Ο Χρήστος Νικολόπουλος γεννήθηκε στο Νησελούδι Ημαθίας στις 11 Ιουλίου 1947. Το έργο του εστιάζεται στο λαϊκό τραγούδι έχοντας εμφανή στοιχεία και από την παραδοσιακή μουσική. Συνέθεσε πολλά μουσικά έργα.
Της: Έπη Τρίμη
Ο Χρήστος Νικολόπουλος αποτελεί την πεμπτουσία του να είσαι πραγματικά αυτοδίδακτος. Με τα πρώτα του ακούσματα να έχουν σαφέστατα ρίζες της Ελληνικής μουσικής παράδοσης και με το πρώτο του μπουζούκι στα χέρια -σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών- βρέθηκε για πέντε μήνες κοντά σε ένα δάσκαλο μουσικής. Αν και αρίστευσε στο διάβασμα του πενταγράμμου τα μυστικά του οργάνου που διάλεξε: το μπουζούκι, τα έμαθε μόνο αυτοδίδακτα.
Η ενασχόληση με κάτι επαγγελματικό γύρω από τη μουσική, καθώς ήδη η οικογένειά του ασχολούνταν γύρω από αυτή, φάνταζε ως μονόδρομος για τον Χρήστο Νικολόπουλο από τη νεαρή του ηλικία. Για λόγους βιοποριστικούς και με σκοπό να βοηθήσει τη φτωχή οικογένειά του ασχολήθηκε επαγγελματικά παίζοντας σε όλη την περιφέρεια της ιδιαίτερης πατρίδας του, σε κέντρα, γιορτές, γάμους, πανηγύρια κλπ. Το 1963, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, με την ευχή του πατέρα του ως μόνο εφόδιο, έφτασε στην Αθήνα. Στην οδό Βερανζέρου με Σατωβριάνδου στην Ομόνοια υπήρχε το «Καφενείο των Μουσικών». Εκεί ο Χρήστος Νικολόπουλος γνώρισε μουσικούς που τον βοήθησαν να παίζει σε δίσκους μικρών εταιρειών.
Με τον Μανώλη Χιώτη ήταν σαν να απέκτησα μεταπτυχιακό δίπλωμα μαζί του
Είναι ευρέως γνωστό ότι, τουλάχιστον οι παλαιότεροι δεξιοτέχνες του μπουζουκιού είχαν σαν ίνδαλμα τον Μανώλη Χιώτη και ο Μανώλης Χιώτης εκφραζόταν με τα καλύτερα λόγια για τον Χρήστο Νικολόπουλο. Ο Χρήστος Νικολόπουλος υπήρξε επίσης στενός συνεργάτης με τον Γιώργο Ζαμπέτα και μάλιστα σε μία αφιέρωση του ο Γιώργος Ζαμπέτας τον αποκαλεί “γιο” του. Ο Χρήστος Νικολόπουλος για τουλάχιστον 40 χρόνια έχει παίξει με το μπουζούκι του πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής δισκογραφίας, (κάποιοι μουσικοί συντελεστές το εκτιμούν σε ποσοστό 80% στον τομέα της λαϊκής μουσικής) και έχει συνθέσει επίσης, δουλειά πολύ επίπονη για ένα μουσικό.
Οι επαγγελματικές επιτυχίες
Οι γνωστοί δίσκοι του είναι πάρα πολλοί (αναφέρεται εκτεταμένη αναφορά στην ενδεικτική του δισκογραφία) και μερικά από τα πλέον γνωστά τραγούδια τα: «Νυχτερίδες και αράχνες» (1968), «Απόψε σ’ έχω στην αγκαλιά μου» (1968), «Αγριολούλουδο» (1972), «Νύχτα στάσου» (1975), «Υπάρχω» (1975), «Στο σταυροδρόμι» (1977), «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει», «Παίξε Χρήστο επειγόντως», «Οι νταλίκες», «Όλοι δικοί μας ήμαστε», «Ο Σαλονικιός», «Αγάπη όλο ζήλια», «Το βραδάκι», «Συλλαβιστά – Ψιθυριστά», «Μη μιλάς, μη γελάς, κινδυνεύει η Ελλάς», «Η νύχτα θέλει έρωτα», «Όλες του κόσμου οι Κυριακές» κ.α.
Είμαστε ακόμα ερωτευμένοι με τη γυναίκα μου
Για την οικογένειά του και πώς κατόρθωσε να την κρατήσει ενωμένη μιλάει το 2016 ο περήφανος παππούς, Χρήστος Νικολόπουλος, ο οποίος νιώθει τυχερός, που έχει τη σύζυγό του ακόμη στο πλευρό του!
“Ποτέ δεν έχω εκθέσει την οικογένειά μου, είμαι παραδοσιακός άνθρωπος, μου αρέσει φοβερά η οικογένειά μου, θέλω να είμαι μαζί τους. Δεν απόλαυσα αυτή την οικογενειακή θαλπωρή, γιατί το διάστημα από το 1970 έως το 1985 εργαζόμουν στο στούντιο. Σε όλες τις μεγάλες επιτυχίες έπαιζα μπουζούκι. Έλειπα συχνά από το σπίτι μου. Τα δύο μου παιδιά μεγάλωναν και τα έβλεπα λίγο και τώρα έχω δύο εγγόνια. Τον εγγονό μου, Χρήστο Νικολόπουλο, και μία εγγονή. Ο εγγονός μου είναι 6,5 ετών, έχουμε μεγάλη και τρυφερή σχέση”.
“Η γυναίκα μου είναι ο ήρωάς μου. Μεγάλωσε τα παιδιά μας, επιβαρύνθηκε όλη τη διαδικασία, από τα φαγητά, τα σχολεία, να τα πηγαίνει, να τα φέρνει, παρελάσεις, γιορτές, σε όλα έτρεχε αυτή… Της χρωστάω πάρα πολλά. Ευτυχώς, δεν είναι από το χώρο μας για να έχει κι αυτή τις ίδιες δραστηριότητες, αφιέρωσε όλη της τη ζωή για την οικογένειά μας. Έκανε το κουμάντο, ήταν η πρωταγωνίστρια στο σπίτι. Γι’ αυτό θα έπρεπε κάποιος να είναι βλάκας ή αγνώμων να μην το εκτιμήσει. Είμαστε μαζί 47 χρόνια και δεν ανταλλάξαμε ποτέ ούτε μία κουβέντα, δεν μαλώσαμε ποτέ. Είμαστε ακόμα ερωτευμένοι”.
Η δικαστική διαμάχη του με τον Στέλιο Καζαντζίδη και το λάθος
Εγώ αγαπούσα υπερβολικά τον πατέρα μου. Ο Καζαντζίδης ήταν μια ιδιόμορφη περίπτωση, είχε τις καλές του στιγμές, στην παρέα ήταν πάρα πολύ καλός, φοβερός, με χιούμορ και τέτοια. Είχε και κάποια ψυχολογικά προβλήματα, κάποιες ανθρωποφοβίες, κάποιες έντονες υποψίες για πάρα πολλούς ανθρώπους και κάποιες φορές και εναντίον μου, π.χ., το ότι ήμουν άνθρωπος του Μάτσα. Εγώ, αντιθέτως, κάποια στιγμή του είπα “κάνε μου πληρεξούσιο, να κάνω εγώ μήνυση στον Μάτσα για να απελευθερωθείς”. Μέχρι σε αυτό το σημείο τον αγαπούσα, να χαλάσω τις σχέσεις μου…».
Ο ίδιος δήλωσε, στη συνέχεια «πως κάποιοι δημοσιογράφοι τον παρότρυναν και άρχισε να λέει λόγια», προσβάλλοντας τον πατέρα του μουσικοσυνθέτη, όπως εκείνος υποστήριξε.
Έπειτα, ο Νικολόπουλος τόνισε:
«Ζήτησα από τη Δικαιοσύνη, έκανα ασφαλιστικά μέτρα δηλαδή, για να σταματήσει να με βρίζει, γιατί μετά έβριζε και την οικογένειά μου και εμένα και πήγαμε στο δικαστήριο».
Ο μουσικοσυνθέτης υποστήριξε ότι κέρδισε σε αυτή τη δικαστική διαμάχη και αποκάλυψε πως ο Καζαντζίδης τού ζήτησε συγγνώμη μέσω δύο συμβολαιογραφικών πράξεων.
Ωστόσο, ο Νικολόπουλος ανέφερε:
«Έκανα λάθος που δεν πήγα να δω τον Στέλιο Καζαντζίδη λίγο πριν πεθάνει. Άκουσα από έναν φιλόσοφο, τελευταία, πως ό,τι κακό αφήνεις πίσω σου, σε ακολουθεί στην υπόλοιπη ζωή σου».