Ο ελληνικός κινηματογράφος εκτός από αξέχαστες ταινίες, ανέδειξε πολλούς όμορφους άντρες. Ηθοποιούς που χαρακτηρίστηκαν ως οι ζεν πρεμιέ του παλιού ελληνικού κινηματογράφου.
Ο ελληνικός κινηματογράφος και οι παλιοί του όμορφοι Έλληνες ηθοποιοί΄όλοι συγκεντρωμένοι λίγο πιο κάτω. Μια γενιά Ελλήνων ανδρών ηθοποιών που γνωρίσαμε μέσα από τις απογευματινές προβολές ελληνικών ταινιών και των οποίων τη γοητεία ίσως αργήσαμε να αντιληφθούμε. Διαλέξαμε αυτούς που κάπως ξεχώρισαν από τους υπόλοιπους, για μια σειρά από λόγους που εξηγούμε παρακάτω.
Σπύρος Φωκάς
Γεννημένος το 1937 στην Πάτρα, ο Σπύρος Φωκάς ξεκίνησε την καριέρα του με ρόλους σε μικρές ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές. Ψηλός, μελαχρινός, με πανέμορφα σκούρα μάτια και ‘θεληματικό πιγούνι’. Γοήτευσε αρχικά τις Ελληνίδες και στη συνέχεια τους ξένους κινηματογραφικούς παραγωγούς. Συμμετείχε σε δεκάδες ξένες ταινίες, κυρίως ιταλικές. Σημαντικότερη όλων το ‘Ο Ρόκο και τ’ αδέρφια του’ του Λουκίνο Βισκόντι. Πραγματοποίησε κι ένα μικρό πέρασμα από το Χόλιγουντ. Από το οποίο μας έχει εντυπωθεί στη μνήμη ο ρόλος του στο Rambo III, όπου υποδύθηκε έναν μουσουλμάνο ηγέτη των Αφγανών.
Πολλοί τον είπαν «ο Όμαρ Σαρίφ της Ελλάδας», λόγω της μικρής τους ομοιότητας και της φύσης των ρόλων που έπαιξε στη διάρκεια της καριέρας του. Δείτε ξανά, τη «Στεφανία» του Γιάννη Δαλιανίδη, όπου ο Σπύρος Φωκάς έπαιξε το ρόλο του γιατρού του αναμορφωτηρίου.
Ελληνικός κινηματογράφος και οι ηθοποιοί που ξεχώρισαν
Απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν, ο Φαίδωνας Γεωργίτσης. Εμφανίστηκε πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη το 1960, σε ηλικία 21 ετών, στο «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασσέν.
Τα διαπεραστικά γαλάζια μάτια του, η μεσογειακή γοητεία του προσώπου του και το νευρώδες σώμα του, σε συνδυασμό φυσικά με το ταλέντο του, τον έκαναν γρήγορα πρωταγωνιστή μεγάλων κινηματογραφικών επιτυχιών του Γιάννη Δαλιανίδη. Όπως η ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες», όπου η Λάσκαρη τον έβαλε να ξυρίσει μέχρι και το μουστάκι του. Η ταινία «Μια κυρία στα μπουζούκια», όπου η Μαίρη Χρονοπούλου κόντεψε να τον ‘φάει’ μέσα από τα χέρια της Λάσκαρη. Και η ταινία «Νύχτα γάμου,» όπου η Μπέτυ Αρβανίτη τον ανάγκασε να κοιμηθεί στη μπανιέρα, την πρώτη νύχτα του γάμου τους.
Στο προσκήνιο επανήλθε με την καθημερινή σειρά του Νίκου Φώσκολου «Καλημέρα Ζωή».
Τάκης Χορν
Ο Δημήτρης Χορν ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από τους ζεν πρεμιέ της γενιάς του. Γιος του – αυστριακής καταγωγής – θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν. Καταγόταν από ευκατάστατη αστική οικογένεια που αγαπούσε το θέατρο. Στο οποίο αποφάσισε πολύ νωρίς στη ζωή του ότι ήθελε να αφοσιωθεί.
Αποφοίτησε από τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1940 και μέχρι το τέλος της καριέρας του, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, συμμετείχε σε εκατοντάδες θεατρικές παραστάσεις. Αλλά και στο σινεμά, ερμηνεύοντας ορισμένους από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους ελληνικών ταινιών. Όπως αυτός του ταμία Κλέωνα στο «Μια ζωή την έχουμε» του Γιώργου Τζαβέλλα.
Τα κατάμαυρα σπαστά μαλλιά του και τα λεπτά χαρακτηριστικά του προσώπου του, σε συνδυασμό με το υπόλοιπο φυζίκ του, τού προσέδιδαν μοναδική αρχοντιά. Κι αναδείκνυαν την έμφυτη ευγένειά του.
Ελληνικός Κινηματογράφος : Οι ζεν πρεμιέ
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928. Πολύ νωρίς εγκατέλειψε τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων για ν’ ασχοληθεί με το θέατρο και το σινεμά. Αφορμή ήταν η παρακολούθηση μιας παράστασης του Καρόλου Κουν, στην οποία πρωταγωνιστούσε η Έλλη Λαμπέτη. Έδωσε εξετάσεις στο Βασιλικό Θέατρο, πέρασε πρώτος και επιβεβαίωσε την άποψη που είχε ήδη αποκτήσει γι’ αυτόν ο Τάκης Χορν. Πως επρόκειτο για ένα μεγάλο υποκριτικό ταλέντο. Έκανε το ντεμπούτο του στο σινεμά και το θέατρο το 1949. Μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε εμφανιστεί και σε δεκάδες τηλεοπτικές σειρές.
Τον «Γιούγκερμαν» στην ΥΕΝΕΔ, δυστυχώς, δεν τον προλάβαμε ούτε σε κόπια. Η γενιά μας τον θυμάται από τις ταινίες του. Καθώς και ως τηλεοπτικό «παππού» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη στη σειρά «Να με προσέχεις».
Όμορφος, μελαχρινός με λευκό δέρμα, όχι ιδιαίτερα ψηλός. Αλλά με άλλου είδους ‘εκτόπισμα’, με μοναδική allure, ο Αλέκος Αλεξανδράκης ήταν μάγκας αλλά και κύριος ταυτόχρονα. Κάτι σαν τον ρόλο του κυρίου Σαμιωτάκη στο «Δεσποινίς Διευθυντής».
Άλκης Γιαννακάς
Στην ερώτηση «πού χάθηκε το πάλαι ποτέ ‘Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη’», η απάντηση είναι: πλησίον της εν λόγω οδού. Και συγκεκριμένα στο σπίτι του, στην Πλατεία Αμερικής.
Ο Άλκης Γιαννακάς, ψηλός, εντυπωσιακός, το «κακό παιδί» του ελληνικού σινεμά. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1941 και έκανε μικρή καριέρα στον κινηματογράφο. Αλλά μεγαλύτερη στο θέατρο, το οποίο εγκατέλειψε γύρω στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Μετά αποσύρθηκε στο σπίτι του με τη σύζυγό του.
Το χαμόγελό του, αφοπλιστικό. Το βλέμμα του, διαπεραστικό. Αν εκείνη την εποχή είχε φτάσει με κάποιο τρόπο στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχε κάνει διεθνή καριέρα. Το παρουσιαστικό του ήταν φτιαγμένο από τη στόφα των ανθρώπων που είναι γεννημένοι σταρ. Άσχετα από το τελικό βεληνεκές τους.
Ελληνικός κινηματογράφος : Οι άντρες που έκαναν τη διαφορά
Έντονο βλέμμα, ημίμακρο μαλλί ‘70s, παντελόνι καμπάνα, στενό πουκάμισο και γιλέκο. Αυτός ήταν ο Νίκος Γαλανός του ελληνικού κινηματογράφου. Ποιος έχει ξεχάσει την ταινία «Η αμαρτία της ομορφιάς» (1972) με συμπρωταγωνίστρια τη Μπέττυ Λιβανού; Να εμφανίζονται στο ίδιο πλάνο και να ξεχειλίζει η τηλεόραση από στιλ και ομορφιά.
Γεννήθηκε το 1946 και για πρώτη φορά εμφανίστηκε στο θέατρο με τον θίασο της Τζένης Καρέζη. Πρωταγωνίστησε σε αρκετές ταινίες. Με σημαντικές συμπρωταγωνίστριες, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Μαίρη Χρονοπούλου. Στη συνέχεια εμφανίστηκε σε πολλές τηλεοπτικές σειρές και μέχρι σήμερα ασχολείται ενεργά με το θέατρο.
Ανήκει στην κατηγορία ανδρών που μεγαλώνουν όμορφα και των οποίων η γοητεία διατηρείται ανέγγιχτη με το πέρασμα των χρόνων. Χαμηλών τόνων άνθρωπος, ήταν ίσως ο ησυχότερος ζεν πρεμιέ. Απ’ όλους όσους έχουν περάσει μέχρι σήμερα από τον ελληνικό κινηματογράφο και το θέατρο.
Νίκος Κούρκουλος
Δε χρειάζεται να εξηγηθεί το γιατί ήταν όμορφος και γοητευτικός ο Νίκος Κούρκουλος. Όπως δε χρειάζεται να εξηγηθεί το γιατί ο ήλιος βγαίνει από την ανατολή. Πριν φοιτήσει στο Εθνικό Θέατρο και ξεκινήσει την καριέρα του στην υποκριτική, υπήρξε ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού.
Να σημειωθεί ότι μια από τις μεγαλύτερες προσφορές του στο θέατρο είναι η ίδρυση της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως προέδρου του. Ήταν συγκλονιστικός στο ρόλο του εισαγγελέα στην ταινία «Κατηγορώ τους ανθρώπους» .
Γεννήθηκε στη Λαμία, σπούδασε στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και στα πρώτα χρόνια της καριέρας του εμφανίστηκε σε παραστάσεις – σταθμούς. Όπως ‘Το γλυκό πουλί της νιότης’, στο πλευρό της Μελίνας Μερκούρη. Αρχικά παντρεύτηκε την Ξένια Καλογεροπούλου και με τον κοινό τους θίασο ανέβασαν δεκάδες θεατρικά έργα. Ο δεύτερός του γάμος ήταν με τη Μιμή Ντενίση.
Η κλασική ανδρική ομορφιά του, η έμφυτη ευγένειά του και η βαθιά χαρακτηριστική φωνή του τον έκαναν ακαταμάχητο στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Προφανώς και διατηρεί τη γοητεία του μέχρι σήμερα, ασχολούμενος – πάντα παθιασμένα – με το θέατρο.
Ελληνικός κινηματογράφος : Λάκης Κομνηνός και Γιώργος Φούντας
Λάκης Κομνηνός
Γεννήθηκε το 1944 στην Άγρα της Λέσβου και φοίτησε στις δραματικές σχολές του Π. Κατσέλη και του Κ. Μιχαηλίδη. Οι περισσότεροι τον θυμούνται από την ταινία «Εκείνο το καλοκαίρι», με την Έλενα Ναθαναήλ. Έχει όμως συμμετάσχει σε δεκάδες ακόμα ταινίες, πολλές από τις οποίες είχαν πατριωτικό περιεχόμενο. Σ’ αυτές υποδυόταν συνήθως τον «κακό». Ως καστανόξανθος και αρκετά ψηλός διέθετε τα ιδανικά εξωτερικά χαρακτηριστικά για να παίξει το ρόλο του Γερμανού κατακτητή.
Το «Λάκης» βγαίνει από το «Μιχαήλ». Ο Λάκης Κομνηνός είναι ο ομορφότερος άντρας που έχει περάσει μέχρι σήμερα από τον ελληνικό κινηματογράφο.
Γιώργος Φούντας
Ο Γιώργος Φούντας ήταν από τους πρώτους κινηματογραφικούς αστέρες που ξεχώρισε και έγινε πρότυπο.
Ρολίστας με συμμετοχή σε ταινίες που οι περισσότερες πήγαν σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ (Ζορμπάς, Ποτέ την Κυριακή, Το κορίτσι με τα μαύρα, Νεκρή πολιτεία, και φυσικά η Στέλλα). Ήταν ο ιδανικός συμπρωταγωνιστής δίπλα στην Μελίνα Μερκούρη και σαν άνθρωπος, ήταν το ακριβώς αντίθετο από τους ήρωες που ερμήνευε στο σινεμά. Ο αδρός, γεμάτος ένταση τύπος, όπως έγραφαν οι κριτικοί της εποχής, για πολλές γυναίκες ήταν ο πιο γοητευτικός άντρας στην Ελλάδα.
Ο τρόπος που αγκάλιαζε και φιλούσε τις συμπρωταγωνίστριές του, τον έκανε αυθεντικό σύμβολο του σεξ, όχι ως ζεν πρεμιέ, αλλά ως άντρα λεβέντη με πολλές ευαισθησίες. Αξέχαστη ατάκα: Στέλλα φύγε, κρατάω μαχαίρι.