Ο Κώστα Φέρρης γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1935 στο Κάιρο της Αιγύπτου και η οικογένειά του έχει κυπριακές και λιβανέζικες (από την οικογένεια Λαχούντ) καταβολές.
Της: Έπη Τρίμη
Η παιδεία του ήταν προσανατολισμένη στο διεθνή ορίζοντα, αλλά βασισμένη στις ελληνικές ρίζες του.
Τα παιδικά χρόνια
“Όλα τα παιδιά της γειτονιάς είχαμε μια μάνα, μια μεγαλόσωμη γυναίκα, την Ούμα Σαλάχ ‒ ήταν η μάνα του κολλητού μου, του Σαλάχ, αλλά και όλων μας, και είχε τον νου της μη μας συμβεί κάτι. Επειδή το «Κώστας» είναι κακόηχο στα αραβικά, με έκανε «κεφτέ» ‒ φώναζε από το μπαλκόνι της, απ’ όπου μας επέβλεπε, «Ουάντ – για Κόφτα”, είχε πει ο Κώστας Φέρρης.
“Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός μοτοσικλετών αλλά και πλοίων, έτσι, όταν χρειάστηκε, δούλεψε στο κανάλι του Σουέζ. Λαϊκός άνθρωπος, έπαιζε μαντολίνο και άκουγε από Ουμ Καλσούμ έως ρεμπέτικα. Είχαμε στο ραδιόφωνο την «ελληνική ώρα», που επειδή δεν υπήρχε λογοκρισία, έπαιζε όλα τα ελληνικά τραγούδια που μόλις είχαν έρθει από την Ελλάδα, ανάμεσά τους και ρεμπέτικα, τα οποία τότε τα λέγαμε «μάγκικα». Επάνω σε ένα ρεμπέτικο ο πατέρας μου μού δίδαξε τα βήματα του ζεϊμπέκικου ‒ ήμουν 6-7 χρονών. Ίσως είναι παράδοξο, αλλά το ότι κάποιος ήταν φτωχός, δεν σήμαινε ότι ήταν άμουσος και απολίτιστος.
Γινόντουσαν γλέντια στα οποία συμμετείχαν ο πατέρας μου, με το μαντολίνο, και ο αδελφός μου, με τη φυσαρμόνικα. Η μουσική ήταν στη ζωή μας. Έτσι πρωτάκουσα Μότσαρτ αλλά και ζακυνθινές καντάδες. Στον πόλεμο ακούγαμε μέχρι και αμερικανική τζαζ. Το ’45 ήρθε με το συγκρότημά του ο Ντίζι Γκιλέσπι, ενώ κάθε χρόνο ερχόταν παράρτημα από τη Σκάλα του Μιλάνου. Σε παράσταση της Ρενάτα Σκότο ήμουν επί σκηνής ως κομπάρσος”, είχε αναφέρει ο Κώστας Φέρρης.
Ο θάνατος του πατέρα του
“Ο πατέρας μου πέθανε το ’46, όταν ήμουν στα 11. Η ζωή μας δυσκόλεψε και τα αδέλφια μου έφυγαν στην Αβησσυνία. Η μητέρα μου έραβε και άνοιξε σιγά-σιγά ένα μικρό ατελιέ στο σπίτι. Μας είχαν στείλει τη φωτογραφία μιας μακρινής μου ξαδέρφης από σχολική γιορτή με σκηνικό την Ακρόπολη. Ε, αυτή η Ακρόπολη μου έγινε έμμονη ιδέα. Η Ακρόπολη και η θάλασσα, γιατί στο Κάιρο δεν υπάρχει θάλασσα. Πρωτοείδα θάλασσα στα 12, στην Αλεξάνδρεια. Μετά το γυμνάσιο πήγαινα συχνά εκεί είτε για εκδρομή είτε για να δω ελληνικές παραστάσεις. Υπήρχε μια τρομακτική νοσταλγία για την πολιτιστική μας πατρίδα”, είχε πει ο Κώστας Φέρρης.
Οι σπουδές και οι επαγγελματικές συνεργασίες
Ο Κώστας Φέρρης σπούδασε στην Αμπέτειο Σχολή και στη Δραματική Σχολή του Τάκη Τσάκωνα στο Κάιρο, στην Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου στην Αθήνα, και συνέχισε τις σπουδές του με stages στη Ναντέρ και στη Σορβόννη, στο Παρίσι. Από το 1957 εγκαθίσταται στην Ελλάδα.Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε περισσότερες από 60 ταινίες μυθοπλασίας. Συνεργάστηκε, ανάμεσα σε άλλους, με τους Μιχάλη Κακογιάννη, Νίκο Κούνδουρο, Τάκη Κανελλόπουλο, Γρηγόρη Γρηγορίου, Άντριου Μάρτον, Τζέιμς Νίλσον, Ρόμπερτ Άλντριχ, Έντουαρντ Μολινάρο, Ρίτσαρντ Σαραφιάν, Λάζλο Μπένεντεκ, Ρίτσαρντ Γουίλσον, Πιέρ Καστ, Ζαν-Ντανιέλ Πολέ κ.ά. Εντάχτηκε στην ομάδα έρευνας για το ρεμπέτικο τραγούδι, και συγχρόνως δημιουργήθηκε, με δική του κυρίως πρωτοβουλία, η ομάδα για την ανανέωση του Ελληνικού Κινηματογράφου.
Η επιτυχία του «Ρεμπέτικου» ήταν η καταστροφή μου
Το Ρεμπέτικο είναι μια έντεχνη απόδοση της λαϊκής ελληνικότητας. Από το 1958 το σχεδίαζα, που μου πρότεινε ο Καζάκος ως ιδέα το φινάλε με την κηδεία της Νίνου. Ήθελα να κάνω μια ταινία με την περιοδεία του Τσιτσάνη με τη Νίνου, τη σχέση τους στο φόντο και σε πρώτο πλάνο την Ιστορία. Στην πορεία μεσολάβησε ο Θίασος του Αγγελόπουλου, που είχε παρεμφερές θέμα, μπροστά το ιστορικό κομμάτι και στο φόντο το στόρι, έτσι διαπίστωσα ότι ήταν λάθος. Όταν ήρθε η ώρα να κάνω το Ρεμπέτικο, αποφάσισα να κάνω το ανάποδο, αφενός να φέρω σε πρώτο πλάνο την ιστορία μιας Μαρίκας και της οικογένειάς της και την Ιστορία στο φόντο και αφετέρου να μετατοπιστώ χρονικά, δηλαδή από την περίοδο από το ’36 έως το ’53, που υπολόγιζα και κάλυψε τελικά ο Αγγελόπουλος, να πάω πίσω στη Σμύρνη του ’17. Επίσης, αποφάσισα να ακυρώσω τα πραγματικά ονόματα και να χρησιμοποιήσω συμβολικά, δηλαδή μυθικά πρόσωπα.
Η επιτυχία του Ρεμπέτικου κινηματογραφικά ήταν η καταστροφή μου. Ξαφνικά με μίσησε ο κόσμος όλος. Δεν ξέρω αν ήταν αντιζηλία, φθόνος, οικονομικά συμφέροντα, αλλά από κει και πέρα συνάντησα συνεχή και αδιάκοπη εχθρότητα. Έναν χρόνο μετά, με το μεγάλο βραβείο του Βερολίνου, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου απέρριψε την πρότασή μου. Διαδοχικά απέρριψε πέντε διαφορετικές προτάσεις μου, το ίδιο συνέβη και στην τηλεόραση. Σταδιακά ένιωσα ότι όλες οι πόρτες γύρω μου έκλειναν. Διασκεύασα το Ρεμπέτικο για το θέατρο και έκανα μια σειρά εκπομπών στην τηλεόραση για το ρεμπέτικο τραγούδι.
Έχω συνειδητοποιήσει ότι η κοινωνία που χτίζεται πάνω στην έννοια της σύγκρουσης, στο πλαίσιο της οποίας ομάδες ανθρώπων που αμφισβητούν άλλες ομάδες, είναι μια κοινωνία που απαρνιέται τον ίδιο τον λόγο ύπαρξής της, που είναι η ενότητα. Θα μου πείτε, μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία που να μην έχει πολλές και διαφορετικές ιδέες; Όχι, αλλά δέχομαι μια κοινωνία με πολλές διαφορετικές ιδέες, που ταυτόχρονα αποδέχεται τη διαφορετική άποψη. Μόνο αυτή η κοινωνία θα μπορούσε να είναι δημιουργική και προοδευτική, αλλιώς είναι καταδικασμένη.
Η ελληνική κοινωνία είναι μπερδεμένη, έχει περάσει από ακραίες καταστάσεις. Φάγαμε από τη μια το λάιφστάιλ του Κωστόπουλου και του ψευτο-πασόκ, και από την άλλη την έξαρση της αντιεξουσιαστικής μανίας, που έφτασε σε σημείο εγκληματικό. Καμία ελευθερία δεν χτίζεται με το έγκλημα. Με το έγκλημα χτίζονται μόνο τα δεσμά της φυλακής.