Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η ταινία «Το πρόστιμο», μας περιγράφει τη ζωή ενός μικροντίλερ των νοτίων προαστίων
Όταν παρακολουθούμε μία ταινία με γλώσσα σκληρή και ρεαλιστική, συνειρμικά θα μας έρθει στο μυαλό ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος, Γιάννης Οικονομίδης, ο οποίος μας έχει χαρίσει το «Σπιρτόκουτο», το «Μικρό Ψάρι», τη «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» και άλλες ταινίες, οι οποίες έχουν επαναπροσδιορίσει τον ελληνικό κινηματογράφο.
Με το άνοιγμα των θερινών σινεμά όμως, και συγκεκριμένα στις 21/5, ήρθε να προστεθεί ακόμη ένας σκηνοθέτης του ίδιου ύφους, ο Φωκίωνας Μπόγρης, με την ταινία «Το Πρόστιμο».
Με φόντο την βρώμικη Αθήνα και τις γειτονιές των νοτίων προαστίων, όπου ένας τύπος -ο Βαγγέλης- σπρώχνει χόρτο, ξετυλίγονται ολοζώντανες οι προσωπικότητες των ηρώων, -ή μάλλον των αντιηρώων- δίνοντας τόσο ρεαλιστικές ερμηνείες, που τα πρόσωπα αρχίζουν να μας φαίνονται οικεία.
Ο Βαγγέλης βγάζει τα προς το ζην πουλώντας κάνναβη. Προσπαθεί να πιάσει μια μόνιμη δουλειά, όμως το στιγματισμένο ποινικό του μητρώο δεν το επιτρέπει. Όταν οι γείτονες απειλούν να τον καταδώσουν στην αστυνομία, ο Βαγγέλης αναγκάζεται να εγκαταλείψει το διαμέρισμά του και να καταφύγει στο σπίτι της αδελφής του. Εκεί θα γνωρίσει τον αρραβωνιαστικό της, Πέτρο, έναν μπράβο και συνεργάτη του υποκόσμου των νοτίων προαστίων. Ο Πέτρος προσφέρει διέξοδο στο οικονομικό του πρόβλημα, ωθώντας τον να συμμετάσχει στις «δουλειές» που οργανώνει για τον κόσμο της νύχτας. Όμως ο Βαγγέλης δεν θέλει να ανήκει στον κόσμο της νύχτας.
Ο πρωταγωνιστής, ο Βαγγέλης, αποτελεί τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας και όχι απαραίτητα τον περιθωριακό τύπο, καθώς γύρω μας, οι Βαγγέληδες είναι αρκετοί. Έχει συνηθίσει να ζει πουλώντας χόρτο, έχοντας μόνη φιλοδοξία στη ζωή του να πιάσει μία δουλειά των 700 ευρώ σε μία αποθήκη. Ένας ρειβάς, που παρότι έχουν περάσει χρόνια από τότε, έχει παραμείνει σε εκείνη την εποχή, τι κι αν βρισκόμαστε στο 2021, εκείνος λέει ακόμα ιστορίες από το «Umatic».
Ένας «κάγκουρας», θα μπορούσαμε να πούμε, φορτωμένος με στερεότυπα για τους ομοφυλόφιλους και τα «τραβέλια» ,που όμως δεν θα πειράξει ποτέ κανέναν, τον ενδιαφέρουν ναι μεν τα γρήγορα λεφτά, όχι όμως με οποιοδήποτε τίμημα.
Είναι για πάρτι του και άκακος, σε ένα ρόλο παθητικό και ρηχό, όπου τον διακατέχει μια ψυχραιμία που ώρες ώρες μοιάζει με φόβο αντίδρασης, ίσως γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τις καταστάσεις που ζει.
Η αδερφή του η Κατερίνα -στης οποίας το σπίτι θα αναγκαστεί να μείνει-, είναι τελείως διαφορετική. Σαν να έχει βγει μόλις από κλαμπ στο Μπουρνάζι, διαθέτει ένα νεύρο και ένα τσαμπουκά, χωρίς όμως να καπελώνει τον αδερφό της. Για το ποιόν του αρραβωνιαστικού της το πιθανότερο είναι να έχει πλήρη άγνοια. Όμως τη στιγμή που φαίνεται ελαφρόμυαλη και υποταγμένη, παράλληλα έχει και τα κότσια να αντιδράσει.
Ο Πέτρος, ο αρραβωνιαστικός της Κατερίνας, ένας άρρωστος τύπος -ο οποίος αρχικά είναι πολύ εξυπηρετικός για τις δουλείες του Βαγγέλη-, βγάζει όλη τη τοξική αρρενωπότητα, τον σεξισμό, τη βιαιότητα και τα κόμπλεξ του εκεί που τον παίρνει, δηλαδή στα δύο αδέρφια και σε ηλικιωμένους προσπαθώντας να τους κλέψει μικροποσά. Στην ουσία, είναι ένα θρασύδειλο άτομο και ο μόνος τρόπος για να επιβιώσει είναι να ζει σαν… παράσιτο στη ζωή μιας γυναίκας, παρανομώντας, με τη βοήθεια του πατέρα του.
Οι τρεις τους αναγκάζονται να μείνουν στο ίδιο σπίτι για λίγο χρονικό διάστημα. Τόσο, ώστε να είναι αρκετό για να διαλυθούν όλα.
Το πραγματικό του όνομα είναι Λευτέρης και τον έχουμε ξαναδεί στη «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς». Το «Φωκίωνας Μπόγρης», αποτελεί ψευδώνυμο, και συγκεκριμένα πρόκειται για ένα αστείο που έκαναν με τους φίλους του, όπως αναφέρει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο «news247».
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το ότι η ταινία «Το Πρόστιμο» είναι υποψήφια για δύο βραβεία ΙΡΙΣ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (Καλύτερης Μεγάλου Μήκους Ταινίας Mυθοπλασίας και Β’ Ανδρικού Ρόλου για τον Στάθη Σταμουλακάτο, ο οποίος έχει τον ρόλο του «Πέτρου»).
Μέσω της συνέντευξής του, ο σκηνοθέτης, κατά τη δική του οπτική, εξηγεί, πως ένα βαποράκι ίσως και να μην αποτελεί περιθώριο, εξαρτάται όμως την περιοχή που έχει μεγαλώσει ο καθένας, συνεπώς και τα βιώματα που έχει αποκτήσει.
«Αν κάποιος δεν έχει φύγει ποτέ από την όμορφη και ακριβή περιοχή που κατοικεί, μπορεί να του φανεί περιθώριο ένας μικροντίλερ του Αγίου Δημητρίου» λέει ο Μπόγρης. «Αν θες τη γνώμη μου, δεν είναι περιθώριο. Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος, πολύ περισσότερος απ’ όσο νομίζουμε, που είναι κάπως έτσι».
«Όταν ξεκινήσαμε να γράφουμε «Το Πρόστιμο», απλά θέλαμε να κάνουμε ταινία την ιστορία ενός τύπου που γνωρίζαμε. Δεν σκεφτήκαμε ότι η ταινία θα άρεσε σε συγκεκριμένη μερίδα του κόσμου. Σίγουρα με ενδιαφέρει ο σινεφίλ κόσμος στην Ελλάδα. Αυτός ο κόσμος όμως δεν είναι πάρα πολύς. Οπότε θα σου έλεγα ότι με ενδιαφέρει περισσότερο η ταινία να μιλήσει στον απλό κόσμο που αράζει σε πάρκα και πλατείες. Θέλω αυτός ο κόσμος να δει την ταινία. Να δει τον πολύπλευρο χαρακτήρα του “Βαγγέλη”, που έχει άλλη συμπεριφορά με την τρανς φίλη του, άλλη με την αδερφή του, άλλη με τους πελάτες του, άλλη με την κοπέλα που έχει γνωρίσει online, άλλη με τον ‘αληθινό Σταμουλακάτο».
Όσο για το γιατί αξίζει να δείτε τη συγκεκριμένη ταινία, ο πρωταγωνιστής Βαγγέλης Ευαγγελινός δίνει την απάντηση μέσω συνέντευξής του στην εφημερίδα «Καθημερινή»: Γιατί είναι αληθινή και τέτοιες ταινίες σπανίζουν στο ελληνικό σινεμά.
«Πιστεύω πως το σπουδαιότερο χαρακτηριστικό της ταινίας είναι ότι λέει την αλήθεια, κι εμένα προσωπικά μου λείπουν τέτοια φιλμ από το ελληνικό σινεμά. Για να υπηρετήσει βέβαια κανείς ένα τέτοιο σινεμά ως ηθοποιός, πρέπει να έχει και κάποιες εμπειρίες, να έχει επαφή με τον κόσμο έξω, όχι να είναι μεγαλωμένος σε γυάλα», λέει χαρακτηριστικά.