Ο Θάνος Λειβαδίτης ήταν ένας αγαπημένος και ταλαντούχος ηθοποιός του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, της τηλεόρασης και του θεάτρου, ο οποίος ταυτίστηκε με τους αστυνομικούς του ρόλους.
Όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 η τηλεόραση πήρε τη φθίνουσα πορεία της και οι σειρές δεν είχαν πια την αίγλη των παλιότερων σίριαλ του 1970, ένας και μόνο ένας ηθοποιός θα κατάφερνε να επιπλεύσει μέσα στην προχειρότητα και τη μετριότητα και να φιγουράρει στις πρώτες θέσεις της τηλεθέασης.
Κι αυτό γιατί τα τηλεοπτικά προϊόντα που έγραφε και πρωταγωνιστούσε κρατούσαν το κοινό με κομμένη την ανάσα, ως μετρ του σασπένς και της αγωνίας καθώς ήταν.
Ο λόγος φυσικά για τον σημαντικό μας ηθοποιό Θάνο Λειβαδίτη, που με κινητήριο μοχλό τις θρυλικές αστυνομικές σειρές του μετατράπηκε σε ένα από τα δημοφιλέστερα πρόσωπα της ελληνικής showbiz, κάνοντας τους πάντες να καρδιοχτυπούν για την επόμενη δουλειά του.
Η τεράστια επιτυχία των «Ιερόσυλων» τη σεζόν του 1983 θα επαναληφθεί το 1986, όταν στις 30 Νοεμβρίου θα κάνει πρεμιέρα στην ΕΡΤ-2 η νέα του δουλειά «Βεντέτα», διάρκειας 13 επεισοδίων. Ήταν η τρίτη και τελευταία «Μαρτελιάδα» (μετά τους «Αξιόπιστους» και τους «Ιερόσυλους»), καθώς ο σεναριογράφος και πρωταγωνιστής Λειβαδίτης υποδύεται και πάλι τον ακούραστο δημοσιογράφο Άρη Μαρτέλη που προσπαθεί να εξιχνιάσει σκοτεινές υποθέσεις.
Ταυτισμένος απολύτως με τον ρόλο του δημοσιογράφου-λαγωνικού Άρη Μαρτέλη από τις τρεις ξακουστές σειρές της «τριλογίας Μαρτέλη», ο Λειβαδίτης έκανε άλλοτε το ελληνικό κοινό να γελά, να κλαίει, να μελαγχολεί και να προβληματίζεται, σκαρώνοντας μια πληθώρα από τα δημοφιλέστερα σίριαλ που προβλήθηκαν ποτέ στην ελληνική τηλεόραση.
Οι παλιότεροι θυμούνταν με νοσταλγία τον πρωταγωνιστή μας από τη Λαμία, που πριν γίνει μεγάλος ηθοποιός ήταν ζωγράφος και μαθητής μάλιστα του Μόραλη! Αφού σπούδασε υποκριτική και πέρασε από το Εθνικό Θέατρο, ο Λειβαδίτης θα γινόταν αναπόσπαστο μέλος του για 11 συναπτά χρόνια παίζοντας τα πάντα, από αρχαία τραγωδία μέχρι και κλασικό θέατρο.
Κατόπιν πρωταγωνίστησε σε πάμπολλα μελοδράματα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, τα οποία έγραφε κιόλας και ερμήνευε στο πλευρό συνήθως της καλλιτεχνικής παρτενέρ αλλά και συντρόφου του στη ζωή Μέμας Σταθοπούλου. Αφού έπαιξε λοιπόν στα φιλμ «Φτωχόπαιδο», «Κάθε ναυάγιο και μια κόλαση», «Έγκλημα στο Καβούρι», «O τρελός της πλατείας Αγάμων», «Φουκαράδες και λεφτάδες» κ.ά., ήταν τώρα στιγμή για τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, που θα τις γνώριζε στους μικρούς μας δέκτες.
Οι εφτά αστυνομικές σειρές που έγραψε και πρωταγωνίστησε τον αποθέωσαν στις συνειδήσεις του ελληνικού κοινού και όσοι παρακολούθησαν τα δικαστικά αυτά δράματα τα θυμούνται ακόμα με νοσταλγία, καθώς απλώθηκαν σε δύο δεκαετίες (1974-1994): οι «Δίκαιοι», οι «Αξιόπιστοι», οι «Ιερόσυλοι», η «Βεντέτα», η «Έκτη εντολή», η «Δίκη» και η «Οργή των θεών».
Ο θρυλικός δικηγόρος Άγγελος Καρνέζης των «Δικαίων» και ο εξίσου μυθικός Άρης Μαρτέλης της τηλεοπτικής τριλογίας ήταν πάντα ένας αξιόλογος ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου αλλά και της τηλεόρασης που πάλευε εντός οθόνης με τον υπόκοσμο και το έγκλημα, βάζοντας σε πρώτο πλάνο τη δικαιοσύνη και την ηθογραφία…
Ο Θάνος Λειβαδίτης γεννιέται το 1934 στη Λαμία, με την τέχνη να ρέει κυριολεκτικά στις φλέβες του, καθώς ήταν γιος του γνωστού ηθοποιού Αλέκου Λειβαδίτη και ανιψιός του ποιητή μας Τάσου Λειβαδίτη. Η πορεία του στον χώρο της τέχνης έμοιαζε έτσι προδιαγεγραμμένη, καθώς τόσο οι οικογενειακές καταβολές όσο και ο ευαίσθητος ψυχισμός του, τον ωθούσαν να στραφεί στην καλλιτεχνική έκφραση.
Κι έτσι ολοκληρώνοντας τις σχολικές υποχρεώσεις στη Λαμία, θα κατέβει αμέσως στην Αθήνα για να σπουδάσει ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών, έχοντας δάσκαλο τον ίδιο τον Γιάννη Μόραλη. Αφού μαθήτευσε και στο εργαστήρι του μεγάλου μας ζωγράφου, ο Λειβαδίτης ερωτεύτηκε τώρα παράφορα την υποκριτική και θέλησε να χαράξει άλλο δρόμο στη ζωή.
Βρίσκεται έτσι στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, την οποία ολοκληρώνει με επαίνους το 1959, έτοιμος να εισβάλει ως ζεν πρεμιέ στο νεοελληνικό θέατρο…
Την ίδια χρονιά που αποφοιτεί από τη δραματική σχολή κάνει το ντεμπούτο το στο σανίδι, παίρνοντας μέρος στον «Φιλάργυρο» του Μολιέρου που ανέβαζε το Εθνικό. Ο νέος ζεν πρεμιέ της πρώτης ελληνικής σκηνής θα παραμείνει στο Εθνικό Θέατρο μέχρι και τη σεζόν του 1972, παίζοντας δίπλα σε τιτάνες του ελληνικού σανιδιού, από την Κατίνα Παξινού και τον Αλέξη Μινωτή μέχρι την Κυβέλη, τον Χορν και τη Συνοδινού.
Αφού έπαιξε αρχαία τραγωδία («Αντιγόνη», «Οιδίποδα Τύραννο», «Φοίνισσες» και «Φιλοκτήτη», μεταξύ άλλων) και σεξπιρικό δράμα («Μάκβεθ»), ο Λειβαδίτης καθιερώνεται ως σοβαρός θεατρικός ηθοποιός και γράφει τις πρώτες του επιτυχίες, συμμετέχοντας ακόμα και σε διεθνή θεατρικά φεστιβάλ της οικουμένης (όπως στο Παρίσι το 1962 και το Λονδίνο το 1966).
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Λειβαδίτη θα ξεκινήσει πριν ακόμα αποφοιτήσει από τη δραματική σχολή, καθώς το 1958 θα παίξει στην ταινία «Τέσσερις νύφες κι ένας γαμπρός». Ακολουθούν σωρεία μελοδραμάτων, στα οποία ο Λειβαδίτης υπογράφει συνήθως το σενάριο, την ίδια ώρα που διατηρεί στο συρτάρι του πολλά ακόμα έτοιμα και ημιτελή σενάρια.
Η κινηματογραφική του πορεία θα μετρήσει 24 ταινίες και 30 σενάρια, από τα οποία θα ξεπηδήσει ένας αναγνωρίσιμος και καθιερωμένος πρωταγωνιστής του εμπορικού μας σινεμά. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλμ «Η καρδιά της μάνας» (1963), «Καρδιές στην καταιγίδα» (1963), «Θα ζήσω για σένα» (1965), «Ο νικητής» (1965), «Το φτωχόπαιδο» (1965), «Ο μεγάλος όρκος» (1965), «Αφήστε με να ζήσω» (1965), «Το κορίτσι της οργής» (1967), «Δάκρυα οργής» (1967), «Ζήσε για την αγάπη μας» (1968), «Μεγάλες αγάπες» (1968), «Η θυσία μιας γυναίκας» (1969), «Κάθε ναυάγιο και μια κόλαση» (1971), «Στη θύελλα της μεγάλης αγάπης» (1972) κ.ά.
Με τη μόνιμη παρτενέρ του Μέμα Σταθοπούλου να τον πλαισιώνει διαρκώς, ο Λειβαδίτης έγινε δημοφιλής στο πανελλήνιο με τους δακρύβρεχτους ρόλους του στα ασπρόμαυρα κοινωνικά και τα μελοδράματα που έγραφε, όπου ως φτωχός πλην τίμιος φοιτητής προσπαθούσε να σπάσει τα δεσμά της ταπεινής του καταγωγής και να ανέλθει κοινωνικά, κερδίζοντας και το συνήθως πλούσιο κορίτσι για το οποίο καρδιοχτυπούσε.
Την αποθέωση θα τη γνώριζε όμως ο Λειβαδίτης μέσα από την τηλεοπτική συχνότητα, όταν αρχής γενομένης από το 1974 θα γράψει το δικό του χρυσό κεφάλαιο στην ιστορία των ελληνικών σίριαλ! Το φτωχόπαιδο και ο δουλευταράς του πανιού μετατράπηκε σε δαιμόνιο δικηγόρο και ερευνητή δημοσιογράφο στους τηλεοπτικούς δέκτες, αναζητώντας τώρα την αλήθεια και τιμωρώντας το έγκλημα.
Η καριέρα του Λειβαδίτη εκτοξεύτηκε στην τηλεόραση πρωταγωνιστώντας σε εφτά σειρές που είναι σήμερα κλασικές. Όλα ξεκίνησαν το 1974, όταν πρωτοπροβλήθηκαν οι «Δίκαιοι» στην ΥΕΝΕΔ, μια σειρά που κράτησε τρία χρόνια και τον έστεψε μεγάλο πρωταγωνιστή της μικρής οθόνης! Είμαστε εξάλλου στα νηπιακά χρόνια της ελληνικής τηλεόρασης και το πείραμα του Λειβαδίτη να γράψει μια αστυνομική-δικαστική σειρά δικαιώθηκε απόλυτα, αν και σχετικά ανέλπιστα.
Η πρώτη του τηλεοπτική απόπειρα λατρεύτηκε από το κοινό, το οποίο παρακολουθούσε με αμείωτη ένταση τους «Δικαίους» από το Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 1974, όταν προβλήθηκε το πρώτο επεισόδιο στην ΥΕΝΕΔ, μέχρι τις 26 Ιουνίου 1976, όταν ολοκληρώθηκε έπειτα από 125 επεισόδια διάρκειας 45 λεπτών. Η επιτυχία του ασυμβίβαστου δικηγόρου και φανατικού μαχητή της αλήθειας Άγγελου Καρνέζη ακολουθούσε πια κατά πόδας τον Λειβαδίτη, τον οποίο ο κόσμος σταματούσε πια στον δρόμο ζητώντας του νομικές συμβουλές! Η παρθενική αυτή επιτυχία λειτούργησε φυσικά ως προάγγελος όσων θα ακολουθούσαν στη δεκαετία του 1980, με κορωνίδα τους θρυλικούς «Ιερόσυλους» το 1983.
Ο Λειβαδίτης ξαναχτύπησε στους τηλεοπτικούς δέκτες έξι χρόνια μετά το τέλος των «Δικαίων», όταν στις 21 Απριλίου 1982 ξεκίνησαν να προβάλλονται από τη συχνότητα της ΥΕΝΕΔ οι «Αξιόπιστοι», η δυναμική επιστροφή του Λειβαδίτη στα τηλεοπτικά πράγματα. Η αστυνομική σειρά μέτρησε 13 επεισόδια και σύστησε στο ελληνικό κοινό τον επίσης μαχητικότατο δημοσιογράφο Άρη Μαρτέλη, ο οποίος αναζητά την αλήθεια θέτοντας ακόμα και τη ζωή του σε κίνδυνο.
Ο Μαρτέλης θα σφραγίσει την τηλεοπτική παρουσία του Λειβαδίτη και θα απλωθεί πάνω στα επόμενα δύο σίριαλ με τον ίδιο ήρωα (τους θρυλικούς «Ιερόσυλους» και τη «Βεντέτα»).
Η μεγάλη του στιγμή θα έρθει το 1983, όταν ο Άρης Μαρτέλης θα γνωρίσει νέες περιπέτειες στους «Ιερόσυλους» και ο Λειβαδίτης θα κάνει τα κοντέρ της τηλεθέασης να αγγίξουν κόκκινο! Το θρυλικό σίριαλ πρωτοπροβάλλεται την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 1983 από την ΕΡΤ-2 και περνά δικαιωματικά στο πάνθεο των κορυφαίων στιγμών της εγχώριας τηλεόρασης.
Ο Λειβαδίτης υπογράφει ξανά το σενάριο και ενσαρκώνει πάλι τον ασυμβίβαστο ρεπόρτερ του σε 19 επεισόδια, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να γράψει καταπληκτικά αστυνομικά γεμάτα σασπένς και μυστήριο. Η κορυφαία ίσως ελληνική τηλεοπτική σειρά της δεκαετίας του ’80 θα τον στείλει στον θρόνο της προτίμησης του κοινού, καθώς το καθήλωνε όπως μόνο εκείνος ήξερε. Για τους «Ιερόσυλους» τιμήθηκε με το Κορφιάτικο Βραβείο Σεναρίου το 1984.
Ο Άρης Μαρτέλης θα εμφανιστεί για τρίτη και τελευταία σειρά στη «Βεντέτα» (που ντεμπούταρε στις 30 Νοεμβρίου 1986 και πάλι από την ΕΡΤ-2), τρία χρόνια μετά τον θρίαμβο των «Ιερόσυλων». Τα 13 επεισόδια της «Βεντέτας» θα ολοκληρώσουν την «τριλογία του Μαρτέλη» και θα αφήσουν τον Λειβαδίτη απόλυτο πρωταγωνιστή της μικρής οθόνης.
Οι τηλεοπτικές επιτυχίες του Λειβαδίτη στη μικρή οθόνη συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση, καθώς το 1989 θα έρθει «Η Έκτη Εντολή», το 1991 «Η Δίκη» και το 1994 «Η Οργή των Θεών», που ολοκλήρωσε ιδανικά τις τηλεοπτικές δάφνες του σεναριογράφου και ηθοποιού Θάνου Λειβαδίτη.
Άνθρωπος απλός και σεμνός, πολλοί τον θυμούνται με την ντουντούκα και το λευκό του Celica να οργώνει την επαρχία ως ντελάλης των παραστάσεών του ανά την ελληνική επικράτεια! Γι’ αυτό και καταχειροκροτούνταν πάντα στο τέλος των θεατρικών του, γιατί ήταν ένας γνήσιος και αυθεντικός άνθρωπος και ως τέτοιον τον αγαπούσε και τον σεβόταν ο απλός λαός. Για την προσωπική του ζωή δεν είναι και πολλά γνωστά, ξέρουμε πάντως ότι πέρασε στο πλευρό της αξέχαστης Μέμας Σταθοπούλου μπόλικα χρόνια.
Ο Θάνος Λειβαδίτης έφυγε από τη ζωή την 1η Σεπτεμβρίου 2005, στα 71 του χρόνια, έπειτα από σύντομη μάχη με μια βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού. Ο ταπεινός αυτός εργάτης της τέχνης ενταφιάστηκε στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας, δίπλα στον θείο του, ποιητή Τάσο Λειβαδίτη. Το ελληνικό κοινό έχασε ένα από τα πρώτα τηλεοπτικά είδωλά του, αλλά και έναν ακάματο και σεμνό εργάτη της τέχνης…