Η Μαίρη Αλεξοπούλου συμμετείχε στα καλλιστεία του 1961. Έκανε σημαντική καριέρα ως τραγουδίστρια κι εμφανίστηκε σε 2 ελληνικές ταινίες: «Νυχτοπερπατήματα» και «Φίφης ο ακτύπητος».
Της: Έπη Τρίμη
Σίγουρα όλοι γνωρίζουν ότι σήμερα η Μαίρη Αλεξοπούλου έχει εγκαταλείψει το χώρο του τραγουδιού και οδηγήθηκε σε έναν άλλον δρόμο, αυτόν του μοναχισμού. Ως δούλη πια του Κυρίου με το όνομα Θεονύμφη ζει σε μοναστήρι λίγο έξω από την Αθήνα.
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο της ζωής της ανακαλύπτει κανείς ότι ο βίος της χωρίζεται σε δύο περιόδους: Σε εκείνη που τραγουδούσε μέχρι τα 43 της χρόνια στις πίστες και σε αυτήν που ζει σήμερα ανάμεσα στους πιστούς της σε μοναστήρι.
Η Μαίρη Αλεξοπούλου μεγάλωσε στο Περιστέρι. Ήταν το πρώτο παιδί μιας πολύτεκνης οικογένειας με έξι παιδιά. Η μητέρα της προερχόταν από καλλιτεχνική οικογένεια πολύ μεγάλων μουσικών, όλοι είχαν πολύ ωραίες φωνές, εκείνη έπαιζε μαντολίνο ενώ ο πατέρας της ήταν άνθρωπος του Θεού, ήταν επίτροπος στην Μητρόπολη Περιστερίου.
Είχε τέτοια πίστη που, όταν μιλούσε στα παιδιά του για το Θεό, τα δάκρυά του έτρεχαν ποτάμι. Η μικρή Μαίρη από τα εφηβικά της χρόνια έδειξε την αγάπη της στο χορό αλλά και στο τραγούδι. Ήταν άριστη μαθήτρια και παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της ξεκίνησε να εμφανίζετε στη “Χωριάτικη Ταβέρνα” στην Εκάλη. Λίγο αργότερα την βρίσκουμε να τραγουδά τα κινηματογραφικά σουξέ της Αλίκης Βουγιουκλάκη στο κοσμικό κέντρο “Νεράιδα της Αθήνας” στην Κυψέλη. Η ίδια είχε πει σχετικά: «Μετά τον πρώτο μου δίσκο, πήγα και τραγούδησα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είπα ένα τραγούδι του Μαυρομουστάκη μαζί με την Κλειώ Δενάρδου, το “Πανηγύρι”. Εκεί βραβεύτηκα, πήρα το πρώτο βραβείο.
“Τότε δεν είχα καθόλου χρόνο να πηγαίνω στην εκκλησία, παρόλο που εγώ αλλιώς τα είχα μάθει από την οικογένειά μου. Μέσα μου, όμως, υπήρχε ένας μεγάλος καημός. Τότε είχα κάνει επιτυχία και ένα τραγούδι του Κατσαρού στο φεστιβάλ της Μάλτας, με το οποίο πήραμε ξανά το πρώτο βραβείο, ήταν μία περίοδος που ακούγονταν πολύ τα τραγούδια που έλεγα, που με ήξεραν όλοι οι άνθρωποι του χώρου. Παρ’ όλα αυτά, όλα τα ερωτικά μου τραγούδια που έλεγα στην πίστα τα αφιέρωνα στον Θεό, προσπαθούσα μέσα από τον προβολέα να πάω στον ουρανό. Τόσο πολύ Τον αγαπούσα”, είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή της η Μαίρη Αλεξοπούλου.
Το 1966 η Μαίρη Αλεξοπούλου γνωρίζετε με τον κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Κώστα Κλάββα, ο οποίος θα της εμπιστευτεί τα τραγούδια του: «Αν ποτέ διψάσεις» και «Ποιο καράβι». Δύο πανέμορφα τραγούδια που τα ερμήνευσε η Μαίρη στη ταινία του Κώστα Λυχναρά «Φίφης ο ακτύπητος». Αυτή ήταν και η μοναδική κινηματογραφική της εμφάνιση. Την ίδια χρονιά συμμετέχει στο Φεστιβάλ Ελαφρού τραγουδιού Θεσσαλονίκης με το τραγούδι «Πανηγύρι» των Κλάββα και Μαυρομουστάκη. Το τραγούδι κερδίζει το πρώτο βραβείο ενώ θα έπρεπε να σημειωθεί ότι στον πρώτο γύρο το είχε ερμηνεύσει και η Κλειώ Δενάρδου όπως συνηθιζόταν τότε τα τραγούδια να τα λένε δύο διαφορετικοί ερμηνευτές ώστε να πιάσουν όλο το κοινό!
Η Μαίρη Αλεξοπούλου αρχίζει να κερδίζει το μουσικόφιλο κοινό, να βγάζει δίσκους, να κερδίζει βραβεία σε ελληνικά και διεθνή φεστιβάλ και φυσικά να εμφανίζετε σε ιστορικά κέντρα της νυχτερινής Αθήνας. Στο Κάστρο, στο Βράχο, στα Δειλινά, στα Αστέρια δίπλα σε μεγάλα ονόματα. Τότε έρχεται και το μεγάλο σουξέ η «Μπάμπολα». Μια διεθνή επιτυχία της Patty Pravo που διασκευάζει ο Νότης Κύτταρης και τραγουδάει όλος ο κόσμος και ακούγετε συνέχεια στο ραδιόφωνο. Οι φωτογραφίες της Μαίρης στολίζουν τα νεανικά δωμάτια, γίνετε είδωλο και τα 45ρακια με τα τραγούδια της ακούγονται σε όλα τα νεανικά πάρτι.
Ο γάμος της Μαίρης Αλεξοπούλου με γνωστό επιχειρηματία την απομακρύνει αρχικά από το χώρο του θεάματος. Με τον σύζυγό της απέκτησαν δύο κόρες, την Κωνσταντίνα και την Ελευθερία. Η ζωή, όμως, πολλές φορές παίζει άσχημα παιχνίδια, εξαντλώντας την έτσι κι αλλιώς αυξημένη αίσθηση ειρωνείας που διαθέτει.Ύστερα από τέσσερα χρόνια έγγαμου βίου, κάτι δεν είχε πάει καλά με τις δουλειές του συζύγου της και έπρεπε να ξαναβγεί στο τραγούδι. Οδυνηρό για τη Μαίρη αφού είχε χάσει τη ροή. Παράλληλα, με τα χρήματα που είχε βγάλει από το τραγούδι, είχε ξεκινήσει να φτιάχνει καταστήματα με υγιεινές τροφές.
Ο θάνατος της μεγάλης κόρης της σε τροχαίο την απομάκρυναν οριστικά από τη μουσική.”Το 1984, η Κωνσταντίνα μου ήταν 18 χρόνων, λίγο προτού φύγει για να σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες στο εξωτερικό. Ένα πρωί πήρε το αυτοκίνητό της από το σπίτι μας για να πάει στο μαγαζί της Κηφισιάς. Στη στροφή της Αγίας Μαρίνας στο Κορωπί έγινε μετωπική με κάποιο φορτηγό. Ήταν ακαριαίο. Εκείνη την ώρα δεν έβλεπα μπροστά μου, ανέβηκα στον καναπέ και πήδαγα μέχρι το ταβάνι. Τότε βγήκα στη βεράντα μας και από ένα σύννεφο ξεκίνησαν να πέφτουν σταγόνες. Χοντρές, δεν μπορείτε να φανταστείτε. Και εκείνη την ώρα γυρνάω στον Θεό και του λέω: “Θεέ μου, κλαις κι Εσύ μαζί μου;””, αφηγείται η Μαίρη Αλεξοπούλου.
Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα η Μαίρη Αλεξοπούλου πήγαινε συνέχεια στην εκκλησία. Δύο χρόνια αργότερα, αποφάσισε να πάει σε έναν γέροντα και να γίνει μοναχή.
Το 1986 αφήνει πίσω τα πάντα και ακολουθεί το δρόμο του μοναχισμού. Στην αρχή έγινε ρασοφόρα, ύστερα από τρία χρόνια έγινε μεγαλόσχημη και μετά έγινε η ηγουμενική της ενθρόνιση με μήνυμα που είχε έρθει από το Άγιον Όρος. Το 1992 δημιούργησε το ησυχαστήριο της, λίγο έξω από την Αθήνα. Σε πρόσφατες δηλώσεις της είπε μεταξύ άλλων: «…Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα από όσα έχω κάνει στη ζωή μου, αλλά ο Θεός με προόριζε για αυτό. Μακάρι να γινόμουν μοναχή πιο νωρίς, αλλά τότε το θέλησε ο Κύριος να συμβεί. Παλιά έλεγαν για τα χέρια μου ότι είναι κρινοδάχτυλα, τώρα από τη δουλειά έχουν γίνει σαν πέτρα. Δεν με πειράζει, αφού τα ποτίζει ο Θεός με αγάπη. Κι άλλη ζωή να είχα, πάλι μοναχή θα γινόμουνα».
Αρχικά, η Μαίρη Αλεξοπούλου έγινε ρασοφόρα, ύστερα από τρία χρόνια μεγαλόσχημη, και μετά έγινε η ηγουμενική ενθρόνισή της. Το 1992 δημιούργησε το ησυχαστήριό της, την Παναγία Θεονύμφη, στο παλιό της σπίτι, στο Κορωπί. Πλέον, έχει αποτραβηχτεί εντελώς από τα φώτα της δημοσιότητας. Δεν παρακολουθεί τηλεόραση και την ενημερώνουν οι πιστοί που πηγαίνουν στη μονή τις Κυριακές για να προσκυνήσουν.
Η Μαίρη Αλεξοπούλου εξομολογείται το 2019 τις δυσκολίες που αντιμετώπισε τα δύο τελευταία χρόνια έχοντας πει: “Είχα σπάσει το ένα ισχίο πριν από δύο χρόνια και τώρα έσπασα και το άλλο. Είναι για μένα ακόμα μια δοκιμασία. Υπάρχει και ο διάβολος που χτυπάει αλύπητα, όταν κάνεις κάτι καλό για τον Θεό, έτσι γίνεται. Εγώ δοξάζω καθημερινά τον Θεό που είμαι ζωντανή και προσεύχομαι για Εκείνον. Έχω πολλή αγάπη από τον κόσμο. Το μόνο κακό είναι ότι ζω πάρα πολλά χρόνια εντελώς μόνη μου εδώ στο μοναστήρι, μέσα στην ερημιά και αυτό είναι δύσκολο. Και κλέφτες έχουν μπει και μεγάλες δυσκολίες έχω περάσει, όμως προσεύχομαι και παίρνω δύναμη”.