Η Έλενα Ναθαναήλ ήταν πολύ μπροστά για την εποχή της. Ήταν η γυναίκα που τόλμησε να καταρρίψει τον καθωσπρεπισμό και να σπάσει τα δεσμά της αστικής οικογένειας χωρίς να επιτρέψει στα τότε ΜΜΕ να σχολιάσουν ούτε τις τολμηρές σκηνές στις οποίες συμμετείχε (στα πλαίσια των ρόλων της), ούτε και στο να φέρει στον κόσμο την μονάκριβη κόρη της εκτός γάμου.
Η Έλενα είτε από ένστικτο, είτε από παιδεία είχε μέσα της το μέτρο. Ποτέ δεν έδωσε το στίγμα της εύκολης ή της πρόστυχης. Αντιθέτως ήταν κυρία, αξιοπρεπέστατη και όποιον ρόλο και αν καλείτο να υποδυθεί τον υπηρετούσε με την ίδια ζέση.
Η αείμνηστη Έλενα αν αποφάσιζε να φύγει από την Ελλάδα και έκανε μόνιμα διεθνή καριέρα ακόμη και σήμερα που έχει φύγει από τη ζωή θα απολάμβανε πολυσέλιδων αφιερωμάτων και εκπομπών. Η ψηλόλιγνη φιγούρα της, τα υπέροχα εκφραστικά της μάτια και τα μαύρα στιλπνά μαλλιά έκαναν τη γοητευτική Έλενα ένα sex symbol που η ίδια ποτέ δεν εκμεταλλεύτηκε για λίγη παραπάνω δημοσιότητα και αύξηση του κασέ της.
Αντιθέτως, μέσα από την σκληρή εργασία και τη διαφύλαξη της προσωπικής της ζωής διαφοροποιήθηκε από τις εξίσου λαμπερές ηθοποιούς της γενιάς της.
Ο πατέρας της Έλενας ήταν υφαντουργός. Γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1947 στη Νέα Φιλαδέλφεια Αττικής καθώς τότε κατοικούσαν πολύ μικρασιάτες και από πολύ μικρή έδειχνε πως θα ξεχώριζε τόσο για την προσωπικότητά της όσο και την ιδιαίτερη ομορφιά της. Η ίδια επέλεξε να κτίσει καριέρα μόνο με το μητρώνυμό της καθώς το Δεληβασίλη ήταν λιγότερο εύηχο και δύσκολο να αποτυπωθεί στην μνήμη στον χώρο του θεάματος. Η δε καταγωγή της από την πλευρά του πατέρα της ήταν από το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας.
Το γεγονός πως ήταν χορτάτη ψυχή καθώς δεν χρειάστηκε να βγει στην βιοπάλη την έκανε να μην κάνει εκπτώσεις ούτε ως άνθρωπος ούτε και στην καριέρα της. Πάντα έκανε αυτό που η ίδια ήθελε από μικρή ενώ είχε προσήλωση στον στόχο της χωρίς να παρεκκλίνει γι΄αυτό και το άστρο της έλαμψε χωρίς ποτέ να στηριχθεί σε σκάνδαλα ή σε παιχνίδια δημοσιότητας καθώς θα ήταν πολύ φθηνά για την αισθητική της.
Ως γόνος αστικής οικογένειας η Έλενα τελείωσε το Ιταλικό Γυμνάσιο και το Λύκειο Τεχνών της Ρώμης, όπου σπούδασε ζωγραφική και διακόσμηση. Ωστόσο, αν και πάντοτε είχε άποψη ως προς τις τέχνες προτίμησε να ακολουθήσει τον χώρο της υποκριτικής κάνοντας πολύ καλά καθώς διέπρεψε και ξεχώρισε.
Εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολο μια Ελληνίδα να κάνει εξωφυλλο σε ένα περιοδικό αυτού του βεληνεκούς ενώ μόνο η Μελίνα Μερκούρη φωτογραφήθηκε ξανά στο εν λόγω περιοδικό.
Το placement της φωτογράφισης ήταν το Αίθριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου ενώ πόζαρε δίπλα στον περίφημο Λέοντα του Κεραμεικού φορώντας κορυφαία αριστουργήματα από τη Συλλογή της Ελένης Σταθάτου του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Η εξαιρετικής αισθητικής φωτογράφιση έγινε από το διάσημο φωτογράφο Jack Garofalo και άφησε εποχή καθώς η εικόνα της συνάδει απόλυτα με την μεγαλοπρέπεια του Λέοντος.
Γι’ αυτήν την φωτογράφιση συμφώνησε η συλλέκτρια που είχε δωρήσει το 1957 την περίφημη συλλογή της στο Μουσείο, αλλά και το υπουργείο Πολιτισμού. Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που φορέθηκαν από μοντέλο οι αρχαιολογικοί θησαυροί: το αρχαϊκό «ενώτιο των σφιγγών» από το Άργος, το ένα από τα δύο περίτεχνα περιβραχιόνια και τον δακτυλικό σφηκωτήρα «των όφεων» από το «θησαυρό του Καρπενησίου», καθώς και το περιδέραιο της Τρωάδας.
Εκεί λάμπει και ο κόσμος του θεάματος αρχίζει να ασχολείται μαζί της. Παράλληλα, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Πέλου Κατσέλη όπου ξεχώρισε αμέσως μεταξύ των υπολοίπων σπουδαστών.
Η Έλενα Ναθαναήλ προσκλήθηκε από γερμανική εταιρία παραγωγής στο Μόναχο καθώς μια φωτογράφιση που είχε κάνει στο εξώφυλλο του κορυφαίου για την εποχή περιοδικού «Εικόνες», έγινε αφορμή να την προσέξει κάποιος ξένος παραγωγός που της έκανε πρόταση συνεργασίας.Αυτή ήταν και η αιτία να πρωταγωνιστήσει στην ομώνυμη νουβέλα του Τόμας Μαν- ταινία του Ρολφ Τίλε “Το αίμα των Βελζούνγκεν” (“Ένοχος δεσμός”).
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα έκανε καριέρα στο θέατρο και το σινεμά πάντοτε σε ρόλους που ταίριαζαν γάντι στην εικόνα και στο ταμπεραμέντο της.
Τη δεκαετία του ’70 η Έλενα Ναθαναήλ μεσουράνησε ενώ τα μακριά μαύρα ίσια μαλλιά της με τη χωρίστρα στη μέση πολλές ζήλεψαν και προσπάθησαν να μιμηθούν ενώ μέχρι σήμερα συνεχίζει να αποτελεί must τάση.
Ο σωματότυπός της τη βοήθησε να κάνει ένα σύντομο πέρασμα από τις πασαρέλες ενώ οι ενδυματολογικές της επιλογές άφησαν εποχή. Λάτρευε τα παντελόνια καμπάνα και τις καμπαρντίνες αλλά και τα mini φορέματα και τις μπότες τύπου κάλτσα πάνω από το γόνατο που αναδείκνυαν τα ονειρώδη πόδια της.
Παράλληλα είχε πάντοτε ως παρτενέρ γοητευτικούς άνδρες όπως ο Λάκης Κομνηνός χωρίς όμως ποτέ να συνάψει ερωτική σχέση μαζί τους.
Κατάφερε να εισπράττει πάντοτε καλές κριτικές και μάλιστα το 1968 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την ταινία Ραντεβού με μία άγνωστη.
Η πρώτη εμφάνιση της Έλενας γίνεται στην ταινία του Δαλιανίδη «Κάτι να καίει» και η τελευταία της στην τηλεοπτική σειρά του MEGA «Γοργόνες».
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα παίζει στην ταινία «Ντάμα Σπαθί» του Γιώργου Σκαλενάκη, η οποία διαγωνίσθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης (1966) και στο κινηματογραφικό φεστιβάλ Σικάγου ένα χρόνο αργότερα. Το 1967 πρωταγωνιστεί στο κοινωνικό δράμα του Ντίμη Δαδήρα «Ο 13ος», που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το σενάριο του Παύλου Κοντέλη.
Το 1968 γύρισε και την ταινία «Επιχείρησις Απόλλων» του Γιώργου Σκαλενάκη, όπου υποδυόταν μία όμορφη Ελληνίδα ξεναγό. Η ταινία γνώρισε μεγάλη επιτυχία και στο εξωτερικό, καθώς πρόβαλλε τις ελληνικές ομορφιές. Το 1971 πρωταγωνίστησε μαζί με τον Λάκη Κομνηνό στο ερωτικό δράμα του Βασίλη Γεωργιάδη «Εκείνο το καλοκαίρι» που θύμιζε την εκδοχή του «Love Story», με την υπέροχη μουσική επένδυση του Γιάννη Σπανού.
Η παρακμή του ελληνικού κινηματογράφου τη δεκαετία του ‘70 είχε επιπτώσεις στην καριέρα της, όπως και άλλων σταρ εκείνης της εποχής. Τη δεκαετία του ‘80 επανεμφανίστηκε μετά από επτά χρόνια απουσίας κι έπαιξε σε ελαφρές κωμωδίες και βιντεοταινίες, αλλά και σε σοβαρές παραγωγές, όπως στις ταινίες του Γιώργου Κατακουζηνού «Απουσίες» (1987) και του Μενέλαου Καραμαγγιώλη «Black out» (1998).
Οι τελευταίες της εμφανίσεις στην τηλεόραση ήταν ως Τζούλια στη σειρά «Άγγιγμα Ψυχής» (ΑΝΤ1),ενώ ο τελευταίος της ρόλος ήταν στη σειρά του Mega «Γοργόνες» το 2007.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά έκανε πολύ επιλεκτικές εμφανίσεις σε τηλεόραση και θέατρο καθώς ήταν αφοσιωμένη στον άντρα της ζωής Τάσο Μητρόπουλο και στην κόρη της Ίνκα με την οποία μοιάζουν τόσο εμφανισιακά όσο και ως χαρακτήρες.
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, εντούτοις το 1973 απέκτησε μια κόρη με τον επιχειρηματία Γιώργο Τσαγκάρη, την Ίνκα.
Τα τελευταία χρόνια μαζί με τον επί 29 χρόνια σύντροφο της ζωής της, βετεράνο ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Τάσο Μητρόπουλο, κατοικούσαν στην Εύβοια ενώ ασχολιόταν με την παραγωγή κρασιού έχοντας μειώσει τις επίσημες εμφανίσεις τους στο ελάχιστο.
Χτυπημένη από καλπάζων καρκίνο του πνεύμονα, απεβίωσε 2 μήνες μετά την ιατρική γνωμάτευση στις 4 Μαρτίου 2008, ενώ η κηδεία της έγινε το μεσημέρι της επομένης στο νεκροταφείο της Νέας Φιλαδελφείας στον Κόκκινο Μύλο σκορπίζοντας ανείπωτη θλίψη στους οικείους της και στον καλλιτεχνικό χώρο.
Ο Καλλίστρατος ήταν άλογο του ιπποδρόμου, αλλά έπασχε κι αυτό από καρκίνο και θα τον θανάτωναν αν η Έλενα δεν το έπαιρνε στο κτήμα της.
Όπως υποστήριξε η κόρη της, Ίνκα, τη μέρα που η ηθοποιός άφησε την τελευταία της πνοή, το άλογό της έκανε σαν τρελό καθώς χλιμίντριζε δυνατά και χτυπούσε με τα πίσω πόδια του την πόρτα του στάβλου.
Δεν υπάρχει μέρα που η κόρη της Ίνκα δεν τη θυμάται ενώ εμείς βλέποντάς την στις πολύ σπάνιες δημόσιες εμφανίσεις της βλέπουμε πόσο ισχυρό γονίδιο είχε η Έλενα Ναθαναήλ που μετέδωσε στην επίσης κούκλα κόρη της με την οποία μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό…