Ένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας εξομολογείται τα όσα πέρασε στα χέρια του συζύγου της, πριν πάρει την απόφαση να δραπετεύσει με τον γιο της.
Ειδικότερα, η προσωπική εξομολόγηση μιας νεαρής μητέρας που ήταν για χρόνια θύμα κακοποίησης από τον σύζυγό της συγκλονίζει.
«Ευφορία»: Ορίζεται ως το αίσθημα έντονου ενθουσιασμού και ευτυχίας.
Αυτή ήταν η λέξη που εκείνος χρησιμοποίησε για να περιγράψει τις συζητήσεις μας αργά το βράδυ, το πρώτο μας φιλί, τα ραντεβού μας, το δεύτερο φιλί μας.
Αυτή είναι η λέξη που εκείνος χρησιμοποίησε για να περιγράψει τα συναισθήματά του όταν μου έκανε πρόταση γάμου. Αυτή είναι η λέξη που εκείνος χρησιμοποίησε για να περιγράψει την ημέρα του γάμου μας. Έτσι είπε ότι αισθάνθηκε όταν μάθαμε ότι ήμουν τελικά έγκυος, μετά από δύο χρόνια προσπαθειών. Έτσι είπε πως ένιωσε την ημέρα που γεννήθηκε ο γιος μας.
Η αγάπη και ο ενθουσιασμός στα μάτια του συζύγου μου ήταν αληθινά. Ή μάλλον έτσι έδειχναν.
Θυμάμαι τη μέρα που ήρθε στον κόσμο ο γιος μας και πλέον αξιολογώ αλλιώς τα πράγματα. Θυμήθηκα τη μέρα που έμεινα έγκυος. Δεν σηκώθηκε καν από το κρεβάτι όταν του έδειξα το θετικό τεστ εγκυμοσύνης. Με κράτησε σφιχτά, ενώ έκλαιγα με δάκρυα χαράς. Αυτός καν δεν χαμογέλασε, καν δεν κραύγασε. Είχε μόνο άδεια… μάτια. Σαφώς, ήταν χαρούμενος για μένα και μου επέτρεψε να απολαύσω την… ευφορία μου. Αλλά για αυτόν, δεν υπήρχε τίποτα.
Καθ ‘όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μου, ήταν κακοποιητικός. Οι δαίμονες του όσο περνούσε ο καιρός τον είχαν κατακτήσει. Αλλά όταν πήρε τον γιο μας στα χέρια του, αρχίσαμε και οι δύο να κλαίμε. Οι ελπίδες μου αναπτερώθηκαν. Η πατρότητα θα τον έκανε ένα καλύτερο άτομο. Ωστόσο, όταν επιστρέψαμε στο σπίτι, οι τρεις μας πλέον, έγινε ο παλιός του εαυτός. Η ευφορία εξαφανίστηκε ξανά.
Η «ευφορία» είναι η λέξη που έχω κάνει τατουάζ στα γόνατά μου γι ‘αυτόν, μία λέξη- υπενθύμιση για κάθε βήμα του κοινού ταξιδιού μας. Αλλά γι΄αυτόν, το πραγματικό αίσθημα ευφορίας ήταν όταν με έπνιγε με τα χέρια του γύρω από το λαιμό μου, όταν μου έριχνε γροθιές στο πρόσωπο.
Γιατί με την ίδια ευκολία μπορούσε να μου κάνει τις πιο ωραίες εκπλήξεις, να μου σπέρνει ροδοπέταλα για να οδηγήσει σ΄ένα ωραίο αφρόλουτρο μέχρι να μου γράφει ωραία στιχάκια και αμέσως μετά γέμιζε μίσος και κακία. Όλος αυτός ο ρομαντισμός του αποσπούσε την προσοχή μου από αυτό που πραγματικά ίσχυε. Δεν ξέρω πού ακριβώς έχασα τον εαυτό μου. Δεν ήμουν τίποτα περισσότερο από έναν ανίδεο βάτραχο που απολάμβανε το τριαντάφυλλό του.
Είναι εκπληκτικό που του συγχωρούσα τα πάντα, που θεωρούσα φυσιολογικές κακοποιητικές συμπεριφορές. Πίστευα πως εγώ φταίω για όλα, πώς εγώ ήμουν το πρόβλημα, πώς εγώ τον μετέτρεψα σε τέρας. Ωστόσο, αυτός ήταν πάντα το τέρας. Τα περισσότερα θύματα κακοποίησης σταδιακά χάνουν την αυτοεκτίμησή τους και το ένστικτό τους. Είχα πιστέψει πως ήμουν άχρηστη και πως εξαρτιόμουν από εκείνον. Και τον υπηρετούσα.
Οι καλές γυναίκες μαγειρεύουν δείπνο για τους συζύγους τους, σωστά; Αυτό πίστευα. Με είχε πείσει πως αν τον ικανοποιούσα, δε θα ήταν τόσο σκληρός… Αλλά το φαγητό που έφτιαξα δεν ήταν ποτέ αρκετά καλό. Αυτός ήταν «ο σεφ της οικογένειας» και ό, τι έκανα, θα μπορούσε να είχε κάνει καλύτερα. Τελικά δεν ήμουν σε τίποτα καλή…Όχι μόνο στο φαγητό, αλλά και το πώς ντυνόμουν, στο τι χόμπι είχα, στο πώς μιλούσα, σε όλα. Γι΄αυτό δεν μπορούσα να κερδίσω τον σεβασμό του. Γι΄ αυτό ήμουν θύμα κακοποίησης.
«Δεν είσαι πραγματικά ερωτευμένη μαζί μου. Είσαι απλά ερωτευμένη με την ιδέα μου», θα έλεγε. Και είχε δίκιο. Ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που ήταν απέναντί μου ειλικρινής.
Πάντα τον συγχωρούσα. Για τις μελανιές, τις ουλές, για τα χτυπήματα στο πρόσωπό μου, για τον πόνο για τις βρισιές. Γιατί έλεγε πως εγώ μόνο τον κρατώ στη ζωή. Αλλά πότε σταματούν οι δικαιολογίες; Κάθε φίλος και μέλος της οικογένειάς μου είχε εξαφανιστεί εξαιτίας του.
Θυμάμαι να έχω γίνει με το μωρό μου μία ανθρώπινη μπάλα στο πάτωμα του μπάνιου από φόβο και αυτός να χτυπά δυνατά με τις γροθιές του την πόρτα. Το χέρι μου έτρεμε καθώς καλούσα την αστυνομία και φώναζα: «Ο άντρας μου με χτυπάει και μου κάνει κακό. Έχω ένα νεογέννητο. Σας παρακαλώ βοήθησρέ με». Αυτές ήταν οι λέξεις που ήθελα να πω, και αυτές είναι οι λέξεις που νομίζω ότι είπα. Τους δίνω τη διεύθυνσή μου και λένε ότι έρχονται.
«Κάλεσα την αστυνομία! Είναι στο δρόμο!» φώναξα. Το χτύπημα στην πόρτα σταμάτησε ξαφνικά. Το σχέδιό μου είχε λειτουργήσει.
Μετά από λίγο, ο ήχος της φωνής της μητέρας μου με ηρέμησε. Ένας από τους δύο αστυνομικούς έσπασε την πόρτα. Η μητέρα μου έτρεξε προς εμένα, με βοήθησε να σταθώ και με δισταγμό τής έδωσα το μωρό. Λίγο μετά, ο γιος μου ήταν ασφαλής στο κάθισμα του αυτοκινήτου του και πήγαινα να μείνω στην ασφάλεια της μητέρας μου.
Ο σύζυγός μου δεν συνελήφθη, ζήτησε μόνο να φύγει από το σπίτι. Έφυγε. Έπιασα κυριολεκτικά πάτο, έμενα άυπνη και έχασα κάθε ψυχική σταθερότητα. Τελικά άφησα το τέρας που είχα ερωτευτεί να επιστρέψει στο σπίτι. Επιστρέψαμε και οι δύο.
Ωστόσο, ήρθε μια μέρα που είδα καθαρά και συνειδητοποίησα ότι ζούσα στην κόλαση. Κατάλαβα ότι ο άντρας που κοιμόταν δίπλα μου το βράδυ δεν ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσα. Είχα έναν γιο δύο ετών που με χρειάζονταν και έπρεπε να είμαι ζωντανή. Κοίταξα γύρω, και συνειδητοποίησα ότι κοιμόμουν στο πάτωμα μιας ντουλάπας. Τα παράθυρα γύρω μου ήταν σπασμένα ή ραγισμένα. Το υπόλοιπο σπίτι έξω από αυτήν την ντουλάπα δεν είχε καθόλου ασφαλές δάπεδο ούτε καθόλου δάπεδο. Κανένας μας δεν είχε φάει ένα κατάλληλο γεύμα σε σχεδόν τρεις μήνες.
Είναι σχεδόν αδύνατο να ζεις σήμερα στον κόσμο ως θύμα ενδοοικογενειακής βίας. Τόσες πολλές γυναίκες και παιδιά χάνουν τη ζωή τους από τους συζύγους και τους πατέρες τους κάθε μέρα.
Μάζεψα τα λίγα πράγματα που είχα αφήσει και μπήκα στο αυτοκίνητο. Είχα πια τον έλεγχο της ζωής μου. Δεν μπορούσε να με φτάσει, να με βρει. Ούρλιαξα πνιγμένη μέσα σε δάκρυα ευτυχίας. Ένιωσα επιτέλους την πρώτη αληθινή γεύση της ελευθερίας.
Αυτό ήταν το αληθινό συναίσθημα της ευφορίας. Δεν υπάρχει πλάσμα σε αυτόν τον πλανήτη που να καταλαβαίνει την ευφορία περισσότερο από ένα ζώο που δραπετεύει από το κλουβί του. Έπρεπε να πάρω πίσω όλα όσα είπα ποτέ για τον «τέλειο» γάμο μου με τον «τέλειο» σύζυγό μου και να παραδεχτώ ότι έζησα μέσα στο ψέμα. Έπρεπε να προστατεύσω τον γιο μου και να καταφέρω να «χτίσω» τη ζωή μας.
Δεν χρειάζεται πλέον να φοβάμαι, έμαθα πώς να γελάω και να έχω τον έλεγχο της ζωής μου. Νιώθω ξανά τον εαυτό μου. Νιώθω δυνατή. Νιώθω ευφορία. Δε ζω πλέον με φόβο, ο γιος μου τώρα γελάει και παίζει με ασφάλεια. Γίνεται ένα κανονικό παιδί, με μια φυσιολογική ζωή.
Είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία να διηγηθώ την ιστορία μου και ελπίζω ότι η ιστορία μου μπορεί να βοηθήσει άλλους… Με τον γιο μου είμαστε όμορφοι. Είμαστε ισχυροί. Είμαστε έξυπνοι. Είμαστε επιζώντες”.