Η Νίκη Λινάρδου (Ανδρονίκη ) γεννιέται τον Ιούνιο του 1939 (άλλες πηγές τη θέλουν τέσσερα χρόνια μεγαλύτερη), αν και για τα παιδικά της χρόνια ή την οικογενειακή της κατάσταση δεν είναι τίποτα γνωστό. Η Νίκη Λινάρδου έγινε γνωστή στα πρώτα της βήματα και με το ψευδώνυμο “Μπέμπα Κούλα”.
Της: Έπη Τρίμη
Πιτσιρίκα ακόμα κάνει καριέρα ως χορεύτρια, είχε ωστόσο το μάτι πάντα στραμμένο στο θέατρο. Κι έτσι όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία, την άρπαξε από τα μαλλιά!
Η Νίκη Λινάρδου είχε πει σχετικά: «Ξεκίνησα ως χορεύτρια, αλλά στην πορεία άρχισε να μου αρέσει το θέατρο. Έτσι απευθύνθηκα στο θίασο της Βίλμας Κύρου, όπου μια από τις ηθοποιούς έτυχε και αρρώστησε εκείνη την περίοδο. Όταν μου τηλεφώνησε η γραμματέας και μου είπε ‘‘το βράδυ έρχεσαι και παίζεις’’, τρελάθηκα. Πήγα και μόλις έκλεισε η αυλαία, λιποθύμησα!».
Μέχρι τότε είχε ήδη υιοθετήσει το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μπέμπη Κούλα και την ήξεραν πια ως έναν μουσικο-θεατρικό σίφουνα από τους λίγους!
Το «Μπέμπη Κούλα» θα το εγκαταλείψει οριστικά η Ανδρονίκη όπως προείπαμε το 1962 (μετά την κωμωδία «Όταν λείπει η γάτα»), όταν κάτω από τις συστάσεις του συζύγου της πια Αλέκου Σακελλάριου εμφανίζεται τώρα ως «Νίκη Λινάρδου». Το στήσιμο μιας εντελώς νέας περσόνας ήταν κι αυτό εξάλλου ένας από τους τρόπους με τους οποίους πάλευε να την καθιερώσει ο ογκόλιθος της νεοελληνικής κωμωδίας.
Ο Σακελλάριος την είχε γνωρίσει όταν την σκηνοθέτησε στην επιθεώρηση «Όσα παίρνει ο άνεμος» (Θέατρο Περοκέ, 1954) και την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Τότε ήταν που θα ξεκινούσε η οδύσσειά του να την επιβάλει ως σταρ του σινεμά, έχοντας απέναντι σύσσωμη την κινηματογραφική κοινότητα!
Ο Σακελλάριος της ζήτησε να σταματήσει το μουσικό θέατρο για να επικεντρωθεί στο σινεμά κι εκείνη το έκανε χωρίς δεύτερη σκέψη. Κάποιες φορές δούλευε και πίσω από τις κάμερες ή τις κουίντες, τα πολλά-πολλά με το θέατρο μια φορά τέλειωσαν. Η ίδια το είχε μάλιστα παράπονο και εξομολογήθηκε σε πολλές συνεντεύξεις της το απρόοπτο τέλος της θεατρικής της πορείας: «Όταν παντρεύτηκα τον Σακελλάριο και σταμάτησα το θέατρο, του είπε ο Τάκης Χορν: ‘‘Δώσε μου τη γυναίκα σου να παίξω μαζί της’’, κι εκείνος είπε ‘‘όχι’’. Μου έμεινε αυτό, γιατί με τον Τάκη ήμασταν οι καλύτεροι φίλοι και δεν παίξαμε ποτέ μαζί».
Όλα ξεκίνησαν κινηματογραφικά το 1955, όταν η Λινάρδου ερμηνεύει τη φλογερή σγουρομάλλα τσιγγάνα που αλλάζει φουστάνι με την Καρέζη στη «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», αλλάζοντας λες ζωή και η ίδια.
Η Νίκη Λινάρδου στα λίγο περισσότερα από δέκα χρόνια που θα περάσει στο πλευρό του κινηματογραφάνθρωπου θα προλάβει να παίξει σε περισσότερες από 25 ταινίες, σε κάποιες μάλιστα είναι και πρωταγωνίστρια, όπως ακριβώς το ήθελε ο σύζυγός της!
Αφού περάσει από την «Κυρά μας τη μαμή» (1958), το «Μια ζωή την έχουμε» (1958) και τον «Ηλία του 16ου» (1959), μεταξύ άλλων, έρχεται η ταινία που θα την καθιερώσει ως αντίπαλο δέος της Βουγιουκλάκη. Το «Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» είχε πράγματι πολύ ξύλο εκτός οθόνης, καθώς εκεί ο σκηνοθέτης Σακελλάριος τα έδωσε κυριολεκτικά όλα για χάρη της!
Ο σκηνοθέτης ευνοούσε σε όλα τα πλάνα τη συμμαθήτρια της Αλίκης, η οποία βλέποντας το υλικό έγινε έξω φρενών που ο φακός εστίαζε συνεχώς στη σχετικά άγνωστη Λινάρδου! Χρειάστηκε η παρέμβαση του Φίνου για να σβήσει η φωτιά και να καταλαγιάσουν οι ομηρικοί καυγάδες, όταν ο Σακελλάριος αναγκάστηκε να γυρίσει εκ νέου τις επίμαχες σκηνές και να ξαναμοντάρει την ταινία!
Παρά ταύτα, η «σωσίας» της Αλίκης είχε μόλις γεννηθεί, καθώς εκεί βάσισε ο Σακελλάριος την κινηματογραφική της περσόνα: ίδιο μαλλί, ίδιο χρώμα, ίδιο νάζι και ίδιο σκέρτσο. Και η καλλονή Λινάρδου αναλαμβάνει πια μεγαλύτερους ρόλους δίπλα στα ιερά τέρατα του ελληνικού σινεμά.
Τη θυμόμαστε ως νεαρή σύζυγο του κυρίου Μπεϊζάνη (Θανάσης Βέγγος) στην κωμωδία «Θα σε κάνω βασίλισσα» (1964), αλλά και ως επιπόλαιη κόρη Αλίκη του ανεκδιήγητου Μαυρογιαλούρου (Λάμπρου Κωνσταντάρα) στην αξέχαστη πολιτική σάτιρα «Υπάρχει και Φιλότιμο» (1965).
Άλλοι χαρακτηριστικοί ρόλοι, γειτόνισσα της Μάρως Κοντού και πέτρα του σκανδάλου στα «Κίτρινα Γάντια» (1960), γραμματέας σε αρωματοποιία στο «Τεμπελόσκυλο» (1963), πρωτότοκη κόρη του Ορέστη Μακρή στον «Αριστείδη και τα κορίτσια του» (1964), άτακτη αδελφή του Γιάννη Γκιωνάκη στην «Αδελφή μου θέλει ξύλο» (1966) και τόσοι ακόμα.
Πραγματικά προσωπικό τύπο θα αποκτήσει με τα φιλμ «Θα σε κάνω βασίλισσα» και «Καλώς ήλθε το δολάριο», όπου και θα γίνει τελικά κοκκινομάλλα για να απαλλαγεί από τη στερεοτυπική της εικόνα. Μια δεύτερη καριέρα αρχίζει για τη Λινάρδου, που πατά πια στα δικά της πόδια και καταφέρνει να την αγαπήσει εκ νέου το ελληνικό κοινό.
Όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή της στην εκπομπή “Ο Έρωτας των πρώτων πλάνων” το 1997 αγαπούσε ιδιαίτερα την ταινία “Θα σε κάνω βασίλισσα” όπου έπαιξε στο πλευρό του Θανάση Βέγγου και του Λάμπρου Κωνσταντάρα. “Θυμάμαι από αυτή την ταινία ότι ήταν μια μονοκατοικία και κάθε φορά που ανοίγαμε την πόρτα έπεφτε και κάποιο ταβάνι στο κεφάλι…”, είχε πει χιουμοριστικά.
Όταν γυρίζαμε την ταινία “Όταν λείπει η γάτα” μαζί με τη Ρένα Βλαχοπούλου και τη Μαρίκα Κρεβατά ήταν ένας άγριος Χειμώνας και έκανε πάρα πολύ κρύο. Και έλεγε ο Αλέκος ότι θα την κάνω εγώ να ζεσταθεί πριν από την κλακέτα και θα μπορέσει να πει τα λόγια της. Ερχόταν και με χτυπούσε στην πλάτη, με ζέσταινε με το ύφος και το γέλιο του”, είχε πει η ηθοποιός για τον Σακελλάριο και τον είχε ευχαριστήσει για όσα της έμαθε. “Τον ευχαριστώ γιατί μου έμαθε να αγαπώ και να σέβομαι στη δουλειά μου”, είχε αναφέρει.
Παράλληλα, εμφανίζεται και πάλι στο θέατρο, δίπλα συνήθως σε μεγάλους πρωταγωνιστές της εποχής, καθώς πια έχουν τραβήξει δρόμους χωριστούς με τον Σακελλάριο.
Τελευταίες της δουλειές, εκεί στον απόηχο του διαζυγίου της με τον μεγάλο θεατράνθρωπο, ήταν το «Καλώς ήρθε το δολάριο» (1967) και το ριμέικ της «Δεσποινίς ετών 39» του Λογοθετίδη που τώρα πρωταγωνιστούσε ο Κωνσταντάρας και είχε τίτλο «Ο ρωμιός έχει φιλότιμο» (1968).
Η τελευταία προσπάθεια του Σακελλάριου να την επιβάλλει στα κινηματογραφικά πράγματα ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος στο «Καλώς ήρθε το δολάριο», το οποίο έμελλε ωστόσο να είναι παταγώδης εμπορική αποτυχία.
Με τον δεύτερο σύζυγό της, τον τηλεοπτικό παραγωγό και τηλεσκηνοθέτη Θάνο Χρυσοβέργη, αναλαμβάνουν πια από κοινού εκείνα τα χρόνια την παραγωγή εκπομπών, που στρέφονται συχνά γύρω από τη νεοελληνική επιθεώρηση. Η Λινάρδου κρατά τώρα την παραγωγή σε πλήθος τηλεοπτικών προγραμμάτων, από μουσικές εκπομπές και ντοκιμαντέρ μέχρι και παιδικά προγράμματα, και η νέα αυτή προσπάθεια θα απλωθεί στα επόμενα οχτώ χρόνια (μέχρι το 1996), λίγο μετά το διαζύγιο από τον δεύτερο σύζυγό της (1993).
Στη δεκαετία του ’70 υπέγραψε ως παραγωγός τις μουσικοχορευτικές εκπομπές «Τραγουδώντας, γελώντας, χορεύοντας» και «Απ’ τον παππού στον εγγονό», το 1989 το τηλεπαιχνίδι «Τόμπολα γνώσεων» και μεταξύ 1990-1992 την εβδομαδιαία εκπομπή «Η επιθεώρηση του χθες και του σήμερα» (ΕΤ2). Το 1999 έκανε την παιδική τηλεοπτική σειρά «Ο Επ και η παρέα του» (ΕΤ1).
Πολλές από τις εκπομπές στην κρατική τηλεόραση τις υπέγραφε ως Νίκη Σακελλάριου.
Η Νίκη Λινάρδου είχε αποσυρθεί από τα καλλιτεχνικά πράγματα τα τελευταία χρόνια της ζωής της, ζώντας μια ήρεμη ζωή πλάι στο σκυλάκι της, τον Ορφέα. Τα τελευταία αυτά χρόνια προετοίμαζε την αυτοβιογραφία της.
Όπως έλεγε συχνά, έζησε μια ζωή γλυκιά, όμορφη και γεμάτη αγάπη. Ο έρωτας δεν είχε θέση στη ζωή της, όπως έσπευδε να σημειώνει στα στερνά της, ζώντας με την αξιοπρέπεια που προσιδιάζει στους πραγματικά μεγάλους.
Η αγαπημένη ηθοποιός άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», έπειτα από ολιγοήμερη μάχη με τον καρκίνο, στις 25 Σεπτεμβρίου 2012.