Ο Φρανκ Σινάτρα γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1915 στο Χόμποκεν του Νιου Τζέρσι.
Της: Έπη Τρίμη
Ίσως το πιο «σημαδιακό» γεγονός στη ζωή του ήταν η ίδια του η γέννηση: καθώς έβγαινε από την κοιλιά της μητέρας του, όχι μόνο κόπηκε ο λοβός του αριστερού του αφτιού, αλλά και ο λαιμός του τραυματίσθηκε επικίνδυνα από τη λαβίδα του γιατρού. Όλοι νόμιζαν ότι το μωρό γεννήθηκε νεκρό – ευτυχώς επενέβη έγκαιρα η γιαγιά του: τον έβαλε κάτω από κρύο νερό και η ζωή επέστρεψε αμέσως.
Ο Φρανκ Σινάτρα ήταν ο μοναχογιός του Σικελού μποξέρ και πυροσβέστη Αντονίνο Μαρτίνο Σινάτρα, και της επίσης Ιταλίδας νοσοκόμας Ναταλίνα Γκαραβέντα, που μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη του 19ου αιώνα. Όλη η οικογένεια κακομάθαινε τον μικρό Φρανκ με ακριβά δώρα και ρούχα. Εκείνος, όμως, ήταν «αλητάκι» και μάλιστα για ένα διάστημα έδρασε ως αρχηγός μιας συμμορίας μικροκλεφτών.
Στις 26 Νοεμβρίου του 1938, ο 23χρονος Φρανκ Σινάτρα συνελήφθη απ’ την αστυνομία και πήγε στη φυλακή με την κατηγορία της «αποπλάνησης». Ο γαλανομάτης τραγουδιστής είχε αποπλανήσει μία δεσποινίδα «από καλό σπίτι» και με άριστη φήμη. Αν και η κατηγορία απορρίφθηκε πολύ σύντομα, ο Σινάτρα χρειάστηκε να πληρώσει 1.500 δολάρια εγγύηση. Ένα μήνα αργότερα, ο νεαρός Φρανκ βρέθηκε ξανά στα χέρια της αστυνομίας. Στις 22 Δεκεμβρίου, αποκαλύφθηκε ότι η «δεσποινίς» που είχε αποπλανήσει ήταν κυρία μετά συζύγου. Η προηγούμενη κατηγορία αναθεωρήθηκε και έγινε μοιχεία….
Για τις σεξουαλικές του σχέσεις με μία παντρεμένη, ο Σινάτρα πλήρωσε άλλα 500 δολάρια εγγύηση. Οι κατηγορίες για ακόμα μία φορά απορρίφθηκαν. Το 1938 ο Σινάτρα δούλευε ως τραγουδιστής και σερβιτόρος σε ένα τοπικό εστιατόριο. Είχε ήδη κάνει μία περιοδεία το 1935, με το συγκρότημα «The Hoboken Four», αλλά η καριέρα του δεν θα απογειωνόταν για αρκετά χρόνια ακόμα. Αν και οι ώρες που πέρασε στη φυλακή δεν ξεπέρασαν τις 16, οι φωτογραφίες της σήμανσης θα ζήσουν αιώνια….
Η φιλία του µε τους µαφιόζους του Σικάγο Σαµ Τζιανκάνα και Τζο Φισέτι βασιζόταν στον αλληλοθαυµασµό. Τους είχε κάνει είδωλά του, όπως τα µικρά αγόρια βλέπουν µε δέος τους καουµπόηδες. Οπως είχε πει, «θα προτιµούσα να είµαι αφεντικό στη Μαφία, παρά πρόεδρος της Αµερικής». Από την άλλη, οι µαφιόζοι κολακεύονταν από τη σχέση τους µε τον Σινάτρα και, όταν ο Φράνκι τούς έπεισε να στηρίξουν τον Κένεντι στις εκλογές µε αντάλλαγµα ο JFK να χαλαρώσει τη δίωξή τους, το έκαναν. Οταν όµως ο Ρόµπερτ Κένεντι συνέχισε να πιέζει για τη σύλληψή τους, οι σχέσεις τους επιδεινώθηκαν. Λέγεται ότι το πρωτοπαλίκαρο του Τζιανκάνα, Τζόνι Φορµόσα, πρότεινε στο αφεντικό του να «καθαρίσουν» τον Σινάτρα για να δείξουν τη δύναµή τους, όµως εκείνος αρνήθηκε. Ούτε η Μαφία δεν ένιωθε ότι δικαιούται να σκοτώσει τον Φράνκι.
Τραγουδιστής αποφάσισε να γίνει όταν το 1933 άκουσε για πρώτη φορά ζωντανά τον Μπιγκ Κρόσμπι. Μετά τη διάκρισή του σε μία ραδιοφωνική εκπομπή ταλέντων, ο νεαρός με τα ρουφηγμένα μάγουλα και τα έντονα ζυγωματικά έπιασε δουλειά σ’ ένα μικρό κλαμπ του Νου Τζέρσι, όπου προσέλκυσε την προσοχή του τρομπετίστα και μπαντ-λίντερ Χάρι Τζέιμς. Λίγο αργότερα, το 1940, εντάχθηκε στην μπάντα του Τόμι Ντόρσεϊ και σύντομα η καριέρα του άρχισε να απογειώνεται.
Έχει χαρακτηριστεί ως ο σημαντικότερος Αμερικανός τραγουδιστής του 20ου αιώνα. Για τους θαυμαστές του εξακολουθεί να παραμένει η «Φωνή». Μεγάλες του επιτυχίες τα τραγούδια: «Strangers in the Night», «My Way», «That’s Life», «Fly Me to the Moon» και «Theme From New York New York».
Oι σχέσεις του ήταν περισσότερες και από τα τραγούδια του. Εκτός από τους τέσσερις γάµους του µε τη Νάνσι Μπαρµπάτο, την Άβα Γκάρντνερ, τη Μία Φάροου και την Μπάρµπαρα Σινάτρα, είχε εκατοντάδες ερωµένες, διάσηµες και µη. Ανάµεσά τους οι Κιµ Νόβακ, Λορίν Μπακόλ, Γκλόρια Βάντερµπιλτ, Τζούλιετ Πράους, αλλά και η Μέριλιν Μονρόε. Και ήταν και επιλεκτικός… Σύµφωνα µε τον Κάπλαν, ο Σινάτρα σιχαινόταν τα χοντρά πόδια της Νόβακ, αλλά τον κέρδιζε το πρόσωπό της. «Είχε εκατοντάδες ερωµένες, αλλά δεν κατάφερνε να αποκτήσει συναισθηµατικό δέσιµο µε καµία», έλεγε η κόρη του Τίνα. «Σε κάθε κορίτσι της ζωής του αναλογούσε ένα χρονικό διάστηµα. Εκτός από την Άβα (Γκάρντνερ), η σκιά της οποίας κρεµόταν πάνω από τα κεφάλια µας», είχε εξοµολογηθεί η ερωµένη του Τζούντιθ Κάµπελ Εξνερ.
Ο Φράνκι έφτασε κοντά στο να παντρευτεί και τη Μέριλιν, παρότι τον εξόργιζε το πάθος της µε το αλκοόλ και περιφρονούσε το µυαλό της. Ήθελε, όµως, να τη σώσει, θεωρούσε ότι όλοι θα την άφηναν ήσυχη όταν θα ήταν πια κυρία Σινάτρα. Όταν εκείνη πέθανε, εκείνος έγινε ράκος, όµως ο πρώην άντρας της Τζο ντι Μάτζιο δεν του επέτρεψε να πάει στην κηδεία.
Η Μέριλιν Μονρόε βρέθηκε νεκρή, σε ηλικία 36 ετών, από υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών τον Αύγουστο του 1962, αλλά πολλοί πίστευαν (και εξακολουθούν να πιστευουν) ότι ο θάνατός της συνδεόταν με τις σχέσεις της με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι και τον αδελφό του, Μπόμπι – κοινώς ότι η διάσημη ηθοποιός-είδωλο δολοφονήθηκε.
Αναμεσα σε αυτούς ήταν και Φρανκ Σινάτρα, όπως υποστηρίζεται σε νέο αποκαλυπτικό βιβλίο.
Στο βιβλίο με τίτλο «Sinatra And Me: In The Wee Small Hours», ο πρώην μάνατζερ, μουσικός, τραγουδιστής, βραβευμένος κινηματογραφικός παραγωγός και στενός φίλος του Φρανκ Σινάτρα, Τόνι Οπεντισάνο ισχυρίζεται: «Ο Φρανκ πίστευε ότι δολοφονήθηκε και δεν το ξεπέρασε ποτέ».
Η Μέριλιν Μονρόε έμενε στο Cal Neva Lodge πριν από το θάνατό της, εν μέρει ιδιοκτησία του Σινάτρα και στο βιβλίο υποστηρίζεται ότι ήταν εκεί με τον πρώην σύζυγό της, τον θρύλο του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα The Independent, η Μονρόε επρόκειτο να δώσει συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο, κατά τη διάρκεια της οποίας, σύμφωνα με το βιβλίο, θα ανακοίνωνε την επανασύνδεσή της με τον ΝτιΜάτζιο.
Η ηθοποιός πέθανε πριν από τη διοργάνωση της συνέντευξης Τύπου και στο βιβλίο αναφέρεται ότι ο Φρανκ Σινάτρα πίστευε ότι την έκαναν να σιωπήσει λόγω του φόβου ότι θα χρησιμοποιούσε την εκδήλωση για να δημοσιοποιήσει μυστικά σχετικά με τις σχέσεις της με τους Κένεντι.
Ο Τόνι Οπεντισάνο γράφει: «Ο Φρανκ πίστευε ότι αν δεν είχε ανακοινωθεί η συνέντευξη Τύπου, θα ζούσε πολύ περισσότερο».
Στο βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε σε συνέχειες στο People, αναφέρεται ότι στον Φρανκ Σινάτρα ειπώθηκε από πηγές ότι στη δολοφονία της «είχαν εμπλοκή ο Ρόμπερτ Κένεντι ή η μαφία».
Ένας ακόµη θάνατος που του στοίχισε ήταν αυτός της Μπίλι Χόλιντεϊ, την οποία θαύµαζε. Όταν πήγε στο νοσοκοµείο να τη δει, του ζήτησε να της φέρει µια τελευταία δόση ηρωίνης. Παρότι εκείνος σιχαινόταν τα ναρκωτικά, αγόρασε µια δόση για αυτήν. Λόγω των αστυνοµικών που βρίσκονταν στο δωµάτιό της, δεν κατάφερε να την παραδώσει και όταν εκείνη τελικά «έφυγε», έµεινε κλεισµένος στο σπίτι επί τέσσερις ηµέρες πίνοντας για να ξεπεράσει τις τύψεις του.
Ο Φρανκ Σινάτρα πέθανε από καρδιακή προσβολή το 1998 σε ηλικία 82 ετών.