Το 1987 η Ελευθερία Αρβανιτάκη τραγουδά το “Ερωτικό”, ένα από τα πιο όμορφα ερωτικά τραγούδια που έχουν γραφτεί ποτέ στην ελληνική δισκογραφία και συγκινεί με την εκπληκτική ερμηνεία της.Το τραγούδι πέραν της δυνατής απόδοσης από την τραγουδοποιό ξεχωρίζει για τους υπέροχους τρυφερούς αλλά και μελαγχολικούς του στίχους γραμμένους από τον ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.
Η ιστορία του ποιήματος που έκανε τραγούδι ο Νίκος Ξυδάκης όμως μας μεταφέρει πίσω στο 1928
Η αναζήτηση του έρωτα, του φιλιού εκείνου του μοναδικού, που μπορεί να μας αλλάξει τη ζωή… τι μπορεί να ζητήσει κανείς περισσότερο από το ερωτικό φιλί, που σηματοδοτεί την αρχή του έρωτα και του πάθους στη ζωή μας;
Το μυστικό που κρύβεται στους στίχους
Το “Ερωτικό”, εκτός από ένα πολύ ερωτικό τραγούδι, είναι και ένα μήνυμα του ποιητή προς τον έρωτα της ζωής του. Το μυστικό αποκαλύφθηκε λίγα χρόνια μετά την συγγραφή των στίχων. Αν διαβάσει κανείς την ακροστιχοιδα, διαβάζοντας το πρώτο γράμμα κάθε δυο στίχων (γραμμένα εδώ με κεφαλαία) μπορεί να δει το όνομα του ανθρώπου που ενέπνευσε το Λαπαθιώτη να γράψει το τραγούδι αυτό.
Καημός αλήθεια να περνώ του έρωτα πάλι το στενό. Ώσπου να πέσει η σκοτεινιά μια μέρα του θανάτου.
Στενό βαθύ και θλιβερό που θα θυμάμαι για καιρό. Τι μου στοιχίζει στην καρδιά το ξαναπέρασμά του.
Ας είν’ ωστόσο, τι ωφελεί γυρεύω πάντα το φιλί. Στερνό φιλί, πρώτο φιλί και με λαχτάρα πόση.
Γυρεύω πάντα το φιλί αχ, καρδιά μου που μου το ‘τάξανε πολλοί. Κι όμως δε μπόρεσε κανείς ποτέ να μου το δώσει.
Ίσως μια μέρα όταν χαθώ γυρνώντας πάλι στο βυθό. Και με τη νύχτα μυστικά γίνουμε πάλι ταίρι
Αυτό το ανεύρετο φιλί που το λαχτάρησα πολύ. Σαν μια παλιά της οφειλή να μου το ξαναφέρει.
Ερωτικά απογοητευμένος και θλιμμένος ο μεγάλος ποιητής του Μεσοπολέμου, συνέθεσε αυτό το γεμάτο ευαισθησία ποίημα για τον αγαπημένο του Κώστα Γκίκα.
Πολυσυζητημένος, ο Λαπαθιώτης, – όχι τόσο για το αριστουργηματικό έργο του, όπως θα έπρεπε – αλλά γιατί με τη ζωή του προκάλεσε τη συντηρητική κοινωνία της εποχής κι ας ήταν πάντα διακριτικός, κλεισμένος στον εαυτό του και συγκρατημένος, μέχρι τη στιγμή της αυτοκτονίας του, το 1944.
Ήταν ωστόσο αδιανόητο για την υποκριτική μεσοπολεμική Αθήνα, να δεχθεί έναν λογοτέχνη που συγκέντρωνε στο πρόσωπό του όλα όσα ήταν απαγορευμένα δια ροπάλου: Ήταν άθεος, κομμουνιστής, ομοφυλόφιλος και ναρκομανής.