Μπορεί ο Νικόλας Άσιμος να επέλεξε να «φύγει» νωρίς, αλλά πρώτα είχε ολοκληρώσει όλα όσα πρέσβευε στη ζωή του.
Ο Άσιμος γεννήθηκε, 20 Αυγούστου 1949. Το πραγματικό όνομά του ήταν Νικόλαος Ασημακόπουλος,
«Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το ‘’Άσιμος’’ με γιώτα. Ουχί Άσιμος, ουδεμίαν σχέσιν έχω με τον Ισάακ Ασίμωφ. Τώρα θα μου πεις, γιατί το ‘’Άσιμος’’ με γιώτα. Γιατί όταν λέμε ‘’ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής’’, η λέξη ‘’άσημος’’ παίζει τον ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στην λέξη ‘’τραγουδιστής’’ και γράφεται με ήτα. Ενώ το ‘’Άσιμος’’ είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί επιθετικός προσδιορισμός του εαυτού μου.»
Από μικρός έγραφε στιχάκια. Αυτοδίδακτος μουσικός. Όνειρο ήταν να σπουδάσει δημοσιογραφία. Σε κάποιο άρθρο του σε εφημερίδα της Θεσσαλονικής χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Άσιμος και αποφάσισε να το καθιερώσει. Παράλληλα δημιουργεί φοιτητικό εργαστήρι, παίζει Αριστοφάνη, Μολιέρο. Εκείνη την εποχή θα αγοράσει και την πρώτη του κιθάρα.
Μετά το 1973 κατεβαίνει στην Αθήνα και έρχεται σε επαφή με άλλους καλλιτέχνες παίζοντας μουσική σε συνδυασμό με κείμενα, σκετς κ.α. («5η εποχή», «11η εντολή», «Χνάρι», «Μουσικό Θέατρο Φτώχειας», «Σούσουρο»). Εκεί, μέσα στις μπουάτ της Αθήνας, της Πλάκας και των Εξαρχείων, τα ανήσυχα μυαλά συναντιούνταν, μαζί με ηθοποιούς και συνθέτες, παρουσιάζοντας ένα επαναστατικό πρόγραμμα ενάντια στο κατεστημένο.
Παράλληλα, ο Άσιμος διακινούσε μόνος του τις γνωστές «παράνομες κασέτες» του στο κέντρο της Αθήνας, συνέχιζε να παίζει μουσική με άλλα σχήματα, ενώ συμμετείχε και σε εκδηλώσεις, θέατρο του δρόμου κ.α. Το 1975 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια σ’ ένα δισκάκι 45 στροφών (Ρωμιός- Μηχανισμός), ενώ το 1977 με την κατηγορία πως «επηρεάζει αρνητικά το κοινωνικό σύνολο», φυλακίστηκε μαζί με άλλους πέντε εκδότες συγγραφείς.
Το 1982 κυκλοφορεί ο πρώτος του δίσκος με τίτλο «Ξαναπές τον» (συμμετείχε η Χαρούλα Αλεξίου και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου). Ένα χρόνο πριν, έγραψε το βιβλίο με τίτλο «Αναζητώντας Κροκανθρώπους». Τα επόμενα χρόνια έζησε στα Εξάρχεια και, σε μια περιπετειώδη πορεία, έγραφε τραγούδια, έπαιζε στο δρόμο, πουλούσε τις κασέτες του, αλλά και βιβλία, παιχνίδια, παλιές κάρτες κ.α.
Περίπου ένα χρόνο αργότερα, άνοιξε ένα μαγαζάκι στα Εξάρχεια, στην οδό Καλλιδρομίου. Ήταν ο «Χώρος Προετοιμασίας», όπως το ονόμασε, αλλά και διαμονής, αφού αυτό ήταν και το σπίτι του. Εκεί έγραφε, συνέθετε τα τραγούδια του, πουλούσε βιβλία, παιχνίδια για παιδιά, πρόχειρα κοσμήματα κατασκευής γνωστών του, κασέτες δικές του κυρίως, φωτιστικά, πήλινα, κάρτες παλιές και πολλά άλλα.
Το 1987 οδηγήθηκε βιαίως σε ψυχοθεραπευτική κλινική και λίγο αργότερα στις φυλακές Κορυδαλλού, με την κατηγορία του βιασμού. Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι’ αυτή την αβάσιμη κατηγορία, που δεν τεκμηριώθηκε ποτέ. Η εκκρεμούσα δίκη, μαζί με τ’ άλλα προβλήματα που ήταν πολλά, συσσωρεύτηκαν μέσα του.
Ο Νικόλας Άσιμος αυτοκτόνησε στις 17 Μαρτίου 1988. Βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του αφήνοντας πίσω του τραγούδια που ξεπερνούν τον όρο «αντισυμβατικά», όπως συνηθίζουν να λέγονται. Ήταν ένας ιδιαίτερος δημιουργός, που κατάφερνε μέσα από τη μουσική και τους στίχους του να μιλήσει για την δική του αλήθεια και είχε πάντα έντονες κοινωνικές και πολιτικές αναφορές. Οι δίσκοι «Το φανάρι του Διογένη» και το «Γιουσουρούμ – Στο φαλιμέντο του κόσμου» κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του.