Ο Γιώργος Παππάς ήταν μία από τις μεγαλύτερες μορφές που πέρασαν από το ελληνικό θέατρο και τον κινηματογράφο, όχι μόνο ως ηθοποιός, αλλά και ως σκηνοθέτης και μεταφραστής έργων, ενώ η αρχοντιά του και η γοητεία τους δεν άφηνε ασυγκίνητο τον γυναικείο πληθυσμό.
Ο Γιώργος Παππάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1903 (ή το 1909 ανάλογα) και ο πατέρας του ήταν ο Σπυρίδωνας Παππάς που ήταν δημοσιογράφος και η μητέρα του ήταν μια από τις σημαντικότερες ελληνίδες ποιήτριες του μεσοπολέμου, η Θεώνη Δρακοπούλου, που το ψευδώνυμο της ήταν ‘’Μυρτιώτισσα’’. Λόγο της αστικής του οικογένειας, είχε την τύχη να κάνει σπουδές στο εξωτερικό και να είναι για την εποχή του, ένας από τους πιο μορφωμένους ηθοποιούς. Οι σπουδές που έκανε ήταν στην Γαλλία στο τμήμα της Γεωπονίας, αλλά δεν αποφοίτησε ποτέ από την σχολή του. Μόλις γύρισε στην Ελλάδα, μπήκε στο Υπουργείο Εξωτερικών και ξεκίνησε να στρέφεται προς την διπλωματική καριέρα, αλλά ούτε αυτή η διαδρομή μπόρεσε να ολοκληρωθεί, αφού μπήκε στη ζωή του ο θέατρο, όπου και τελικά κατάφερε να παραμείνει και να τελειώσει με την καλλιτεχνική σταδιοδρομία.
Το 1931 έκανε την πρώτη του εμφάνιση με τον θίασο του Μήτσου Μυράτ, σ’ ένα έργο του Σόμερσετ Μωμ και ήταν ο «Κύκλος», αλλά δεν έμεινε εκεί. Σε λίγο διάστημα έγινε συνθιασάρχης με την Κυβέλη, την Κοτοπούλη κ.α. και κατά την διάρκεια της κατοχής, έκανε και τον δικό του θίασο με την Βάσω Μανωλίδου, τον Δενδραμή και τον Βεάκη.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος μπήκε στο θίασο του Δημήτρη Χορν και της Έλλης Λαμπέτη και ο τύπος τότε έγραφε για τους τρεις αυτούς καταπληκτικούς ηθοποιούς, ότι δημιουργήθηκε ‘’Ο Θίασος των άστρων’’. Η Τζένη Καρέζη θυμόταν πάντα με αγάπη και θαυμασμό τον Γιώργο Παππά, γιατί η γνωριμία της μαζί του σαν δάσκαλος της σχολής, την είχε επηρεάσει θετικά όχι μόνο σαν ηθοποιό, αλλά και σαν άνθρωπο. Η ίδια έλεγε ότι το σημαντικότερο που την είχε μάθει, ήταν να εμπιστεύεται τον εαυτό της.
Μια άλλη μεγάλη ηθοποιός που είχε ερωτευθεί πολύ τον Γιώργο Παππά ήταν η Μελίνα Μερκούρη. Η ίδια θυμάται την πρώτη φορά που τον είδε στο θέατρο και τους δυνατούς χτύπους που άκουσε στην καρδιά της εκείνη την ώρα. Ο έρωτας ήταν τόσο κεραυνοβόλος, που κάθε βράδυ πήγαινε και έβλεπε το έργο, για να μπορεί να τον βλέπει συνέχεια. Πήγε τόσες πολλές φορές, που οι ταξιθέτριες την είχαν πια μάθει και όταν την έβλεπαν της χαμογελούσαν με πονηρό βλέμμα, σαν να της έλεγαν ότι ‘’καταλάβαμε τι συμβαίνει’’.
Ξαφνικά μια μέρα που η Μελίνα ήταν μπροστά από μια βιτρίνα βιβλιοπωλείου, πλησίασε ο Γιώργος υπερβολικά γοητευτικός, απίστευτα ευγενικός και της είπε ότι κατάλαβε πόσο πολύ της αρέσει το θέατρο. Εκείνη ταράχτηκε και επειδή φορούσε σιδεράκια δεν απάντησε, απλά κούνησε το κεφάλι της θετικά. Μόλις της πρότεινε όμως να συναντηθούν για να της διδάξει κάποια πράγματα για το θέατρο, η Μελίνα πάλι με κλειστό στόμα δέχτηκε την πρόταση και αμέσως πήγε στον οδοντίατρο και τον παρακαλούσε να την βγάλει τα σιδεράκια. Έγινε πρωταγωνιστής, μέλος αλλά και καθηγητής υποκριτικής του Βασιλικού Θεάτρου Αθηνών, το γνωστό σήμερα σε όλους μας Εθνικό Θέατρο.
Μπορεί στο θέατρο να είχε πολύ σημαντική παρουσία και να είχε πρωταγωνιστήσει σε πολλά έργα, στον κινηματογράφο όμως οι ταινίες που συμμετείχε ήταν ελάχιστες και γι’ αυτό δεν υπάρχει πολύ υλικό για να δείξουμε. Στα έργα «Έγκλημα και τιμωρία», «Καίσαρ και Κλεοπάτρα», «Δον Ζουάν» κ.α. είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Επίσης είχε συμμετάσχει στην «Μαντάμ Σουσού», «Κυριακάτικο ξύπνημά» κ.α. Είχε συνεργαστεί με την ‘’Έλλη Λαμπέτη’’, ‘’Δημήτρη Χορν’’, ‘’Τασσώ Καββαδία’’, ‘’Αιμίλιο Βεάκη’’, ‘’Μαρίκα Κοτοπούλη’’, ‘’Αλέξη Μινωτή’’ κ.α.
Εκτός από καλός ηθοποιός, σκηνοθετούσε πολλά θεατρικά έργα, τα οποία και μετέφραζε για πολλά χρόνια. Επίσης τον είχαν τιμήσει για την δουλειά του στο γαλλικό θέατρο, με το χάλκινο παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής.
Το 1953 όταν τελείωσε τα γυρίσματα από το «Κυριακάτικό Ξύπνημα» με τον Δημήτρη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη που γινόντουσαν στο Κάιρο, γυρνώντας στην Ελλάδα παθαίνει σοκ, μαθαίνοντας πως έχει καρκίνο και μάλιστα με μετάσταση στους πνεύμονες. Μπορεί τα προβλήματα της υγείας του να ήταν μεγάλα, όμως εκείνος δεν το έβαζε κάτω και παρά τους πόνους, δεν σταμάτησε να παίζει στο θέατρο, με το ίδιο σθένος, την ίδια αγάπη και την ίδια αφοσίωση όπως έκανε πάντα. Η τελευταία του δουλειά λίγο πριν επέλθει το μοιραίο, ήταν με την ανεπανάληπτη ‘’Άννα Συνοδινού’’ την άνοιξη του 1958 «Ο Άνθρωπος του τρένου». Ήταν ένας καταπληκτικός ηθοποιός, που με τις ερμηνείες του κατάφερνε να είναι αγαπητός σε όλο το κοινό. Είτε αυτό άνηκε στους απλούς λαϊκούς ανθρώπους, είτε στους πιο πνευματικούς. Μπορούσε να ανταπεξέλθει με μεγάλη ευκολία σε ότι απρόοπτο μπορούσε να συμβεί πάνω στη σκηνή. Ένα ακόμα στοιχείο της προσωπικότητας του, ήταν η γοητεία που έκπεμπε το βλέμμα του, το ύφος του και γενικά όλο το αρχοντικό παρουσιαστικό του. Αυτό βέβαια δεν περνούσε απαρατήρητο από το γυναικείο φύλλο και οι επιτυχίες του σε αυτό, δεν ήταν λίγες.
Έφυγε από τη ζωή στις 3 Μαΐου του 1958 σε ηλικία περίπου 55 χρονών, αφού η ασθένεια του τα τελευταία χρόνια, τον έριχνε τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά. Η έλλειψη του από το καλλιτεχνικό στερέωμα έγινε αμέσως εμφανής, όπως και άλλων ανεπανάληπτων ηθοποιών εκείνης της εποχής.
Ψιτ κορίτσια (1959). – Ο άνθρωπος του τραίνου (1958) [Δημήτρης]. – Το τελευταίο ψέμμα (1958) [Κλέων Πέλλας]. – Η άγνωστος (1956) [Πέτρος Φλεριανός]. – Κυριακάτικο ξύπνημα (1953) [Παύλος Καραγιάννης]
Ο άλλος (1952). – Μαντάμ Σουσού (1948). – Πρόσωπα λησμονημένα (1946). – Ο κακός δρόμος (1933). – Έρως και κύματα (1927)