Ο Βασίλης Λογοθετίδης γεννήθηκε στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης και το 1915 αποφοίτησε από το περίφημο Ζωγράφειο γυμνάσιο της Κωνσταντινούπολης, ενώ λίγο αργότερα άρχισε τις πρώτες ερασιτεχνικές εμφανίσεις του στη σκηνή.
Γράφει η Έπη Τρίμη
Με καταγωγή από τον Πόντο, το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης Ταυλαρίδης.Tο Λογοθετίδης το καθιέρωσε αργότερα με το ντεμπούτο του στο θέατρο. Έδωσε προτεραιότητα στο ανέβασμα έργων Ελλήνων συγγραφέων και έπλασε δεκάδες ρόλους χαρακτηριστικών τύπων της Ελληνικής αστικής ζωής. Το 1918, έχοντας κάνει ήδη τον δεύτερο του γάμο, έρχεται στην Αθήνα και την επόμενη χρονιά εντάσσεται στο δυναμικό του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη. Εκεί έμεινε για 27 ολόκληρα χρόνια, ερμηνεύοντας δεκάδες ρόλους, δραματικούς και κωμικούς, του κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου και καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικότερους κωμικούς πρωταγωνιστές του θεάτρου.
Τα δύο του αδέλφια ζούσαν μακριά. Η αδελφή του στην Αμερική και ο αδελφός του στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια και ο ίδιος. Όσοι τον έζησαν, περιγράφουν ένα μοναχικό άνθρωπο που απέφευγε τις κοσμικές εμφανίσεις και είχε αφιερώσει τη ζωή του στο θέατρο.
Ο μεγάλος ηθοποιός είχε ήδη διαγράψει μία λαμπρή πορεία στο θέατρο, κυρίως στην κωμωδία που ήταν η μεγάλη του αγάπη. Προσαρμόστηκε εύκολα στις κινηματογραφικές απαιτήσεις και με όχημα το άφθονο ταλέντο του, σφράγισε τα πρώτα χρόνια της ελληνικής κινηματογραφικής κωμωδίας, προσφέροντας τα μέγιστα στην εξέλιξή της.
Στο θέατρο μπήκε κατά τύχη. Συγκεκριμένα, είχε φύγει από την Κωνσταντινούπολη με την κοπέλα του, αφού οι γονείς τους έβαζαν εμπόδια στη σχέση τους. Άστεγοι και χωρίς χρήματα, βρήκαν καταφύγιο στον θίασο Κοτοπούλη, που εκείνη την εποχή αναζητούσε ηθοποιούς για να λειτουργήσει. Έμεινε εκεί για περίπου τριάντα χρόνια…
Το 1918 ήρθε στην Αθήνα και την επόμενη χρονιά εντάχθηκε στο δυναμικό του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του εμφανίστηκε μόνο σε 12 κινηματογραφικές ταινίες, αλλά άφησε εποχή με τις θεατρικές του ερμηνείες.
Συμμετείχε σε περισσότερες από 110 ελληνικές κωμωδίες και σε πάνω από 200 ξένα θεατρικά έργα.
Για τις μεγάλες του υπηρεσίας στο θέατρο, ο βασιλεύς Παύλος απένειμε στον Λογοθετίδη τον Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος. Πετούσε απ’ τη χαρά του και σε κάποια στιγμή αστειευόμενος, λέει του βασιλιά: « Το παράσημο Μεγαλειότατε, θα παίξει ρόλο στη σύνταξή μου; Θα τη μεγαλώσει; » Και σε μια θριαμβευτική περιοδεία του στις ΗΠΑ, ο δήμαρχος του Πίτσμπουργκ του παρέδωσε το “χρυσό κλειδί” της πόλης κι ένα μετάλλιο. Και ο Βασίλης, με το χιούμορ που τον διέκρινε, τα δάγκωσε λέγοντας αστειευόμενος: «Άσε να δω αν είναι από χρυσό, γιατί οι σύμμαχοι πολλές φορές κάνουν και λάθη…» .
Στις περισσότερες εμφανίσεις, παρτενέρ του ήταν η Ίλια Λιβυκού, με την οποία υπήρξαν ζευγάρι και στη ζωή, χωρίς όμως ποτέ να παντρευτούν. Οι δύο ηθοποιοί έζησαν ένα μεγάλο έρωτα, αλλά ο Βασίλης Λογοθετίδης ήταν, κατά βάση, μοναχικός άνθρωπος.
Οι γείτονες του τον θυμούνται να τρώει καθημερινά μόνος, σε εστιατόριο της γειτονιάς του. Σε άλλο κείμενό του, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος είχε γράψει για το Λογοθετίδη: «Η ώρα της πικρής μοναξιάς κάνει πιο ανθρώπινη την άλλη ώρα, εκείνη του γέλιου». Μοναδική παρουσία στο σπίτι του ήταν η γυναίκα που έκανε τις οικιακές δουλειές. Αυτή τον βρήκε νεκρό στο μπάνιο, την 20η Φεβρουαρίου του 1960.
Το απόγευμα της 20ης Φεβρουαρίου, ο Λογοθετίδης ετοιμαζόταν να πάει στο θέατρο, όπου πρωταγωνιστούσε στην παράσταση «Ο τελευταίος τίμιος».
Την ώρα που ξυριζόταν, έπαθε καρδιακή προσβολή. Η οικιακή βοηθός άκουσε έναν ασυνήθιστο θόρυβο και έτρεξε στο μπάνιο, όπου τον βρήκε νεκρό. Ο ηθοποιός τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε πρόβλημα με την καρδιά του.
Παρά τα προβλήματα με την καρδιά του, συνέχιζε κανονικά τις θεατρικές του εμφανίσεις. Το τσιγάρο πάντως το έκοψε Το 1957 είχε πάθει έμφραγμα και παρά τις συστάσεις των γιατρών να μην κουράζεται και να είναι πολύ προσεκτικός, συνέχιζε τις επαγγελματικές του δραστηριότητες σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Το μόνο που έκανε ήταν να περιορίσει το ποτό και το κάπνισμα. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, οι συνάδελφοί του παρατήρησαν ότι είχε χάσει τη ζωντάνια του και κουραζόταν εύκολα, αλλά δεν τα παρατούσε. Το θέατρο αποτελούσε το δεύτερο σπίτι του. Λίγο πριν από το μοιραίο, είχε εξομολογηθεί στους φίλους του ότι θα ήθελε να πεθάνει στο θέατρο.
Έφυγε λίγο πριν πάει εκεί. Η είδηση του θανάτου του βύθισε στο πένθος όχι μόνο τους ανθρώπους του θεάτρου, αλλά και χιλιάδες κόσμου, που αγαπούσε και θαύμαζε τον ηθοποιό. Ύστερα από εντολή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα και η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη. Στο «τελευταίο του ταξίδι» συνόδευσαν τον ηθοποιό 50.000 άτομα.
Ένα βράδυ, σε αθηναϊκή ταβέρνα, βρέθηκαν από σύμπτωση ο Βασίλης Λογοθετίδης, ο Βασίλης Αργυρόπουλος, ο Βασίλης Αυλωνίτης και ο θεατρικός επιχειρηματίας Βασίλης Μπουρνέλης. Καρρέ των Βασίληδων ! Μπαίνει κάποια στιγμή με την παρέα του ο Αιμίλιος Βεάκης, γνωστός για τα αριστερά του φρονήματα. Τους βλέπει και λέει στους δικούς του, δυνατά και πειραχτικά για να ακουστεί: Παιδιά, πάμε να φύγουμε. Εδώ απόψε έχουν συνάθροιση οι Βασιλόφρονες! Και το γέλιο πήγε σύννεφο…
Από τα εκατοντάδες στεφάνια που κατατέθηκαν στη μνήμη του από πολιτικούς, συναδέλφους και φίλους του, ξεχώρισε ένα που έγραφε: «Ανώνυμος θεατής απ’ την πλατεία».
Το πλήθος, που είχε γνωρίσει τον ηθοποιό μέσα από τους ρόλους του, χειροκροτούσε δακρυσμένο και οι εφημερίδες έκαναν λόγο για «δυσαναπλήρωτη απώλεια». Οι συνάδελφοί του μίλησαν με συγκινητικά λόγια για εκείνον.
Ντίνος Ηλιόπουλος: «Ο Λογοθετίδης υπήρξε παράδειγμα γενναίου καλλιτέχνη, που δε θέλησε να υποκύψει αμαχητί».
Δημήτρης Χορν: «Αν δεν υπήρχε το εμπόδιο της γλώσσας, θα είχε αναγνωριστεί από όλο τον κόσμο ως ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής μας».
Κάρολος Κουν: «Θρηνώ τον θάνατο του Λογοθετίδη και αισθάνομαι να έφυγε κάτι πολύτιμο».
Μαίρη Αρώνη: «Ξέρω πως στη δική μου νεότερη γενιά δεν θα ξαναδούμε Λογοθετίδη. Δεν γεννιούνται συχνά οι μεγάλοι».
Την επομένη, πάνδημη έγινε η κηδεία του από το Α΄ Νεκροταφείο. Η αείμνηστη, η γλυκιά ΄Ιλια Λιβυκού, που στάθηκε δίπλα του συμπρωταγωνίστρια σε πάρα πολλές ταινίες, στο σπίτι του ζωγράφου Μπότη Θαλασσινού στην Πατησίων είχε αποκαλύψει:
«Επειδή το πρωτόκολλο, δεν επέτρεπε σε μέλη της βασιλικής οικογένειας να παραστούν σε κηδείες, ο νεαρός διάδοχος Κωνσταντίνος συγκινημένος από το χαμό του, μαζί με τον φίλο του Μιχάλη Αρναούτη, πήγε χωρίς να γίνει αντιληπτός. Παρακολούθησε την τελετή της ταφής από τον μικρό λοφίσκο και όταν ο κόσμος έφυγε, κατέβηκε στον τάφο κι άναψε ένα κεράκι. Τον εθαύμαζε, τον εκτιμούσε, θα έλεγα τον ελάτρευε τον Λογοθετίδη, όπως φυσικά κι εκείνος»
Ο Βασίλης Λογοθετίδης πέθανε μόνος, αλλά η τελευταία του διαδρομή έγινε όπως του άξιζε. Με το χειροκρότημα του κοινού….