Ο Πάνος Σουπιάδης είναι είναι μια φιγούρα κλασική της εποχής της βιντεοκασέτας. Ωστόσο, μετά από τόσα χρόνια και με την αποχή από την υποκριτική σε πρώτη ανάγνωση δεν θυμίζει σε τίποτα την εικόνα της εποχής εκείνης.
Της: Έπη Τρίμη
Ο Σουπιάδης είχε πρωταγωνιστήσει στις cult ταινίες της εποχής «Άγριες πλάκες στα θρανία», «Γρανίτα από μελάνι», «Ο Νταβατζής με τα ριγέ», «Φαντάροι για κλάματα», «Μπορούμε και κάτω από τα θρανία», «Το παίζω και πολύ άντρας», «Πόντιος και Σαλονικός», «Λόρδαν ο βάρβαρος», «Το βλήμα που δαγκώνει».
Πλέον στα 60 του χρόνια έχει αποτραβηχτεί από τα φώτα της δημοσιότητας ζώντας στον Αμπελώνα. Στην πορεία απέκτησε κι ένα γιο, τον Γιώργο ενώ στη Λάρισα ασχολείται με το θέατρο.Συγκεκριμένα, ο γνωστός ηθοποιός έχει αφοσιωθεί στο θέατρο, το οποίο αγαπά πάρα πολύ, γράφοντας, σκηνοθετώντας και ανεβάζοντας παιδικές παραστάσεις.
Ο Παναγιώτης Σουπιάδης είδε το φως της ζωής το 1959 στην Ξάνθη, όμως αρκετά μικρός χάνει τον πατέρα του. Τα οικονομικά προβλήματα τον φέρνουν παιδί μαζί με τη μητέρα του στην Αθήνα, προκειμένου να βρουν τα πατήματά τους και να ορθοποδήσουν.
Ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν ήταν καλός μαθητής. Έτσι από μικρός δούλεψε ως σερβιτόρος. Εκείνη την εποχή όπως ο δηλώνει η Σμαράγδα Σμυρναίου του πρότεινε να του δώσει ένα κείμενο και να πάει σε έναν σκηνοθέτη προκειμένου να τον γνωρίσει. Ο πρώτος, λοιπόν, ρόλος ήταν ενός μικρού κλεφτράκου από ένα αναμορφωτήριο και το εγχείρημα λεγόταν «Τα αγρίμια». Συγκεκριμένα αναφέρει ο Παναγιώτης Σουπιάδης:«Πήγα στην οντισιόν με Καϊλα, Καλατζόπουλο και άλλους, αλλά πέρασα εγώ».
Δούλεψε με τον Νίκο Ξανθόπουλο με το «καλημέρα». Παίρνει τα πρώτα χρήματα και αγοράζει μηχανάκι. Στον δρόμο ο κόσμος τον φώναζε «Γαβρίλο» για πολλά χρόνια όπως στον ρόλο του.
Εν συνεχεία άρχισε να κάνα παιδικές παραστάσεις. Εκεί είναι που τον εντοπίζει ο ηθοποιός Λευτέρης Λουκατζής και του προτείνει τις εξετάσει για το Εθνικό. Του κάνει μάθημα με μονόλογους του Σαίξπηρ και τα πάει περίφημα. Περνάει και από τη σχολή του Γρηγόρη Μασαλά. Παράλληλα κάνει τον ηχολήπτη, τον βοηθό, τον τεχνικό, τον ηλεκτρολόγο, τον οδηγό σε μεγάλους θιάσου με Παπαγιαννόπουλο, Ανδριανό και άλλους. «Τότε κάναμε 300 μεροκάματα. Δεν είχαμε ρεπό τότε και γκρινιάζαμε. Τώρα γκρινιάζουμε γιατί δεν έχουμε μεροκάματα».
Επιστρέφοντας από τον στρατό, τα πρωινά μοιράζει φυλλάδια και το απόγευμα παίζει στο θέατρο. Το 1985 αποφασίζει να κάνει μια δική του παιδική παράσταση. Την ημέρα της πρεμιέρας τον πλησιάζει ένας γνωστός του και του μιλάει για ταινίες. Εκείνος αρνιόταν μα ο φίλος του επέμενε.
«Τελικά πήγα 4 Δευτέρες και γυρίζουμε «Τα σαγόνια της Εφορίας» ή αργότερα «Οι κομπιναδόροι» όπως λεγόταν. Η ταινία τα σπάει και μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα γίνεται χαμός. Εγώ άρχισα να ονειρεύομαι».
Μέσα σε λίγα χρόνια έκανα 45 ταινίες και βίντεο, 10 θεατρικά παραγωγές. Συνεργάζεται με όλα τα γνωστά ονόματα τότε της ελληνικής “Showbiz”. «Ήμουν με ένα αυτοκίνητο και ένα μαγνητοφωνάκι όλη μέρα για να λέω τι πρέπει να κάνω επειδή δεν μπορούσα να γράφω. Δεν προλάβαινα. Δε με ενδιέφερε ποτέ αν είχα μεγάλο ή μικρό ρόλο. Το μόνο που με ενδιέφερε είναι να έχει το ηθικό στοιχείο μέσα» υπογραμμίζει.
Το 1990 ο Παναγιώτης Σουπιάδηςόπως αναφέρει στην εφημερίδα «Ελευθερία» αποφασίζει πως προτεραιότητά του είναι η δημιουργία οικογένειας. «Είπα δεν θέλω να κάνω τίποτα και έκανα οικογένεια». Αρνήθηκε προτάσεις και αποτραβηγμένος από την πρώτη γραμμή επέλεξε τις παιδικές παιδιά παραστάσεις. Αθόρυβα και χωρίς πολλά χρήματα. Τα οικονομικά προβλήματα όμως τον φέρνουν το 2012 στον Αμπελώνα ως λύση ανάγκης. Και εδώ επέλεξε να συνεργαστεί με κάποια σκηνή αλλά κάποια στιγμή σταμάτησε και μ’ αυτήν. Πηγαινοερχόταν με το ποδήλατο καθημερινά.