή που ήμουν. Επέστρεψα στους γονείς μου που τόσο καιρό μαράζωναν γιατί δεν είχαν νέα μου.
Ευγνωμονώ τους ανθρώπους αυτούς γιατί αν δεν υπήρχαν, είμαι σίγουρη ότι θα είχα πεθάνει εκεί μόνη μου σε κάποια γωνιά του δρόμου. Έκανα σκοπό της ζωής μου να βρω τα παιδιά μου και να πάρω πίσω την επιμέλειά τους. Έπρεπε πρώτα να αποδείξω ότι είμαι ικανή, ότι είχα σταματήσει τη χρήση ναρκωτικών και ότι μπορούσα να αναλάβω και πάλι την ανατροφή τους.
Κατάφερα και ήρθα σε επαφή με τον πρώην μου, ο οποίος με αποκάλεσε τρελή και μου είπε ότι μόνο πάνω από το πτώμα του θα πάρω πίσω τα παιδιά. Μου είπε ότι δεν μου έχει μείνει ίχνος αξιοπρέπειας και ότι μου άξιζε που τόσο καιρό τράβηξα όσα τράβηξα.
Τελικά μετά από χρόνια και ατελείωτες δικαστικές μάχες, και την επιμέλεια των παιδιών μου κατάφερα να πάρω και να γυρίσω στη δουλειά μου και να γίνω ξανά αυτή που ήμουν. Η ζωή μου έκανε στροφή 180 μοιρών, παρέμεινα δυνατή και κάθε μέρα που περνάει υπενθυμίζω στον εαυτό μου που ήμουν και που βρέθηκα και ότι υπάρχουν και καλοί άνθρωποι τελικά.
Κατερίνα”