Λίγες έως ελάχιστες είναι οι φορές που ένας πατέρας αναλαμβάνει την πλήρη επιμέλεια του παιδιού και ειδικά στα ελληνικά δικαστήρια.
Την ανάθεση της επιμέλειας ανήλικου αγοριού στον πατέρα του μετά την εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης από τη μητέρα του παιδιού αποφάσισε το Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας, με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον του παιδιού και τη ψυχική του ισορροπία.
Σε μία από τις σπάνιες φορές που το δικαστήριο αρνείται την επιμέλεια στην μητέρα του παιδιού, παρόλο που της αναγνωρίζει την ακεραιότητα της ως γονέας και στοργική μητέρα, αλλά η τριετής απουσία της (λόγω της καριέρας της) από τη καθημερινότητα του ανηλίκου έδωσε την ευκαιρία στον πατέρα του παιδιού να αναπτυχθούν μεταξύ τους στενό ψυχικό δεσμό. Ο πατέρας κατά την απόφαση «περιβάλει το παιδί του με αγάπη και στοργή, επιδεικνύει αμέριστο ενδιαφέρον για τις ανάγκες του, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ανάπτυξης του, ασχολείται με την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία του, φροντίζει για την καλύτερη ψυχοσωματική και διανοητική του ανάπτυξη, ενώ δεν δημιουργεί προσκόμματα στην επικοινωνία του ανηλίκου με την μητέρα του».
Η εν λόγω απόφαση θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηρισθεί ως μια απόφαση «για τον πατέρα», αφού σύμφωνα με τον πρόεδρο του δικαστηρίου, «λόγω της κοινής του διαμονής με το παιδί έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερος ψυχικός και συναισθηματικός δεσμός μεταξύ τους».
Το δικαστήριο παράλληλα, υποχρεώνει τη μητέρα να καταβάλει μηνιαία διατροφή στο παιδί της περίπου 300 ευρώ. Εκείνη έχει πολύ μεγαλύτερες μηνιαίες αποδοχές από τον πατέρα που ενίοτε είναι άνεργος. Παράλληλα, ο εναγόμενος πατέρας, έχει δημιουργήσει νέα οικογένεια, έχουν αποκτήσει ένα παιδί, ετεροθαλή αδερφάκι, ζει πλησίον των παππούδων του, και διατηρεί φιλίες και γνωριμίες στην περιοχή διαμονής του. Είναι προτιμότερο δηλαδή να μην αλλάξει περιβάλλον και να μην διαταραχθεί η υπάρχουσα κατάσταση αφού δεν έχει δημιουργήσει προβλήματα στο αγοράκι που είναι μαθητής της Τετάρτης Δημοτικού στα Πετράλωνα.
«Το αληθινό συμφέρον του όπως το καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές του ανάγκες, επιβάλλει η επιμέλεια αυτού να ανατεθεί στον ενάγοντα πατέρα» λέει το δικαστήριο. Και εξηγεί: «Η σύζυγος του τελευταίου δεν εργάζεται πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να επιφορτιστεί και τα έξοδα της δίκης. Διαμένει σε μισθωμένη κατοικία, βαρύνεται με την εξόφληση δανείου, έξοδα και δεύτερου τέκνου κ. ά.»
Στο δικαστήριο – προκειμένου να αποδειχθεί πόσο το αγοράκι έχει ενσωματωθεί στην καινούργια του οικογένεια- προσκομίστηκαν ζωγραφιές του παιδιού με την οικογένεια του, στις οποίες απεικονιζόταν και η μητριά του. Η τελευταία που δεν εργάζεται είχε χρόνο να αφιερώσει στον ανήλικο και να καλλιεργήσει καλή σχέση και εποικοδομητική για αμφότερους, με συνεχείς επαφές καθημερινά με το ανήλικο, σχολικές εορτές κλπ που ήταν αναγκαία λόγω του γάμου της με τον πατέρα του ανηλίκου.
Παρόλο που η βιολογική του μητέρα διατηρεί επικοινωνία μαζί του, του δείχνει αγάπη και στοργή το φροντίζει και το επιμελείται τις ημέρες που το έχει μαζί της, ενδιαφέρεται για αυτόν, η καριέρα της δεν της επιτρέπει να ζει μαζί του καθώς απουσιάζει για μεγάλα χρονικά διαστήματα από τη δουλειά της. Δεν έχει κάποιο συγγενικό πρόσωπο κοντά της να ασχολείται με το παιδί τις ώρες που εκείνη εργάζεται και η αγωγή της απορρίφθηκε από το δικαστήριο ως ουσιαστικά αβάσιμη.