Το περίφημο και χιλιοτραγουδισμένο «Ας ερχόσουν για λίγο» γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’40, με αφορμή το μεγάλο έρωτα του Μίμη Τραϊφόρου και της Σοφίας Βέμπο. Η τραγουδίστρια «της νίκης» αρραβωνιάστηκε με τον σπουδαίο συγγραφέα και ποιητή στην Αίγυπτο το 1942, όπου είχαν διαφύγει στα χρόνια της Κατοχής, για να επιστρέψουν στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση.
Το 1946 παρουσιάστηκε στο φιλοθεάμων κοινό η επιθεώρηση Ελλάδα μου κουράγιο
‘Ενα χρόνο μετά την επιστροφή τους, αρχές 1946, παρουσίασαν την πρώτη τους δουλειά στη μεταπολεμική μεν, αλλά μπλεγμένη στον αδελφοκτόνο Εμφύλιο Αθήνα. Ήταν η επιθεώρηση Ελλάδα μου κουράγιο, που έγραψαν ο Μίμης Τραϊφόρος και ο Μήτσος Βασιλειάδης, με πρωταγωνιστές τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής: Σοφία και Αλίκη Βέμπο, Αυλωνίτης, Μαυρέας, Φιλιππίδης, Κοκκίνης, Βασιλειάδου και άλλοι.
Το τραγούδι «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου» αποθέωσε τη Σοφία Βέμπο
Η επιθεώρηση αυτή παίχτηκε για έναν ολόκληρο χρόνο και η επιτυχία της ήταν τεράστια, τόσο από καλλιτεχνικής πλευράς, όσο και από οικονομικής. Η δε Βέμπο με το τραγούδι «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου», σε μουσική του Μιχάλη Σογιούλ, γνώρισε ένα προσωπικό θρίαμβο.
Το ταξίδι στην Αμερική
Ωστόσο, ενώ η παράσταση «έσκιζε» στην κυριολεξία ο κόσμος συνέρρεε κατά χιλιάδες, προέκυψε ξαφνικά «θέμα Σοφίας», όταν ο αδερφός της ο Τζώρτζης αποκάλυψε τα σχέδιά του για περιοδεία της αδερφής του στην Αμερική. Ο Τζώρτζης, εκτός των όποιων σκέψεων έκανε για το καλό και την εξέλιξη της Σοφίας, δεν έβλεπε με καλό μάτι τον αρραβωνιαστικό της, συγγραφέα Μίμη Τραϊφόρο, και ήθελε με κάθε τρόπο να την απομακρύνει από κοντά του.’Έτσι, θεώρησε ότι ένα ταξίδι στην Αμερική θα ήταν μια καλή ευκαιρία για να τον ξεχάσει.
Κυκλοφόρησαν και κάποιες έντονες φήμες εκείνες τις μέρες, πως στην Αμερική περίμενε τη Σοφία ένας πλούσιος γαμπρός με πολλά δολάρια. Η Σοφία πείστηκε από τον αδελφό της για την εξασφαλισμένη επιτυχία στην Αμερική και αποφάσισε να κάνει την περιοδεία, ενώ μάταια ο Τραϊφόρος προσπαθούσε να την κάνει να αλλάξει γνώμη. Η Σοφία δεν τον άκουγε και μάλιστα θα έφευγε χωρίς εκείνον.
Τον Σεπτέμβριο του 1947 η Σοφία Βέμπο πήγε στην Αμερική
Η Βέμπο στην Αμερική θριάμβευσε πραγματικά, καθώς έσπευσαν να τη θαυμάσουν όχι μόνο οι Έλληνες ομογενείς, αλλά και πλήθος Αμερικανών πολιτών. Οι κριτικές των μεγάλων αμερικανικών εφημερίδων ήταν διθυραμβικές και έγραψαν μεταξύ άλλων: Η γοητευτικότατη Σοφία Βέμπο συναρπάζει το ακροατήριό της με τις εξαιρετικές ερμηνείες της.
Η Σοφία όμως θριάμβευε στην Αμερική, αλλά στην Ελλάδα η επιθεώρηση «Ελλάδα μου, κουράγιο», λόγω της απουσίας της διαλύθηκε σχεδόν αμέσως.
Ο Μίμης Τραϊφόρος, πληγώθηκε αφάνταστα από τον χωρισμό του με τη Σοφία Βέμπο
Οι μέρες του ήταν εφιαλτικές. Η Σοφία του έλειπε αφάνταστα: η παρουσία της, η φωνή της, το γέλιο της, ακόμα και ο ίσκιος της, ενώ τα ερωτήματα μέσα του ήταν χιλιάδες. Πώς είχε φύγει από κοντά του, πώς το είχε κάνει αυτό;
Οι φήμες περί του πλουσίου γαμπρού στην Αμερική τρέλαναν τον Μίμη Τραϊφόρο
Ο καιρός περνούσε και δεν είχε νέα της, παρά μόνο από τις εφημερίδες, απ’ όπου μάθαινε τη θριαμβευτική πορεία της περιοδείας της.
Κάποια μέρα, έπειτα από καιρό, έφτασε επιτέλους ένα γράμμα της, το οποίο όμως ήταν τελείως ψυχρό, πικρό και αδιάφορο. Σαν να μην ήταν εκείνος ο άνθρωπός της, που έζησαν μαζί τόσα χρόνια.
Διαβάζοντας το πικρό και αδιάφορο γράμμα της Σοφίας, ο Τραϊφόρος ένιωσε μόνος, γεμάτος πάθος και απελπισία, και της έγραψε σαν απάντηση αυτά τα εκπληκτικά λόγια: «Πού να ‘σαι αλήθεια το βράδυ αυτό…»
Πού να `σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που είμαι μόνος, μα τόσο μόνος
και που μαζί μου παίζουν κρυφτό
πότε η θλίψη και πότε ο πόνος
Πού να `σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που με χτυπάει τ’ άγριο τ’ αγέρι
να `ρθεις και μ’ ένα φιλί καυτό
να με γεμίσεις με καλοκαίρι
Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά
Πού να `σαι, να `ρθεις το βράδυ αυτό
σ’ αυτούς τους δρόμους που σ’ αγαπούνε
το ντουετάκι τους το γνωστό
τα βήματά μας να ξαναπούνε
Πού να `σαι να `ρθεις το βράδυ αυτό
που `γινε φύλλο ξερό η ελπίδα
να `ρθεις κοντά μου να φυλαχτώ
από του πόνου την καταιγίδα
Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά
Στίχοι: Μίμης Τραϊφόρος
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ
Ερμηνεία: .Δανάη Στρατηγοπούλου
Ο Τραϊφόρος και η Βέμπο ήταν εκρηκτικοί ως χαρακτήρες. Συνοψίζουν το: “Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε”
Ο Τραϊφόρος έλεγε, χαρακτηριστικά, πως την 28η Οκτωβρίου, μαζί με την εθνική γιορτή, ο κόσμος πίστευε πως γιόρταζε και η Σοφία. Της έστελναν δώρα, γράμματα ευχετήριες κάρτες. Η Βέμπο και ο Τραϊφόρος με τα τραγούδια τους, σφράγισαν έναν πόλεμο – και έζησαν έναν έρωτα σαν πόλεμο…
Η πρώτη τους συνάντηση ήταν επεισοδιακή
Το καλοκαίρι του ΄40, ο ποιητής και στιχουργός Μίμης Τραϊφόρος μεγαλουργεί, ως κομπέρ στην περίφημη «Όασι» του Ζαππείου, ενώ η Βέμπο γνωρίζει την αποθέωση στο θέατρο. Λέγεται πως εκείνη πήγε να τον δει με την παρέα της, κι εκείνος έκανε κάποιο σχόλιο που την πείραξε. Τον Αύγουστο του ‘40, η Σοφία δηλώνει. «Δεν θέλω να τον συναντήσω ποτέ. Ούτε καλλιτεχνικά ούτε και στη ζωή μου». Μεγάλες κουβέντες…
Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, όλα τα θέατρα ανεβάζουν «πατριωτικές επιθεωρήσεις» που σκίζουν μες στη ευφορία που δημιουργούν οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μέτωπο.
Στα παρασκήνια του θέατρου «Μοντιάλ» η Σοφία προσεγγίζει τον Τραϊφόρο και του ζητάει να της γράψει ένα πολεμικό τραγούδι, πάνω στη μουσική της «Ζεχρά», «Από πότε οι θεοί ζητάνε χάρες από τους ανθρώπους;» της απαντά εκείνος. Για χάρη της, γράφει σε ένα διάλειμμα της παράστασης το «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά». Της το διαβάζει, αλλά η Σοφία βρίσκει σκληρό το τέλος που λέει «αν δεν΄ρθείτε νικηταί, να μην έρθετε ποτέ». Του ζητά να το αλλάξει κι ο Τραϊφόρος αντικαθιστά τον στίχο με το «με της νίκης τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά». Το ίδιο βράδυ η Σοφία το λανσάρει στη σκηνή, τραγουδώντας το -ή μάλλον μισοδιαβάζοντας τους στίχους μέσα απ’ το χαρτί- και μια και δύο και τρεις φορές. Το κοινό παραληρεί, ο μύθος της «τραγουδίστριας της νίκης», έχει μόλις γεννηθεί. Μαζί, κι ένας μεγάλος έρωτας…
«Ένας έρωτας που έπεσε σαν οδοστρωτήρας στη ζωή μου και δεν άφησε όρθιες ούτε τις αναμνήσεις μου», θα έλεγε αργότερα ο Τραϊφόρος
«Ήμουν γεμάτος δέος απέναντι σ’ αυτή τη γυναίκα. Γιατί το μόνο που σου επέτρεπε ήταν να τη σέβεσαι. Δεν τολμούσα να σηκώσω τα μάτια μου να την κοιτάξω».
Συναντιόντουσαν καθημερινά στο Ζάππειο -κρυφά στην αρχή, γιατί η Σοφία είχε αυστηρές οικογενειακές αρχές και, ως μεγαλύτερη, θεωρούσε πως έπρεπε να είναι παράδειγμα ηθικής για τα αδέρφια της. Φαίνεται πως η οικογένειά της δεν ήθελε τον Τραϊφόρο όμως -όπως θα αποκάλυπτε αργότερα ο ανιψιός και βιογράφος τους, Βασίλης Π.Τραϊφόρος, «εκείνη ήταν τόσο δυναμική που κατάφερε να τον επιβάλει. Είχαν έναν έρωτα που δεν είχα ξαναδεί… Πρώτα απ’ όλα ήταν πνευματικός έρωτας, εγκεφαλικός και μετά σωματικός. Τον ερωτεύτηκε από την ποίησή του. Συναντιόνταν ως καλλιτέχνες».
Θα παντρευτούν τελικά το 1957, όμως η σχέση τους υπήρξε πάντα θυελλώδης, γεμάτη εντάσεις, ομηρικούς καυγάδες, χωρισμούς και επανασυνδέσεις. Ο Τραϊφόρος, ήταν πολύτιμος συνεργάτης για την Βέμπο, την οποία θεωρούσε μούσα του, όμως ως σύντροφος δεν της ήταν πιστός. Και οι αντιδράσεις της Σοφίας ήταν παράφορες, ακραίες. Κάποια φορά, άφησε την ορχήστρα να παίζει την εισαγωγή της «Ταμπακέρας», μπήκε στα παρασκήνια και έσπασε στο ξύλο μια μπαλαρινούλα που υποψιαζόταν πως τα είχε με τον «Μίμη της». Μια άλλη φορά, κατέβηκε από τη σκηνή -σε ένα γεμάτο θέατρο!- και επιτέθηκε σε μια κοπέλα που είχε δει στο βάθος, ότι την φλέρταρε ο Τραϊφόρος και άλλη μια κρύφτηκε μέσα σε ένα καμαρίνι και περίμενε το «παράνομο» ζευγάρι. Όταν τελικά εμφανίστηκε, έπεσε, λένε, άγριο ξύλο. Λέγεται ακόμα, σαν ανέκδοτο πως κάποια στιγμή, σε κάποιο τραπέζι στην Κωνσταντινούπολη ο Έλληνας πρόξενος της είπε: «Δεν ξέρω τι λες Σοφία για τον Τραϊφόρο, αλλά για να τον κρατάς τόσα χρόνια πρέπει να διαθέτει μεγάλα προσόντα». «Α, μπα, φήμες αγαπητέ μου, φήμες…Μεγάλα προσόντα…Σιγά…Ρωτήστε και την κοπέλα που τα γνωρίζει πολύ καλά», απάντησε η Σοφία δείχνοντας μια νεαρή τραγουδίστρια που καθόταν στο τραπέζι και αφήνοντας εμβρόντητη την ομήγυρη…
Η Σοφία Βέμπο έφυγε από τη ζωή στις 11 Μαρτίου 1978
Η Βέμπο έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 68 χρόνων, και η θετή κόρη της δεν ήταν κοντά της εκείνες τις τελευταίες ώρες της ζωής της. «Τότε ζούσα στην Αγγλία. Είχα παντρευτεί έναν Κύπριο μπουζουξή και δουλεύαμε μαζί. Εγώ τραγουδούσα κι εκείνος με συνόδευε με το μπουζούκι. Είχα, μάλιστα, βγάλει και δύο προσωπικούς δίσκους, όμως το τραγούδι δεν το αγαπούσα, παρότι η Σοφία με βοήθησε πάρα πολύ σε αυτή τη μικρή καριέρα που έκανα. Εγώ δεν το εκμεταλλεύτηκα όλο αυτό. Και το 1970, όταν πήγα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με βοήθησε, καθώς και πολλές άλλες φορές. Από την άλλη, όμως, φοβόμουν τρομερά και τυχόν σύγκριση που θα μου έκαναν μαζί της… φωνητικά» θυμάται και συνεχίζει με το σοκ που υπέστη όταν ενημερώθηκε ότι η μητέρα της έφυγε από τη ζωή! «Όταν μου τηλεφώνησαν ότι πέθανε, έπαθα σοκ, γιατί η Σοφία για μένα ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος» λέει, αλλά προσθέτει με νόημα: «Ωστόσο όσοι έχουν δόξα δεν σημαίνει ότι είναι και ευτυχισμένοι. Είναι δυστυχισμένοι άνθρωποι…»