Ο Γιάννης Κούτρας γεννήθηκε το 1955 στη Αιδηψό.Πατέρας και αδελφός ψάλτες βυζαντινής μουσικής. Αν και οι γονείς του τον… προόριζαν για γιατρό ή δικηγόρο τον κέρδισε το τραγούδι.Το 1974, με το τέλος της Δικτατορίας, μετακόμισε στην Αθήνα για να μάθει κιθάρα και πιάνο.
Της: Έπη Τρίμη
Σπούδασε στο Εθνικό Ωδείο στον Πατρικίδη, Βώκο και Βασιλειάδη. Αρχικά έμεινε σ΄ ένα υπόγειο. Δούλευε σε σιδεράδικο, σε βενζινάδικα… Όπου έβρισκε και τα βράδια πήγαινε στο Εθνικό Ωδείο.Το 1978 άρχισε να τραγουδάει, ηχογραφώντας τη Μουσική Πράξη του Μπρεχτ του Θάνου Μικρούτσικου και τον Σταυρό του Νότου.
Έχασα τον μισό μου εαυτό. Κατέρρευσα. Δυσκολεύομαι πολύ να διαχειριστώ τη βαρύτατη απώλεια και το κενό στην ψυχή μου. Πήγα νωρίς στην κηδεία, αγκαλιαστήκαμε με τα παιδιά του, με την υπέροχη γυναίκα του Μαρία και με τον αδελφό του τον Ανδρέα, κλάψαμε όλοι μαζί. Έσκυψα, τον φίλησα και τον αποχαιρέτισα. Ήταν πανέμορφος. Σαν να είχε πέσει για ύπνο. Έτσι όπως τον είδατε στο ξύλινο κουτί, έτσι κοιμόταν τα βράδια όσο ζούσε. Ήσυχος, ήρεμος, με μαλακό πρόσωπο, με τα γενάκια του… «Παιδιά, να τον αφήσουμε να γαληνέψει», είπα στα κανάλια που με περίμεναν έξω από το σπίτι. Θέλει σιωπή η ψυχή για να πετάξει.
“Του χρωστάω τα πάντα”, λέει ο Γιάννης Κούτρας. “Την καριέρα, το όνομα, τα ταξίδια, τις χίλιες πεντακόσιες συναυλίες μου, όλα. Σαράντα χρόνια περπατήσαμε μαζί, από το 1975 που με πήρε να τραγουδήσω στα «80 Χρόνια Μπρεχτ» στο θέατρο Μπρόντγουεϊ, ενώ μέχρι τότε τραγουδούσα Μπιτλς, Νταλάρα και ούτε ξέρω τι άλλο. Ο Θάνος με πήγε στη Μελίνα και στον Κατράκη. Γνώρισα τον Κουν, τον Χατζιδάκι, τον Ελύτη, τον Γκάτσο, τον Λοϊζο. Τραγούδησα στο Ηρώδειο, στην Επίδαυρο, στο Μέγαρο Μουσικής, παντού. Χάρη στην ευλογία του Θάνου, δεν ταλαιπωρήθηκα ποτέ στα σκυλάδικα. Από τη Βήτα Εθνική πέρασα απ’ ευθείας στο Τσάμπιονς Ληγκ. Με πήρε από το μηδέν, ένα ανώνυμο παιδί 20 χρονών με τα λάθη μου, και με γέννησε. Έπλασε έναν καινούριο άνθρωπο. Ακόμα και όταν αρρωστήσαμε, αρρωστήσαμε ταυτόχρονα, όπως οι δίδυμοι. Δεν είναι τυχαίο”.
“Δε μπόρεσα λόγω συνθηκών να συνεργαστώ με τον Σταμάτη Κραουνάκη και το Σταύρο Ξαρχάκο. Ο Ξαρχάκος είναι ένας άνθρωπος που εκτιμώ αλλά δεν έχω συναντήσει και θα ήθελα να έχω πει τα τραγούδια τους, κατά την καλή εποχή του Ξαρχάκου και την γόνιμη τωρινή εποχή του Σταμάτη. Με το Σταμάτη έχουμε φιλική σχέση”, αναφέρει ο Γιάννης Κούτρας.
Υπήρξα εγωιστής, βίαιος, νέος με οργή και κακές προθέσεις, όλα όσα έχει ένα παιδί που δεν είναι διαχειρίσιμο. Όταν ο άνθρωπος φθείρεται εξωτερικά γλυκαίνει εσωτερικά και αποκτά μια σοφία. Μπορεί και αποδέχεται, συγχωρεί και ακούει.
Από αυτούς ζητάω ταπεινά συγγνώμη και τους έχω πει πως αν δεν υπήρχαν, δε θα ζούσα. Θα έλεγα λοιπόν στον παλιό μου εαυτό, αν μπορούσα να αποφύγω αυτά θα ήμουν ένας καλύτερος άνθρωπος. Έτσι είναι το κάρμα και πολεμάω τώρα να το διορθώσω όσο αναλογεί στον καθένα, λέει σε μια κατάθεση ψυχής ο Γιάννης Κούτρας.
Ο Γιάννης Κούτρας αποκάλυψε τέλος ότι κάποια στιγμή σκέφτηκε ακόμα και την αυτοκτονία.Παράλληλα με την ψυχωτική μου συνδρομή, την κατάθλιψη που είναι απόρροια συνδυασμού από τους γονείς μου, ήρθε κι έδεσε. Σηκώθηκα κι έφυγα την στιγμή που η καριέρα μου είχε φτάσει στο απόγειο”. “Μπορεί να οδηγούσε σε καταστροφή. Τότε είδα μπροστά μου αυτό που έπρεπε. Ταπεινώθηκα και ο Θεός με βοήθησε και μπόρεσα και ανένηψα από όλη αυτή την ιστορία. Είδα πως έπρεπε να βγω από όλο αυτό το χάος. Σιγά σιγά, βήμα βήμα με την βοήθειά του”…