Η Δήμητρα Γαλάνη αποτελεί μια ξεχωριστή παρουσία στην εξέλιξη του σύγχρονου μουσικού μας πολιτισμού τις τελευταίες δεκαετίες τόσο ερμηνευτικά, όσο και δημιουργικά. Είναι τόσο γεμάτη από τη δουλειά της που ποτέ δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να παντρευτεί και να δημιουργήσει οικογένεια.
Γράφει η Έπη Τρίμη
Αν και μοναχικός άνθρωπος, όπως δηλώνει, ποτέ δεν αισθάνθηκε μόνη, ενώ είχε πει σχετικά: “Ζω με μια μεγάλη οικογένεια που λέγεται Ελλάδα. Έχω κάνει παρέα σε ανθρώπους, που δεν είχα φανταστεί. Έχω μπει στις στιγμές τους, στον πόνο τους, στη χαρά τους. Πώς να νιώσω μόνη μου;”
Η καλλιτέχνις που ξέρει πώς να μαγεύει με την ιδιαιτερότητα και την ομορφιά της φωνής της, αλλά και με τις ποικίλες εκφράσεις της δημιουργικότητάς της, συνθετικές και άλλες, που καλύπτουν μια ευρεία μουσική γκάμα, από το παραδοσιακό και το λαϊκό μας τραγούδι, μέσα από το κύριο σώμα του έντεχνου ποιητικού τραγουδιού, ως τις σύγχρονες μουσικές τάσεις της εποχής μας – γεννώντας και προκαλώντας δημιουργικές συνεργασίες που τη φέρνουν στην πρώτη γραμμή.
Στην μακρόχρονη καριέρα της, η Δήμητρα Γαλάνη έχει αναδείξει ως παραγωγός σημαντικούς νέους τραγουδοποιούς, έχει δώσει συνθέσεις της σε άλλους ερμηνευτές, έχει γράψει μουσική για τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και το θέατρο και έχει βραβευτεί επανειλημμένα για το έργο της σε μουσικούς διαγωνισμούς και ετήσια φεστιβάλ για το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Από τα 16 της χρόνια και εκείνη την τυχαία συνάντηση με τον Δήμο Μούτση μέχρι σήμερα, οι επιτυχίες, οι συνεργασίες, οι πωλήσεις, οι ζωντανές εμφανίσεις, όλη της η πορεία, είναι γραμμένα με χρυσά γράμματα. Ο Μούτσης, άκουσε τη φωνή της, την κατεύθυνε σωστά και χωρίς και η ίδια να το καταλάβει, ο μπαμπάς της υπέγραφε για χάρη της το πρώτο της επαγγελματικό της συμβόλαιο στην Columbia.
Ο μπαμπάς της Γαλάνη είχε μεγάλη λατρεία στη μουσική. Ο ίδιος τενόρος και παρόλο που δεν κατάφερε να αφήσει πίσω του μεγάλο έργο, ήθελε η μικρή του κόρη να έχει όλα τα εφόδια για να εξελίξει τη μεγάλη της αγάπη.
Νονός της ήταν ο Φίλιππος ο Νάκας και η μητέρα της ήταν αισθητικός και αργότερα επιχειρηματίας αισθητικός.
Αν και στο σπίτι υπήρχε πιάνο, εκείνος της αγόρασε μια κιθάρα σε ηλικία έξι ετών και η Δήμητρα έμαθε να παίζει πολύ γρήγορα μόνη της. Και από τότε δεν την άφησε ποτέ. Άλλωστε η ίδια φανταζόταν τον εαυτό της να γράφει ορχηστρική μουσική και να διευθύνει δεκάδες μουσικούς.
Ο πρώτος δίσκος «Ένα χαμόγελο» σε μουσική Δήμου Μούτση και στίχους Νίκου Γκάτσου ήρθε το 1969. Και όταν το ξεκίνημα είναι τέτοιο, η συνέχεια δεν μπορεί παρά να είναι αντάξια.
Αν και η ίδια έχει δηλώσει ότι η τόσο σπουδαία πρώτη επαφή της με την δισκογραφία της στέρησε σπουδές και μια εφηβική ηλικία όπως την φανταζόταν ένα κορίτσι μεσοαστικής οικογένειας, δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς.
Η Δήμητρα Γαλάνη είχε πει σχετικά: “Είμαι γεννημένη το 1952, άρα ναι, μιλάμε για το 1973-74. Ήμουν εικοσιενός ετών. Ήθελε να συναντηθούμε για να πω ένα τραγούδι του, το «Ακρογιαλιές δειλινά» – κοίτα να δεις που το συζητούσα αυτό προχθές κι έλεγα ότι ξεκίνησα τότε που γραφόταν η ιστορία του ελληνικού τραγουδιού! Παίζω εκεί μέσα με διάφορους τρόπους, συμβαίνουν πολύ οριακά πράγματα. Μου τηλεφώνησε, λοιπόν, ο Τσιτσάνης, μου ζήτησε να τραγουδήσω κι εγώ απάντησα με ένα σύμπλεγμα κάπως ότι δεν είμαι λαϊκή τραγουδίστρια. «Είσαι και δεν το ξέρεις, άσ’ τα αυτά» μου είπε και το συνειδητοποίησα μόλις μπήκαμε στο στούντιο. Στην προσπάθειά μου να τον ικανοποιήσω, έφερα τη φωνή μου εκεί που την ήθελε. Τον είδα να ευχαριστιέται και από τότε κρατήσαμε άριστη σχέση. Μ’ αγαπούσε και τον αγαπούσα, κι αυτόν και την οικογένειά του”.
Η αγάπη της για τη μουσική, η φλόγα που έβλεπαν όλοι στα μάτια της, η εξαιρετική φωνή της, έφεραν κοντά της χωρίς να το καταλάβει τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Βασίλη Τσιτσάνη.
Ο Μάνος Χατζιδάκις άκουσε τη φωνή της από τον Νίκο Γκάτσο, τον πιο σπουδαίο άνθρωπο που γνώρισε στη ζωή της και της ζήτησε να τραγουδήσει στην «Επιστροφή» το 1970 μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
«Μεγαθήρια» της ελληνικής μουσικής της ζητούν να τραγουδήσει μελωδίες τους, ο Χατζιδάκις της εμπιστεύεται έργα του, ο Μίκης της ζητάει αργότερα να πει τους «Χαιρετισμούς», ο Ξαρχάκος την παίρνει μαζί του στις συναυλίες του, ο Σπανός της γράφει μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού πενταγράμμου και η λίστα δεν έχει τέλος.
Οι συνεργασίες, οι επιτυχίες, οι χρυσές πωλήσεις, οι χιλιάδες θαυμαστές ήρθαν πολύ νωρίς, αλλά έμειναν. Η Δήμητρα Γαλάνη μετράει σχεδόν 50 χρόνια στη μουσική. Και έχει καταφέρει να κάνει μουσική που αφορά όλες τις ηλικίες και ξεπερνάει στεγανά και ταμπέλες.
Αποκλείεται να μπερδέψεις τη φωνή της με καμία άλλη. Αποκλείεται να μην έχεις αγαπήσει, κλάψει, πονέσει, ονειρευτεί με τραγούδια της. Αποκλείεται να μην ξέρεις για το Χάραμα, για τα «Στερεότυπα», την «Κουτσή κιθάρα», το «Αν», το «Δυο μέρες μόνο», την «Αθανασία», την «Ατομική μου ενέργεια» το «Ήταν μια φορά κι ένα καιρό».
Όταν έγινε εμπορικό, έφυγα, πήγα στο Χαλάνδρι είχε πει σε συνέντευξή της λέγοντας στη συνέχεια: ” Ε, μετά ήθελα να ξαναγυρίσω κι ήρθα εδώ, στα λημέρια του πατρικού του πατέρα μου, αφού οι παππούδες μου, ερχόμενοι από Πρέβεζα, έζησαν στην Κουμουνδούρου. Ρατσιστικά φαινόμενα εδώ δεν έχει τύχει να δω, παρ’ ότι το πρόβλημα είναι διάχυτο στην Αθήνα. Μιλάω γι’ αυτές τις ψυχές που τις πακετάρουν και τις πηγαίνουν από δω κι από κει, και που η παγκόσμια υποκρισία τούς κατατάσσει στους απόβλητους… Ντροπή μας…”!
Η Δήμητρα Γαλάνη το 2019 είχε πει στην Έλενα Κατρίτση:”Το έκανα για τη μητέρα μου. Ήταν αισθητικός και πάντα κοκέτα και εγώ είχα μια αντίδραση σε αυτό. Ήθελα να με δει περιποιημένη μια φορά”….
Η Δήμητρα Γαλάνη είχε πει σχετικά : “Για μένα η τέχνη ήταν ένας δρόμος για να γίνω καλύτερος άνθρωπος και αυτό το κατάφερα. Γι αυτό της χρωστάω πάρα πολλά. Δεν ξέρω τι θα ήμουνα αν δεν είχε προηγηθεί αυτό στη ζωή μου”.