Ο Δημήτρης Νικολαϊδης ερμήνευσε τον Γιώργο Δελησταύρου στην ταινία «Δελησταύρου και υιός», τον διοικητή του αστυνομικού τμήματος στην ταινία «Η Λίζα και η άλλη» και τον καθηγητή γυμνασίου στην ταινία «Χτυποκάρδια στο θρανίο και έτσι αγαπήθηκε από το κοινό που μέχρι σήμερα μαγεύεται όταν τον απολαμβάνει στις ελληνικές ταινίες.
Γράφει η Έπη Τρίμη
Αν και αναλάμβανε κυρίως δεύτερους ρόλους είναι από τις πιο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Ο Δημήτρης Νικολαϊδης γεννήθηκε το 1922 στην Αθήνα και ήταν παιδί Μικρασιατών προσφύγων. Μεγάλωσε χωρίς πατέρα, ο οποίος πέθανε εννιά ημέρες μετά τη γέννησή του. Η μητέρα του δεν ξαναπαντρεύτηκε και τον μεγάλωσε μόνη της. Ήταν λαμπρός μαθητής, υπήρξε υπότροφος στο Πειραματικό Σχολείο Αθηνών και διακρίθηκε για τις ικανότητές του στον στίβο.
Αν και ξεκίνησε σπουδές στη Νομική τελικά τον κέρδισε η υποκριτική, και ξεκίνησε να σπουδάζει στη σχολή του Κάρολου Κουν. Το 1944 έκανε το ντεμπούτο του ως ηθοποιός στο πλευρό του δασκάλου του και τα επόμενα χρόνια πήρε μέρος σε πετυχημένους θιάσους. Δέκα χρόνια αργότερα κέρδισε τον πρώτο του κινηματογραφικό ρόλο.
Έπαιξε τον Ντιντή στην ταινία «Το κορίτσι της γειτονιάς» που προβλήθηκε το 1954.Από τότε δεν σταμάτησε να εργάζεται στον κινηματογράφο. Μεταξύ άλλων έπαιξε στις ταινίες «Ζητείται ψεύτης», «Η Λίζα και η άλλη», «Βίβα Ρένα» (Ρένα Βλαχοπούλου), «Η βουλευτίνα», «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη» και στην ταινία “Όταν τα ψάρια βγήκαν στη στεριά”.
Επίσης ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία και έχει στο ενεργητικό του σπουδαίες θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές παραγωγές. Έπαιξε στις σειρές «Εκείνες κι εγώ» και στη θρυλική ραδιοφωνική σειρά που έκανε πάταγο «Ο θυρωρός».
Παντρεύτηκαν τον Σεπτέμβριο του 1955 μετά από γνωριμία μόλις ενός μήνα και έμειναν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του ηθοποιού το 1993. Η πρώτη τους γνωριμία έγινε σχεδόν τυχαία, αλλά ήταν αρκετή για τους φέρει κοντά. Η Σαμπάχ, που ήταν γεννημένη στην Αλεξάνδρεια από Έλληνες γονείς, το καλοκαίρι του ’55 βρέθηκε στην Αθήνα συνοδεύοντας τη μητέρα της σε κάποιες ιατρικές εξετάσεις. Μια μέρα συνάντησαν τυχαία στο δρόμο την ηθοποιό Ίλια Λιβυκού την οποία γνώριζαν, καθώς λίγο καιρό πριν είχαν φιλοξενήσει την ίδια αλλά και ολόκληρο τον θίασο – Λογοθετίδη στο σπίτι τους στην Αίγυπτο. Η ηθοποιός προσκάλεσε τις δύο γυναίκες στο θέατρο Ριάλτο, όπου πρωταγωνιστούσε για να δουν την παράσταση.
Όταν έφτασαν, η μητέρα της κοπέλας την έστειλε στα παρασκήνια για να ενημερώσει για την άφιξή τους. Εκεί, ήταν και ο Δημήτρης Νικολαΐδης που συμμετείχε στην παράσταση. Ο ηθοποιός συμπάθησε τη νεαρή από την πρώτη στιγμή και της πρότεινε να μείνει να παρακολουθήσει την παράσταση από τα παρασκήνια. Μετά την παράσταση η «μικρή», όπως την αποκαλούσε ο Νικολαΐδης, ακολούθησε τον θίασο στη νυχτερινή του διασκέδαση στο κέντρο «Βράχος». Έτσι ξεκίνησε η γνωριμία των δύο καλλιτεχνών που έμελλε να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή.
Ο Δημήτρης Νικολαϊδης και η Σούλη (Αναστασία Χριστοδούλου) άρχισαν να συναντιούνται καθημερινά και όταν ήρθε η ώρα για να χωριστούν, μαράζωσαν. Ο Νικολαΐδης πρότεινε στην αγαπημένη του να μείνει μαζί του στην Ελλάδα και εκείνη αφού το συζήτησε με τους δικούς της, δέχτηκε. Σχεδόν ένα μήνα μετά παντρεύτηκαν στο εκκλησάκι του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στο Κολωνάκι.
Μετά από δέκα χρόνια ευτυχισμένου έγγαμου βίου, εμφανίστηκαν τα πρώτα προβλήματα στην υγεία του ηθοποιού. Ο Νικολαΐδης είχε εκ γενετής έλλειψη αντιθρυψίνης, ενός ενζύμου που καθαρίζει το αίμα και χωρίς αυτό οι πνεύμονες δεν μπορούν να αναζωογονήσουν τον οργανισμό. Είχε κληρονομήσει την ασθένεια από τον πατέρα του, ο οποίος είχε φύγει από τη ζωή όταν ο ηθοποιός ήταν εννέα ημερών βρέφος. Για αρκετά χρόνια, ο διάσημος κωμικός ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή και συνέχιζε τις εμφανίσεις του τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο. «Τις Κυριακές πολλές φορές μετά την τελευταία παράσταση πηγαίναμε στο γιατρό και του έκανε ειδικές ενέσεις, ώστε να μπορεί να αναπνέει», ανέφερε η Σαμπάχ σε συνέντευξή της.
Το καλοκαίρι του 1983 η υγεία του ηθοποιού χειροτέρεψε. Ο ίδιος σαν να διαισθάνθηκε το τέλος του, κάλεσε στο σπίτι του για φαγητό τους φίλους του. Όπως είχε αναφέρει ο Γιώργος Αλέξανδρος Μαγκάκης, με τον οποίο ήταν συμμαθητές, ήταν μια συγκινητική και νοσταλγική βραδιά. Μια ημέρα του καλοκαιριού, ο Νικολαΐδης και η Σαμπάχ πήγαν στο νοσοκομείο για μια προγραμματισμένη εξέταση. Οι γιατροί διαπίστωσαν πως η αντίστροφη μέτρηση για τον ηθοποιό είχε ξεκινήσει. Εμπιστεύτηκαν στη σύζυγό του πως του έμεναν περίπου έξι μήνες ζωής. Η Σαμπάχ σταμάτησε να δουλεύει και αφοσιώθηκε στον αγαπημένο της σύντροφο. Μετέτρεψε το δωμάτιό του στο σπίτι, σε εντατική μονάδα και προσπαθούσε καθημερινά να του ανεβάζει το ηθικό με διάφορους τρόπους. Φορούσε πολύχρωμα ρούχα, έβαζε μουσική, του αγόρασε καναρίνια και του πρόσφερε συνέχεια λουλούδια.
Ένα βράδυ η Σαμπάχ έκανε το χατίρι σε φιλικό της ζευγάρι και πήγε να τραγουδήσει στο γλέντι του γάμου τους. Ο Νικολαΐδης της είχε ζητήσει να τον καλέσει στο τηλέφωνο και να το αφήσει ανοιχτό για να την ακούει να τραγουδά. Την επόμενη μέρα έπαθε κρίση και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Οι γιατροί διαπίστωσαν ότι ήταν κλινικά νεκρός. Η κοπέλα που τον πρόσεχε, είπε πως εκείνο το πρωί αρνήθηκε να πάρει τα χάπια του λέγοντας «σήμερα πια δεν τα χρειάζομαι». Μετά από δέκα ημέρες που παρέμεινε διασωληνωμένος, οι γιατροί τον «ξύπνησαν» και όταν διαπίστωσε την κατάσταση του τράβηξε τα καλώδια από τα μηχανήματα που τον κρατούσαν ζωντανό. Έπαθε ανακοπή καρδιάς και παρόλο που για λίγο τον επανέφεραν, τελικά έφυγε από τη ζωή. Το κενό που άφησε ήταν αναντικατάστατο για τη Σούλη Σαμπάχ, η οποία ακόμα και σήμερα δηλώνει πως «ο ωραιότερος ρόλος της ζωής της ήταν αυτός κοντά στον Δημητράκη». Ο Δημήτρης Νικολαΐδης έπαιξε σε περίπου ογδόντα κινηματογραφικές ταινίες κυρίως σε δεύτερους ρόλους, ενώ έγραψε ιστορία και σαν σκηνοθέτης τόσο στο θέατρο όσο και την τηλεόραση. .