Σπεράντζα Βρανά, στη βιογραφία της “Τολμώ” από τις εκδόσεις “Εξάντας” δεν θα μπορούσε να μην αναφερθεί και στη σχέση που είχε με τον ηθοποιό Κώστα Βουτσά.
Στα παρασκήνια του θεάτρου Ακροπόλ, το 1959, η πληθωρική Σπεράντζα Βρανά γνώρισε τον Κώστα Βουτσά. Η γνωριμία τους εξελίχθηκε σε μια έντονη σχέση γεμάτη ζήλιες, απιστίες, καβγάδες, χωρισμούς και επανασυνδέσεις.
Η Σπεράντζα δεν ήταν ερωτευμένη μαζί του εξαρχής. Όπως παραδέχεται στη βιογραφία της. Έκανε σχέση μαζί του με στόχο να εκδικηθεί την ηθοποιό Στέλλα Στρατηγού. Την επίσημη σχέση του Κώστα Βουτσά, επειδή είχε υποψίες ότι φλέρταρε τον πρώην της.
Οι δύο ηθοποιοί διατηρούσαν παράνομη σχέση. Όταν όμως έγινε γνωστό ο Βουτσάς πήγε και είπε στην Βρανά: «Διάλεξε. Ή αύριο παντρευόμαστε και πάω και καθαρίζω απ’ έξω που περιμένει η Στέλλα ή στο τέλος της πρόβας, πάμε στο Περιστέρι και λες στην Στέλλα πως δεν έχουμε τίποτα και λάθος της είπαν». Η Σπεράντζα αρνήθηκε να τον παντρευτεί, αλλά ο Κώστας Βουτσάς χώρισε με την Στρατηγού για να μείνει με εκείνη.
Η Σπεράντζα Βρανά τότε πίστευε ότι ο Κώστας Βουτσάς έμενε μαζί της για να γίνει και αυτός διάσημος. Μιας και τότε έκανε τα πρώτα του βήματα. «Ήταν και είναι πολύ φιλόδοξο παιδί, κι ήθελε ν’ ακούγεται – γιατί μη μου πεις ότι δεν έπαιξε ρόλο ότι ήμουν η Σπεράντζα Βρανά που είχα φίρμα και σου λέει ο Κωστάκης γιατί να μην τα έχω με την Βρανά, που και θέση καλύτερη έχει στο θέατρο και μπορώ ν’ ακουστώ δίπλα της».
Συνεχίζοντας ηθοποιός πρόσθεσε «Τρομερά φιλόδοξος, μεγαλομανής, αριβίστας. Ήξερε να ελίσσεται. Χρησιμοποιούσε όλα τα κόλπα για να πετύχει τους σκοπούς του. Καλοπερασάκιας. Στην αρχή μου ‘κανε τον πολύ ερωτευμένο, έκανε ό,τι μπορούσε για να με ευχαριστήσει.
Μ’ αγόραζε δίσκους με λατινοαμερικάνικους ρυθμούς, με φωνητικά συγκροτήματα που ήξερε ότι μου άρεσαν. Ήταν πολύ κωμικός και εγώ ξεκαρδιζόμουν σαν μαλάκας. Αν μ’ αγάπησε ο Κώστας, γιατί μ’ αγάπησε, αυτό συνέβη αργότερα».
Ερχόμενοι πιο κοντά οι δύο ηθοποιοί ήρθαν και τα πρώτα καβγαδάκια. Τότε όπως γράφει η ηθοποιός είναι που ξεκίνησαν οι σκηνές ζηλοτυπίας. «Γιατί κάθεσαι στο καμαρίνι με την ρόμπα ανοιχτή και φαίνεται το πόδι σου; Καβγάς. Γιατί σου μίλησε ο τάδε συνάδελφος; Καβγάς. Φυσικά αυτά τα μικροκαβγάδακια είχαν σαν αποτέλεσμα να την βρίσκουμε πιο ωραία ερωτικά και πρέπει να ομολογήσω πως ο Κώστας ήταν τέλειος σαν εραστής, τρυφερός, γλυκός και καλοσυνάτος».
Η Σπεράντζα, παρά τις διαφορές τους, πραγματικά πίστευε στο ταλέντο του και ήταν σίγουρη πως σιγά σιγά θα κατάφερνε να γίνει σπουδαίος ηθοποιός. Γράφει στη βιογραφία της: «Όσο τέλειος ήταν στο κεφάλαιο του έρωτα, τόσο κακός, πικρός και φοβερός ήταν στο κεφάλαιο «δουλειά». Ήθελε να γίνει πρώτος. Μην βιάζεσαι, βρε Κώστα, του’ λεγα, ακόμα νέος είσαι στο επάγγελμα, σιγά- σιγά θα γίνεις πρώτος γιατί έχεις ταλέντο. Εκείνος θύμωνε και μια μέρα είχε φτάσει να μου πει: Να φύγετε εσείς οι παλιοί, να βγούμε εμείς οι νέοι».
Ωστόσο ο Κώστας Βουτσάς ήταν πραγματικά ερωτευμένος μαζί της. Προσπαθούσε για μια αρμονική σχέση. Ό,τι λεφτά έβγαζε τα έδινε στην Σπεράντζα για το σπίτι.
Η Βρανά περιγράφει ένα ακόμη επεισόδιο: «Ο Κώστας γύριζε τότε τον «Κατήφορο» και ήθελε να πηγαίνω κι εγώ στο γύρισμα. Κανά δυο φορές με τσάντισε, γιατί σαν να προσπαθούσε να μου δείξει ότι η Λάσκαρη τον ήθελε. Θύμωσα και την άλλη μέρα δεν πήγα στο γύρισμα. Βγήκα με τον Βουτσαρά, τον τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού, πήγαμε στην Βάρκιζα και φάγαμε. Γύρισα στο σπίτι κατά τις πέντε, ο Κώστας είχε γυρίσει, δεν με βρήκε και είχε αφρίσει. Ήταν ο πρώτος μεγάλος μας καβγάς και έπεσε ξύλο, πολύ ξύλο. Και τα ξαναφτιάξαμε όπως ήταν φυσικό στο κρεβάτι».
Την άνοιξη του ΄61 αρραβωνιάστηκαν. Η επισφράγιση, όμως, της σχέσης τους δεν ήταν αρκετή για να σταματήσουν οι τσακωμοί. Ο Βουτσάς έλαβε ανώνυμο γράμμα που έλεγε ότι η Σπεράντζα τον απατάει. Η εμπιστοσύνη του κλονίστηκε ακόμα περισσότερο.
Κάποια μέρα, η Βρανά τον επισκέφθηκε στο θέατρο «Βέμπο» όπου έπαιζε και είδε την ηθοποιό Άννα Μαντζουράνη να κάθεται στα πόδια του. Για να τον εκδικηθεί βγήκε με κάποιον άλλο ραντεβού.
Η Βρανά εξομολογείται στη βιογραφία της: «Ναι τέτοιος κωλοχαρακτήρας ήμουν, όσο μου ήταν εντάξει ο Κώστας του καθόμουνα και εγώ εντάξει. Μόλις έκανε ότι μου κουνιόταν, αμέσως πήγαινα με τον πρώτο που έβρισκα μπροστά μου και τον κεράτωνα, από αντίδραση».
Το περιστατικό αυτό ήταν η αρχή του τέλους της σχέσης τους. Η Σπεράντζα πήγε στο Παρίσι για να ηρεμήσει. Ήταν αποφασισμένη να τον χωρίσει.
Την έπαιρνε συνέχεια τηλέφωνα για να την μεταπείσει, αλλά εκείνη δεν άλλαζε γνώμη. Όταν η Βρανά γύρισε στην Ελλάδα, ο Βουτσάς πήγε στο σπίτι της μεθυσμένος και την παρακαλούσε να τα ξαναβρούν. Εκείνη δέχτηκε και λίγο αργότερα αποφάσισαν να παντρευτούν.
Ο Βουτσάς ήθελε η γυναίκα του να μένει στο σπίτι και να φροντίζει το νοικοκυριό. Της έλεγε: «Μην ξεχνάς πως όταν παντρευτούμε, θα φύγεις απ’ το θέατρο. Δεν μπορώ εγώ να ‘χω τη γυναίκα μου στη σκηνή και να σου βλέπουν τα πόδια και να μαλακίζονται».
Η Σπεράντζα όμως δεν μπορούσε να αφήσει το θέατρο και έτσι η σχέση τους που διήρκεσε 4,5 χρόνια, τελείωσε οριστικά.
Λίγο αργότερα, το 1965 η Βρανά δέχτηκε το προσκλητήριο του γάμου του Βουτσά με την ηθοποιό Έρρικα Μπρόγιερ, όμως δεν του κράτησε κακία.
Οι σχέσεις των δυο ηθοποιών έφτιαξαν με τα χρόνια. Η Σπεράντζα είχε βρει πια τον μεγάλο και τελευταίο έρωτά της, τον τραγουδιστή Παύλο Πατάκα.
Μια σχέση θυελλώδης, έντονη, με πολύ έρωτα, καβγάδες και ζήλιες. Αυτή ήταν η σχέση των δύο ηθοποιών του ελληνικού κινηματογράφου, της Σπεράντζας Βρανά και του Κώστα Βουτσά.