Ισμήνη Καλέση : Ήταν μια από τις πιο ωραίες ηθοποιούς της δεκαετίας του ’80 και η σταρ της βιντεοταινίας. Μάγευε το αντρικό κοινό και εκείνο την ακολουθούσε πιστά.
Η Ισμήνη Καλέση ήταν ζουμερή, πληθωρική και εξόχως ναζιάρα. Μετατράπηκε στο χυμώδες κορίτσι που έκανε τους άντρες να παραμιλούν και να μην μπορούν να αρθρώσουν λέξη στο πέρασμά της.
Η κοπέλα με τις ξανθιές μπούκλες και τα ζηλευτά κάλλη αναστάτωνε νέους και γεροντότερους με τα εντός οθόνης καμώματά της. Γέννημα της εποχής της βιντεοκασέτας δηλαδή εκεί στα μέσα των ’80’s.
Εκείνη πάντως θα διαμαρτυρόταν αργότερα για την τυποποίηση στην εικόνα της σ#ξι χαζούλας που την καθήλωσε η αρπαχτή της βιντεοκασέτας. «Κάποιοι δημοσιογράφοι δημιούργησαν αυτή την εικόνα για μένα πως είμαι sex symbol. Αλλά κι εγώ για να σου πω την αλήθεια δεν έκανα τίποτα για να το ακυρώσω. Είχα ωραία πόδια και ωραίο στήθος και ακόμα δηλαδή έχω. Τι θα πρέπει να γίνει δηλαδή, να έχω λέπια και ουρά για να πουν πως έχω ταλέντο;».
Ταλέντο είχε και θα αποδεικνυόταν μάλιστα πάνω στο σανίδι, εκεί που προχειρότητες και ερασιτεχνισμοί δεν χωρούν. Μέχρι να συμβεί βέβαια αυτό και να αποδείξει ότι μπορεί πράγματι να παίξει, είχε καμιά τριανταριά βιντεοκασέτες στο ενεργητικό της.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει το κινηματογραφικό στριπτίζ στο φιλμ «Γκαρσονιέρα για 10» του 1981. Ο ρόλος που την καθιέρωσε εν μία νυκτί ως την επόμενη αντρική φαντασίωση των Ελλήνων;
Στα τέλη των ’80s έκανε την ιστορική και αποκαλυπτική φωτογράφιση στο «Playboy» (Οκτώβριος του 1988), σφραγίζοντας λες τη δεκαετία με τα πλούσια ελέη της! Η εποχή της βιντεοκασέτας διένυε πια τα στερνά της, κι έτσι εκείνη έκανε την κίνηση-ματ: αξιοποίησε την πλουσιοπάροχη αμοιβή της από το αντρικό περιοδικό και άνοιξε ένα πρατήριο καυσίμων με τον άντρα της. Κι έτσι πια «αν βγαίνει πάνω μου κάτι σ#ξι, είναι λόγω του χαρακτήρα μου. Είμαι η Ισμήνη που έχει το πρατήριο καυσίμων».
Από τη showbiz η Καλέση εξαφανίζεται μαγικά, στην οποία θα επανέλθει σποραδικά πολύ αργότερα και πάλι μέσα από ελάχιστες και προσεκτικά επιλεγμένες δουλειές. Η απόφασή της να αποσυρθεί από τον χώρο του θεάματος προέκυψε έπειτα από σκέψη και δεν ήταν μια παρόρμηση της στιγμής:
«Έπρεπε να δώσω άλλη διαδρομή στην καριέρα μου. Γιατί αλλιώς, τελειώνοντας τα ωραία πόδια και το ωραίο πρόσωπο, πας σπίτι σου. Εγώ όμως ήθελα να μείνω στο θέατρο, γι’ αυτό και σε εύλογο χρονικό διάστημα έκανα τη στροφή», είπε χρόνια αργότερα και συνέχισε: «Έπρεπε να κρατήσω τα πολεμικά μου εφόδια. Να διαλύσω τη σαμποταρισμένη φήμη ότι είμαι μόνο ένα σ#ξι θηλυκό. Που δεν είμαι, γιατί αν υποτεθεί ότι βγαίνει κάτι σ….ξι επάνω μου, βγαίνει λόγω του χαρακτήρα μου και αυτό που κάνω είναι γιατί έτσι είμαι. Είτε είμαι η Ισμήνη Καλέση είτε είμαι η Ισμήνη που έχει το πρατήριο καυσίμων. Δεν υπάρχει κάτι επιτηδευμένο πάνω μου. Έτσι μου αρέσει να είμαι. Τα ΜΜΕ προέβαλαν μια Ισμήνη που ήταν s….x symbol και κάπου έπαιζε κάποιους ρόλους κάνοντας τη χαζή ή τη γατούλα. Δεν είμαι μόνο αυτό».
Και σίγουρα δεν ήταν μόνο αυτό, όπως και το άλλο s…x symbol της βιντεοκασέτας, η Βίνα Ασίκη…
Το 1957 στην Αθήνα γεννιέται η Ισμήνη Καλεσοπούλου. Για τα παιδικά της χρόνια δεν είναι και πολλά γνωστά, ξέρουμε πάντως ότι η μικρή Ισμήνη ταλαντεύτηκε μεταξύ τέχνης και επαγγελματικής αποκατάστασης, όταν σκέφτηκε ότι δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να διαλέξει! Κι έτσι την ώρα που σπουδάζει στο τμήμα Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, γράφεται και στη Δραματική Σχολή Αθηνών του Θεοδοσιάδη.
Αργότερα θα παρακολουθήσει και μαθήματα χορού αλλά και πιάνου, αν και η υποκριτική κέρδιζε συνεχώς έδαφος έναντι όλων των άλλων ενδιαφερόντων της. Κι έτσι τον Μάρτιο του 1979 θα εξασφαλίσει τον πρώτο της καλό ρόλο, ως παρουσιάστρια δηλαδή του θρυλικού τηλεοπτικού πολυπροϊόντος «Λούνα Παρκ». Η Καλέση παρουσίαζε για τα επόμενα δύο χρόνια τα τηλεπαιχνίδια της σειράς…
Πριν ξεκινήσει η «βιντεοταινία», η Καλέση θα περάσει από τα κινηματογραφικά πλατό τόσο με τις «Φανταρίνες» (1979) του Δαδήρα, δίπλα στους Ηλιόπουλο και Βλαχοπούλου, όσο και την αξέχαστη «Γκαρσονιέρα για 10» (1981), του ίδιου σκηνοθέτη, που δεν την είχε ξεχάσει προφανώς.
Η νεαρή Ισμήνη εμφανίζεται αποκαλυπτικότατη για τα συντηρητικά δεδομένα της εποχής και τόσο ο Φιλιππίδης όσο και ο Εξαρχάκος παθαίνουν την -εντός οθόνης πάντα- πλάκα τους. Εκείνη κάθεται πάνω στο γραφείο με το κοντό φουστανάκι και το βαθύ ντεκολτέ της κάνοντας άπαντες να παραμιλούν.
Και τότε ήρθε το ιστορικό στριπτίζ. Κάτω από τους ήχους του τραγουδιού-παρωδία «Αποστόλη βάλ’ την όλη την παλιά τη μαστοριά σου», γεννιέται μια σ#ξοβόμβα της εποχής. Η Καλέση γίνεται γνωστή στο πανελλήνιο και όλοι επαινούν την εκρηκτική της παρουσία.
Η φήμη της θα εξαργυρωθεί και με το παραπάνω στο -εξίσου θρυλικό με το πρωτότυπο- sequel της «Ρόδας, τσάντας και κοπάνας» (1983), όταν θα καθιερωθεί στη συνείδηση πιτσιρικάδων και μεγαλυτέρων ως η νέα φαντασίωση του Έλληνα. Ο οποίος τσακωνόταν τώρα στα καφενεία και τα πηγαδάκια για το ποια ήταν πιο καυτή, η Καλέση ή η Ασίκη!
Το φαινόμενο Καλέση ήταν ωστόσο διττό: ενώ στη βιντεοκασέτα, που έκανε πια με τον σωρό, ενσάρκωνε μονίμως ρόλους ανάλαφρου θηλυκού με χυμώδεις καμπύλες, η θεατρική της καριέρα (που ξεκινά πάνω-κάτω αυτή την εποχή) ήταν εντελώς άλλη ιστορία. Εκεί αναλάμβανε «σοβαρούς» ρόλους και έπαιζε σε παραστάσεις-σταθμούς, όπως ο «Αρχοντοχωριάτης» του Μολιέρου ή η «Φωλιά του κούκου».
Ταυτοχρόνως, η καλλίγραμμη Καλέση φροντίζει να κρατήσει μακριά από τα αδιάκριτα μάτια την προσωπική της ζωή και ποτέ δεν θα απασχολήσει τα Μέσα με καμώματα εκτός δουλειάς. Κι έτσι την ώρα που την ονειρεύονται πολλοί, κανείς δεν ξέρει πως εκείνη είναι με τον ίδιο άντρα από τα 15 της!
Πλάι στις βιντεοκασέτες που γυρίζονται με το τσουβάλι, η Καλέση θα εμφανιστεί και σε μερικές από τις ελάχιστες κινηματογραφικές παραγωγές του καιρού, όπως στο «Άρπα Colla» (1982) του Περάκη, στον «Σερίφη τον Μηχανοφάγο» (1983), πλάι στον Βουτσά, στον «Τσιτσιολίνο» (1987), στο πλευρό του Μουστάκα, αλλά και στους «Αθηναίους» (1990) του Αλεξάκη.
Η βιντεοκασέτα και οι τίτλοι καμαρώνουν πως έχουν την Καλέση στο καστ τους. Στις περισσότερες βιντεοταινίες κρατούσε μάλιστα πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως στις «Λάκης και πάσης Ελλάδος» (1985) «Με το ζόρι τρελός» (1986), «Ο ξελογιασμένος» (1987), «Χαμός στην οδό Κερατάδων» (1987), «Σκανδαλιάρα και δύσκολη» (1988), «Ο μάγος του σ#ξ» (1988), «Θηλυκό κοκτέιλ» (1989), «Ο εθνικός μας έρωτας» (1989) πλαισιώνοντας από τον Μουστάκα, τον Καλογήρου και τον Τζεβελέκο μέχρι τον Μιχαλόπουλο, τον Παπαναστασίου και τον Λυγίζο.
Εξίσου δυνατή ήταν και η τηλεοπτική της παρουσία, παίρνοντας μέρος σε σειρές ή επιλεγμένα επεισόδια για δύο σχεδόν δεκαετίες. Από τα είκοσι και πλέον τηλεοπτικά σίριαλ που εμφανίστηκε αναφέρουμε ενδεικτικά τα «Τρεις και ο κούκος» (1986), «Το ρετιρέ» (1990), «Οι τρεις χάριτες» (1992), «Άρχεται η συνεδρίασις» (1993), «Ο χήρος, η χήρα και τα χειρότερα» (1993), «Άλλη το πρωί, άλλη το βράδυ» (1994) και «Ελλάς το μεγαλείο σου» (2003)…
Το 1988, στο απόγειο της επιτυχίας της, λέει το μεγάλο «ναι» στο «Playboy» για μια αισθησιακή φωτογράφιση. Το τεύχος ξεπούλησε και η ίδια είπε αργότερα: «Ποτέ μου δεν μετάνιωσα για τη φωτογράφιση. Δεν ήταν όμως χυδαία. Από αυτή και από ένα διαφημιστικό που ακολούθησε κατάφερα να βγάλω καλά χρήματα. Έτσι, τώρα έχω μια ιδιοκτησία που με κρατάει».
Πρόκειται για το βενζινάδικο που διατηρεί με τον σύζυγό της, όταν άρχισαν να αραιώνουν οι εμφανίσεις της τόσο σε γυαλί όσο και σανίδι. Γιατί, όπως είχε δηλώσει, μπορεί να ήταν άλλοτε σταρ της βιντεοκασέτας και να έχει γράψει μέχρι και παιδικά βιβλία, από το επάγγελμα του ηθοποιού δεν έζησε ωστόσο ποτέ…
Όσο τη λάτρευε το αντρικό κοινό, κανείς δεν ήξερε πως η Καλέση ήταν με τον ίδιο άντρα από τα 15 της χρόνια. Θα έπρεπε να περάσουν χρόνια για να εξομολογηθεί: «Με τον σύζυγό μου είμαστε μαζί από τα 15 μου. Δεν μεγαλώσαμε μαζί, εκείνος ήταν μεγάλος. Έχουμε μια διαφορά 13 χρόνων. Εγώ στα 15, εκείνος στα 28. Στα επαγγελματικά μου δεν με στήριζε ιδιαίτερα, ούτε με απέτρεπε. Αν με στήριζε περισσότερο, θα είχα κι εγώ ενδιαφερθεί με πιο δραστικό και δυναμικό τρόπο. Αν με απέτρεπε, δεν θα ήμασταν μαζί».
Γιατί επέλεξε όμως να απορρίψει τον ρόλο του s….x symbol; Κατά δήλωσή της: «Από το ’90 και μετά άρχισα να αραιώνω τις εμφανίσεις μου από δική μου επιλογή. Από κει και ύστερα είπα ότι θέλω να παίξω και πράγματα που να τα πιστεύω περισσότερο. Είχα μια επιχείρηση επιπλέον, ήμουν και παντρεμένη και δεν είχα ανάγκη να δουλεύω».
Κι έτσι στράφηκε σε επιλεκτικές ποιοτικές δουλειές στο σανίδι, καθώς μιλάμε για χρόνια δύσκολα για το ελληνικό σινεμά. Τώρα εμφανιζόταν μόνο όπου και όποτε το έκρινε εκείνη. Στη θεατρική σκηνή, στην οποία είχε σχεδόν σταθερή παρουσία από το 1982-1988, ξανανέβηκε το 1991, το 1992, το 1994, το 1996, το 1999, το 2001 και το 2002.
Ποτέ δεν έφυγε λοιπόν πραγματικά από το πολυαγαπημένο της σανίδι, δεν ήταν απλώς η ξανθιά πρόκληση που είχε μάθει το αντρικό κοινό της χώρας μας. Και τώρα δεν έδινε και συνεντεύξεις! Το 2008 και κυρίως το 2013 επέστρεψε μάλιστα δριμύτερη στο θέατρο και το 2014 και στην τηλεόραση, έπειτα από μακρά απουσία.
Για την τηλεόραση είπε χαρακτηριστικά: «Δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα η τηλεόραση γιατί είναι πολύ λίγα τα χρήματα για το άγχος που κουβαλάς στην πλάτη σου. Θα μου πεις ότι σου προσφέρει αναγνωρισιμότητα, αλλά εγώ ακόμη και χωρίς να είμαι συνεχώς στο γυαλί δεν είχα τέτοιο θέμα. Η αλήθεια είναι πως δεν κυνηγάω καμία δουλειά, δεν ανήκω σε κανένα κύκλωμα και αφήνω τα πράγματα να έρθουν από μόνα τους».
Όσο για τα άλλα τηλεοπτικά προϊόντα, την αφήνουν λέει παγερά αδιάφορη, καθώς δεν πιστεύει στην ποιότητα των παρουσιαστών: «Μιλάμε για παρουσιαστές και παρουσιάστριες που το διαβατήριό τους είναι η αγραμματοσύνη και η κιτσαρία», δηλώνει χαρακτηριστικά. Το 2015 έπαιξε πάντως σε άλλο ένα σίριαλ («Το σόι σου»), υπενθυμίζοντας σε όλους τα αλλοτινά μεγαλεία, μιας και εξακολουθεί να είναι μια γυναίκα εμφανίσιμη.
Στην προσωπική της ζωή, η 62χρονη πια Καλέση συνεχίζει να ζει στο πλευρό του συζύγου της και το ζευγάρι δεν έχει αποκτήσει παιδιά, επειδή όπως δήλωσε η ίδια: «Βαριόμουνα. Ποτέ δεν ήθελα παιδιά. Μου αρέσουν τα ζώα. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι. Θέλουν μεγάλο κόπο και τεράστια εκπαίδευση. Είναι πολύ μεγάλη ευθύνη. Το έβρισκα άνευ λόγου. Θα μπορούσα και τώρα να υιοθετήσω ένα παιδί και να το λατρεύω σαν δικό μου, αν αυτό είναι το θέμα».
Ο δημόσιος λόγος της αποκαλύπτει μια γυναίκα συνειδητοποιημένη και έναν άνθρωπο εντάξει με τις επιλογές του.