Ο Νίκος Τσούκας είναι από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου.Τον θυμόμαστε από τον ρόλο του στο πλευρό του Γιάννη Γκιωνάκη στην ταινία “Η ωραία του κουρέα” και από τον ρόλο του αστυνομικού που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να σταματήσει τη βεντέτα ανάμεσα στις δύο πλούσιες οικογένειες της Κρήτης, τους Βροντάκηδες και τους Φουρτουνάκηδες στην ταινία “Η νεράιδα και το παλικάρι”.
Της: Έπη Τρίμη
Να σημειώσουμε δε πως ποτέ του δεν έδωσε αυτόγραφο και ποτέ ο ίδιος δεν ζήτησε σε κανέναν δημοσιογράφο να παραχωρήσει συνέντευξη.
Τα φτωχικά παιδικά χρόνια
«Γεννήθηκα στην Δεσκάτη Γρεβενών και έζησα στη ζωή μου πολύ φτωχικά μιας και γεννήθηκα πριν τον πόλεμο του ΄40. Έζησα τραγικά πράγματα. Ο πατέρας μου ήταν χασάπης. Ζούσαμε με το μεροκάματο του. Ευτυχώς λόγω του πατέρα, τρώγαμε και κανένα κομμάτι κρέας. Οι γείτονές μας δεν είχαν ούτε αυτό.
Εγώ μεγάλωσα χωρίς ρεύμα στο σπίτι μου. Έτσι διάβαζα, με την γκαζόλαμπα. Με δανεικό βιβλίο διαβάζαμε ολόκληρες γειτονιές στο χωριό μου. Και έμαθα γράμματα», είχε εξομολογηθεί ο Νίκος Τσούκας.
Πάντα ήξερα ότι θα γίνω ηθοποιός
«Δεν έχω κάνει καμιά άλλη δουλειά στη ζωή μου. Και έζησα από αυτή τη δουλειά. Μια φορά είχα δει θέατρο σε μπουλούκι στο παζάρι, με πρωταγωνιστή τον Αντώνη Παπαδόπουλο και μαγεύτηκα. Μου σφίνωσε η ιδέα λοιπόν να γίνω ηθοποιός. Και μπαίνω σε ένα φορτηγό με κρεμμύδια και πατάτες και με φέρνει στην Αθήνα. Χωρίς να πάρω, ούτε δυο ρούχα μαζί μου. Και όταν φτάνω στην πρωτεύουσα με άλλα τρία άτομα μέναμε σε μια αυλίτσα όλοι μαζί μέχρι να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας» εξομολογείται ο Νίκος Τσούκας.
Στα 25 του χρόνια έπαιξε στο πλευρό του Μίμη Φωτόπουλου στο θέατρο
Όπως είχε πει σε συνέντευξή του ο Νίκος Τσούκας: «Είχα πάρει σβάρνα , τα θέατρα, αλλά πέρναγα κάθε μέρα από το θέατρο Παπαϊωάννου, γωνία Καποδιστρίου και Πατησίων, όπου μου είχαν πει ότι ίσως υπήρχε κάποιος ρόλος για μένα. Πήγαινα κάθε πρωί πριν τους ηθοποιούς! Ε, τώρα, θες από την επιμονή μου, θες επειδή δεν υπήρχε κάποιος, φτάνει μια μέρα και μου λέει ο Φωτόπουλος να ανέβω να διαβάσω ένα κομμάτι, από έναν ρόλο όπου έπρεπε να υποδυθώ κάποιον 70 χρονών!» Ο Φωτόπουλος ενθουσιάστηκε από την ερμηνεία του και έτσι ξεκίνησε η καριέρα του ως ηθοποιός….
https://youtu.be/DtduEFfStxU
Εγώ έφαγα γλυκό ψωμί από την Αλίκη
«Το 1971 που δούλευα με την Αλίκη έπαιρνα τότε γύρω στις 11.000 δραχμές, εκεί που ο μέσος μισθός ήταν 1.800», είχε πει σε συνέντευξή του. Η τελευταία του συνεργασία με τη Φίνος ήταν το 1971 στην ταινία “Η κόρη του ήλιου”. Έπαιξε σε πολλές βιντεοταινίες και στην τηλεόραση. Σήμερα ζει μια ήσυχη ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ο Δημόπουλος για μένα ήταν ο καλύτερος σκηνοθέτης και ο πιο σπουδαίος. Οι κινηματογραφικές του ιστορίες και τα πλάνα του ήταν πολύ ανώτερα από όλους τους άλλους. Όσες ταινίες έκανα στο Φίνο ήταν του Δημόπουλου. Με είχε δει σε κάποιο θέατρο ο τότε βοηθός του, ο Παντελής Βούλγαρης και με πρότεινε στον Ντίνο και αμέσως μου ζήτησε να παίξω σε όλες. Και μετά η Αλίκη, μου έλεγε: «βρε Τσουκάκι μου θα παίξεις και σε αυτή; Θα παίξεις μαζί μου και στο θέατρο;» Και έτσι με την Αλίκη κάναμε πέντε έξι ταινίες και πολύ θέατρο, αλλά και πολλά ξενύχτια. Εγώ έφαγα γλυκό ψωμί από την Αλίκη. Ήταν φαινόμενο, πως να το κάνουμε». Ο ίδιος είχε επισημαίνει ότι στην ταινία «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» του 1969 με τον «Πίπη» όλες οι σκηνές ήταν πραγματικές. Ακόμα και το ξύλο.
«Δεν υπήρχαν fake χαστούκια και ξύλο. Όλα ήταν πραγματικά. Πού να υπάρχει χρόνος και μέσα για να κάνουμε ψεύτικα πλάνα. Σκέψου ότι η ταινία αυτή ήταν η πρώτη έγχρωμη ταινία, όταν στο Χόλλυγουντ τα έγχρωμα έργα είχαν γίνει δεκαπέντε χρόνια πριν». Ωστόσο αισθάνεται άτυχος γιατί «μετά τη «Νεράιδα και το παλικάρι» ο Φίνος είχε αποφασίσει να κάνει τρεις τέσσερις ταινίες με πρωταγωνιστή εμένα. Ήταν η εποχή όμως που είχε πρωτοβγει η τηλεόραση και ο Φίνος δεν την πίστεψε καθόλου. Αν την είχε πιστέψει θα είχαμε επωφεληθεί όλοι. Και ξαφνικά λόγω της τηλεόρασης «πέθανε» ο κινηματογράφος. Σκέψου ότι όταν ο Νίκος ο Φώσκολος είχε βγάλει τον «Άγνωστο πόλεμο» στην τηλεόραση, όλα τα θέατρα αναγκάστηκαν να αλλάξουν μέρα που έπαιζαν τις παραστάσεις τους. Ερήμωναν οι δρόμοι. Ήταν κάτι το πρωτόγνορο για την Ελλάδα. Η τηλεόραση είχε μπει σε όλα τα σπίτια και οι κινηματογράφοι άρχισαν να κλείνουν», είχε πει ο Νίκος Τσούκας.
Στη δεκαετία του 1980 ο Νίκος Τσούκας πήρε μέρος σε δεκάδες βιντεοκασέτες, έπαιξε όμως και στο σελιλόιντ, πρωταγωνιστώντας για παράδειγμα στο «Μια γυναικάρα στα μπουζούκια» (1984) και το «Πονηρός ο βλάχος» (1986) και κρατώντας καλούς ρόλους στο «Βαράτε με κι ας κλαίω» (1981) και το «Στα σαγόνια της εφορίας» (1983).
Τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση θα είναι στο «Ρ20» (2004) του Λάκη Λαζόπουλου, με τον οποίο θα ξανασυνεργαστούν εξάλλου το 2006 στο σίριαλ «Οδός Παραδείσου 7». Για τα δύσκολα, αν και υπέροχα, χρόνια του ελληνικού κινηματογράφου, ανακαλεί χαρακτηριστικά: «Εκεί, για να παίξεις σε ταινία έπρεπε να πας με δικά σου ρούχα, με δικό σου κοστούμι. Όπως φαντάζεσαι, οι γυναίκες είχαν πιο πολύ πρόβλημα, γιατί έπρεπε, όσο να ’ναι, να είναι ωραίες και με ωραία φορέματα. Αν ήταν μεγάλη η παραγωγή, το πολύ πολύ να μας έδιναν λίγο χαλβά ή ψωμί κι ελιά στα διαλείμματα. Θυμάμαι κάποτε που ο Παπαμιχαήλ μου έσκισε κατά λάθος το πουκάμισο σε μια σκηνή στους ‘‘Φορτουνάκηδες και τους Βροντάκηδες’’ και ήμουν απαρηγόρητος γιατί δεν είχα άλλο».
Εξίσου μακρά ήταν και η καριέρα του στο γυαλί, ξεκινώντας από το σίριαλ «13ο ανακριτικό γραφείο» το 1971 (ΕΙΡΤ). Μετά ήρθε το «Χωρίς ανάσα» (1973 – ΕΙΡΤ) και το «Ταξίδι» το 1976 (ΥΕΝΕΔ), που θα τον καθιερώσει τηλεοπτικά, κάνοντάς τον ακόμα πιο γνωστό. Από τις υπόλοιπες τηλεοπτικές δουλειές του ξεχωρίζουν ο «Συνταγματάρχης Λιάπκιν» (1979 – ΥΕΝΕΔ), το «Πάρκινγκ» (1984 – ΕΡΤ) και οι «Μεν και οι δεν» (1993), ενώ έκανε και μερικά περάσματα από τις «7 θανάσιμες πεθερές» (2004) και την «Πολυκατοικία» (2011).
Ήξερα ανέκαθεν ότι είχα πάνω από όλα την οικογένειά μου
«Είχα πάντα εσωτερική γαλήνη και ήμουν κατασταλαγμένος. Ήξερα ανέκαθεν ότι είχα πάνω από όλα την οικογένειά μου. Την γυναίκα μου, τα δύο αγόρια μου. Και επειδή έζησα πολύ δύσκολα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, είχα αφιερώσει όλα μου τα χρόνια, ώστε να μην τους λείψει τίποτα», είχε αναφέρει ο ηθοποιός.
Διαχρονικά ήπιων τόνων ο Νίκος Τσούκας, κρατήθηκε διακριτικά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, παρά το γεγονός ότι ήταν γνωστός στους πάντες. Είχε εξάλλου καμιά πενηνταριά ταινίες και άλλες τόσες βιντεοκασέτες στο ενεργητικό του και άφηνε τη δουλειά του να μιλά γι’ αυτόν. Συνεντεύξεις έδωσε σπανιότατα και εξίσου σπάνια απασχόλησε τα ΜΜΕ.