Η Μπέμπα Μπλανς γεννήθηκε στην Αθήνα. Πρωτοεμφανίστηκε στο τραγούδι το 1964, ερμηνεύοντας το τραγούδι του Ζαμπέτα «Καλώς όρισες βρε Γιώργη».
Της Έπη Τρίμη
Η ξανθιά Καρυάτιδα της πίστας με το ξενόφερτο όνομα Μπέμπα Μπλανς είναι πια κάτι σαν θρύλος για εμάς που τη χαζεύουμε στα ασπρόμαυρα πλάνα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Η κατά κόσμον Αγγελική Κωνσταντοπούλου αρνήθηκε πεισματικά να αλλάξει το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο, ακόμα και ενώπιον του αβρού εταιρειάρχη Αλέκου Πατσιφά.
«Έτσι με ξέρει ο κόσμος» του είπε. Εκείνος γέλασε με το θράσος της άσημης αλλά πολλά υποσχόμενης τραγουδίστριας. Η Μπέμπα δεν άλλαξε ποτέ το όνομά της και πέρασε με αυτό το καπρίτσιο στην αθανασία.
Δυο χρόνια αργότερα (το 1966), ερμήνευσε τα τραγούδια «Μιας πεντάρας νιάτα» και «Το καράβι» του ίδιου δημιουργού και αυτά τα τραγούδια την καθιέρωσαν ως τραγουδίστρια.
Η Μπέμπα Μπλανς έζησε μοιραία. Έκανε θέαμα στην πίστα με τις ενδυματολογικές επιλογές της, προκαλώντας άλλες τραγουδίστριες, αντίθετα από τους θαυμαστές της που λάτρευαν το ταμπεραμέντο της. «Καλά, ρε Μπεμπέκα, με το νυχτικό σου ήρθες να τραγουδήσεις;», της είπε με τον τρόπο του ο Γ. Ζαμπέτας ένα βράδυ στην Πλάκα, ύστερα από έναν θυελλώδη καβγά με δύο άλλες ερμηνεύτριες που τη συμβούλεψαν να αλλάξει ρούχα. Οι στιλιστικές της ακρότητες δεν είχαν όριο. Έχει τραγουδήσει ακόμα και με μαγιό στην πίστα!
Ο Γιώργος Ζαμπέτας διασχίζοντας την Αγίου Κωνσταντίνου βλέπει σε ένα αυτοκινητάκι Σκόντα να περνάει η Μπέμπα Μπλανς. «Σταματάει μπροστά μου η Μπλου και μου λέει, έλα να σε πάω σπίτι σου». Έτσι περιγράφει τη γνωριμία του με την τραγουδίστρια, που αγάπησαν πολλοί για την ιδιαίτερη φωνή της, την ομορφιά της αλλά και τις προκλητικές για την εποχή εμφανίσεις της στην πίστα.
Πρώτη φορά ο Ζαμπέτας την είχε δει στην ταβέρνα του Βλάχου στην Ιερά Οδό, κοντά στο σπίτι του, τότε. Μπουζούκι έπαιζε ο Λουκάς Μεφσούτης και τραγουδούσε η εκρηκτική Αγγελική Κωνσταντοπούλου, γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μπέμπα Μπλανς.
Έτσι διηγείται δεκαετίες μετά στην Ιωάννα Κλειάσιου, στην έκδοση «Βίος και πολιτεία» (εκδ. Ντέφι). «Εντάξει είσαι η Μπλανς για τα μαγαζιά, αλλά για τους άλλους που δεν σε ξέρουνε δεν πρέπει να κάνεις κάτι;», της έλεγε, συμβουλεύοντάς την να ηχογραφήσει τραγούδια, να μην περιορίζεται στα μαγαζιά. Την πήγε στη Fidelity, στον Πατσιφά. «Της δίνω το «Ποτέ, ποτέ» και το «Καλωσόρισες, βρε Γιώργη». Με το που τα λέει, μπαμ και σουξέ η Μπέμπα η Μπλου. Της δίνω κι άλλα, αλλά της Μπέμπας το μυαλό ήτανε αλλού. Πολύ τρελή, πολύ παλαβιάρα, γι’ αυτό και δεν κατόρθωσε να γίνει η μεγάλη καλλιτέχνιδα, αν κι ήτανε μεγάλη δεν μπόρεσε να πατήσει στο σανίδι σαν κυρίαρχη, σαν αυτοκράτειρα όπως γίνανε οι άλλες, Μαρινέλλα, Δούκισσα, Μοσχολιού». Της ξεγήθηκε, όπως έλεγε, καλά. Την έβαλε σε δίσκους και ταινίες. Την αγάπησε και ο φακός. «Είπε πολύ καλά το “Καράβι”, “Μιας πεντάρας νιάτα”, καταπληκτικά. Σε πιάνει η φωνή της, είναι μοναδική, ιδιόρρυθμη και μυστήρια. Με αγγίζει εμένα η Μπέμπα, με πιάνει, μου αρέσει. Έχει γνήσια λαϊκή φωνή. Έχει στη φωνή ένα βελούδο μυστήριο».
«Μυαλό για πέταμα, κουκούτσι μυαλό, τρελή τελείως!», «της έλειπε η σύνεση», γράφει η κόρη του συνθέτη Κατερίνα Ζαμπέτα στην έκδοση «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω…» (εκ. Άγκυρα). Όταν δούλευαν μαζί στο πάλκο ήθελε να λέει τραγούδια άλλων συνθετών, αυτά που έλεγαν άλλες τραγουδίστριες. «Ο πατέρας απελπιζόταν. Πού να συνεννοηθεί μαζί της». Η ατίθαση Μπέμπα απέρριψε τον «Αλήτη». «Γιώργο, δεν έχεις κανένα άλλο καλύτερο;», του είπε και η συνεργασία χάλασε. «“Αμυαλη γυναίκα”, μουρμούρισε και ανέβηκε στο στούντιο να της ζητήσει να φύγει», θυμάται η Κατερίνα Ζαμπέτα. Το σφράγισε, όμως, με το δικό της αίσθημα η Βίκυ Μοσχολιού.
Η εκρηκτική Μπλανς έκαιγε καρδιές. Αλλά όταν τα χρόνια πέρασαν, η ομορφιά έσβησε, τα χρήματα χάθηκαν σε κακές επενδύσεις και έμειναν μόνο η φωνή και ελάχιστοι κοντά της είχε ομολογήσει το 2016 έχοντας πει: «Όλοι οι άντρες με έβλεπαν σαν ένα κομμάτι κρέας, για να περάσουν καλά μαζί μου». Θα μπορούσε να έχει περισσότερα από τα 12 σπίτια που έχασε. «Ήμουν επιπόλαιη», είχε παραδεχτεί και η ίδια.
Η σχέση αυτής της αμαζόνας με τις άλλες γυναίκες δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι αρμονική. Το αδιαπραγμάτευτο σεξ-απίλ της σε έκανε είτε να τη φθονήσεις είτε να την ερωτευτείς βαθιά. Η Σωτηρία Μπέλλου, που ήταν επιρρεπής σε τέτοιους έρωτες, κόντεψε να εγκληματήσει για χάρη της. Το επεισόδιο ανασύρει ο Ανδρέας Γιακουμέλλος, γκαρσόνι τότε στο χειμερινό «Φαληρικόν» της οδού Ηπείρου. «Την είχε καψουρευτεί άσχημα τη νεαρή καλλονή και σαν την είδε με τον συνοδό της, η Σωτηρία τράβηξε σπασμένο μπουκάλι». Στα χρόνια της μεταπολίτευσης ο κυρ-Αντρέας ανέλαβε το θρυλικό αυτό μαγαζί στο οποίο τραγούδησε για τελευταία φορά ο Καζαντζίδης και δημιούργησε το πασίγνωστο ροκ μπαρ «Κύτταρο».
Ένα άλλο επεισόδιο αφηγείται η ίδια η Μπέμπα Μπλανς σε μια από τις όψιμες συνεντεύξεις της: «Η Πόλυ Πάνου ήθελε να με διώξει από το μαγαζί που δουλεύαμε μαζί. Αγόρασα κι εγώ ένα σκυλί και το ονόμασα Πόλυ. Φρόντιζα να περνώ μπροστά από το πάλκο με το σκυλί και μπροστά της το φώναζα [Πόλυ]».
Η τραγουδίστρια που τόλμησε να τραγουδήσει το κλασικό «κομπολογάκι» του Μητσάκη σε ρυθμό σέικ δεν είχε όμοιό της σε νάζι και σκέρτσο. Κι ήταν τόσο φυσικό όλο αυτό το παραλήρημα, που προκαλούσε στο πέρασμά της.
Ακόμα και ο μεγάλος Μπέμπης, ο μπουζουξής πάνω κι από τον Χιώτη, σκόνταψε στη γοητεία της. Κανείς δεν ξέφευγε από τα δίχτυα της. Εκείνη παντρεύτηκε τον «βασιλιά των τζουκ μποξ», αλλά τα βρήκε σκούρα και με τον διαβόητο Σαλονικιό, ο οποίος την είχε βάλει στο μάτι, την εκβίαζε και απειλούσε τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα. Υπάρχει βέβαια κι εκείνος ο άγριος ξυλοδαρμός ξημερώματα από δύο «αγνώστους», για τον οποίο η ίδια δεν θέλησε ποτέ να προβεί σε αποκαλύψεις. Η Μπέμπα ήταν πρώτα απ’ όλα μαγκάκι, η γυναίκα που θα μπορούσε να έχει ονειρευτεί ο Στέλιος Κερομύτης όταν τραγουδούσε προπολεμικά το ρεμπέτικο «Μ’ αρέσει να ‘σαι μάγκισσα». Πιο μάγκισσα από την Μπέμπα Μπλανς δεν γίνεται.
Η θρυλική Μπέμπα Μπλάνς, άφησε την τελευταία της πνοή στα 71 της χρόνια στην κλινική της Αγίας Ελένης στους Αμπελοκήπους μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Η ίδια δεν έκρυψε ποτέ το πρόβλημά της, μάλιστα σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις της δήλωνε πως είχε σκεφτεί μέχρι και να δώσει τέλος στη ζωή της.
Μόνη, απογοητευμένη με σοβαρά οικονομικά προβλήματα και λίγους φίλους. Ανάμεσά τους η Ξανθή Περράκη και η Γιώτα Γιάννα που ήταν και οι μόνες, εκτός από την κόρη της την Μαργαρίτα, που την επισκεπτόντουσαν στο θεραπευτήριο που νοσηλευόταν εδώ και πολλούς μήνες δίνοντας μεγάλη μάχη για να κρατηθεί στη ζωή.
Η Γιώτα Γιάννα μάλιστα ήταν και το τελευταίο φιλικό της πρόσωπο που την επισκέφθηκε λίγο πριν φύγει από τη ζωή το 2017 και της έπαιξε στη φυσαρμόνικα την μεγάλη της επιτυχία «Το καράβι», το θρυλικό κομμάτι του Γιώργου Ζαμπέτα.
Η πλήρως εξασθενημένη άλλοτε μεγάλη δόξα του τραγουδιού δεν είχε σταματήσει να κλαίει, ενώ όταν είχε ολοκληρωθεί η μουσική είχε σηκώσει όσο μπορούσε τα χέρια της για να χειροκροτήσει.