Έκκληση στον πρωθυπουργό και στην κυβέρνηση να καταρτίσουν από κοινού με την αντιπολίτευση ένα σχέδιο για την επούλωση των πληγών από τις πυρκαγιές αλλά και για τη συνολική αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης απηύθυνε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου.
Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξέφρασε την πρόθεσή του να συνδράμει με συγκεκριμένες προτάσεις, αντιλαμβανόμενος όπως είπε την “ευθύνη” του απέναντι στην κοινωνία και τους πολίτες, ενώ αρνήθηκε να μπει σε πολιτική αντιπαράθεση αυτήν την ώρα και να “εργαλειοποιήσει πολιτικά την οργή”.
Ταυτόχρονα, όμως, κάλεσε τον πρωθυπουργό να αλλάξει την “τακτική” του “αυτοθαυμασμού” και της “ωραιοποίησης”, προειδοποιώντας ότι αν συνεχίσει “σύντομα θα δρέψει τα σταφύλια της οργής”, κάτι που όπως τόνισε δεν είναι ο στόχος του γιατί δεν είναι καλό για το πολιτικό σύστημα εν γένει.
“Στόχος μου είναι να δώσουμε ελπίδα στον τόπο. Το τελευταίο που αυτή την ώρα με απασχολεί, είναι να εκμεταλλευτώ πολιτικά τον πόνο, την καταστροφή, μια τραγωδία που βιώνουν σήμερα χιλιάδες συμπολίτες μας”, είπε χαρακτηριστικά.
Στόχος μου είναι να δώσουμε ελπίδα στον τόπο. Το τελευταίο που αυτή την ώρα με απασχολεί, είναι να εκμεταλλευτώ πολιτικά τον πόνο, την καταστροφή, μια τραγωδία που βιώνουν σήμερα χιλιάδες συμπολίτες μας.#ΠυρκαγιαΕυβοια #φωτιες
Advertisement
— Αλέξης Τσίπρας – Alexis Tsipras (@atsipras) August 10, 2021
“Κάθε Ελληνίδα και Έλληνας μπορεί να κρίνει και να συγκρίνει. Εμείς επιλέξαμε η κριτική μας να είναι τεκμηριωμένη πάνω σε συγκεκριμένα λάθη και παραλήψεις, όχι με αφορισμούς. Με το βλέμμα στο μέλλον και το τι πρέπει να γίνει για να μη βρεθούμε μπροστά σε νέες κρίσεις”, υπογράμμισε.
Ο κ. Τσίπρας χαρακτήρισε “ειλικρινή” την πρόθεσή του να συμβάλει με τις προτάσεις που κατέθεσε σήμερα και υποχρέωσή του να τις γνωστοποιήσει στους πολίτες, επισημαίνοντας ότι αγνοήθηκαν στο παρελθόν.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απαντώντας σε ερωτήσεις κατά πόσο πρέπει να αναληφθούν οι ευθύνες και μέσω παραιτήσεων, υπογράμμισε ότι δεν είναι ο δικός του ρόλος να τις αναζητήσει, αλλά του πρωθυπουργού “να κατανείμει τις ευθύνες στους πολιτικούς του υφιστάμενους κα σε όσους επιχείρησαν”, ενώ δε στάθηκε ούτε στο ενδεχόμενο πολιτικών εξελίξεων.
Σημείωσε, δε, ότι δε θα προσέλθει στον όποιο διάλογο με προϋποθέσεις, ωστόσο, είπε πως η ευθύνη για συναντήσεις και διαβουλεύσεις ανήκει στον πρωθυπουργό.
“Αν η κυβέρνηση συνεχίσει στην ίδια γραμμή, της αβάσταχτης ελαφρότητας της επικοινωνίας, της αγνόησης των προτάσεων της αντιπολίτευσης, σε μια αφ’ υψηλού αντιμετώπιση εμείς θα επιδιώξουμε αυτές τις προτάσεις και τις θέσεις μας να τις συζητήσουμε τους επιστημονικούς φορείς και με τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Διότι αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή είναι η ευθύνη μας απέναντι στον τόπο και τον ελληνικό λαό, μια ευθύνη που σύντομα θα κληθούμε να αναλάβουμε αν η κυβέρνηση συνεχίσει με έναν επιδεικτικό τρόπο να απαξιώνει τις άλλες πολιτικές δυνάμεις και την ανάγκη να υπάρξει διαβούλευση και κοινός σχεδιασμός”, δήλωσε, ωστόσο, ο Αλ. Τσίπρας.
Όπως διευκρίνισε, ακόμα και αν αλλάξουν τα πρόσωπα, “δε θα κοιμάται ήσυχος”, καθώς αυτό που έχει κυρίως σημασία είναι να αντιμετωπιστούν “δομικά προβλήματα” του κράτους.
Όσον αφορά τη στάση του πρωθυπουργού, χαρακτήρισε “ανησυχητικό” το χθεσινό του διάγγελμα, λέγοντας ότι από τη μια έδινε μια “προσχηματική συγγνώμη” και από την άλλη έλεγε “πόσο καλά τα έχει πάει”. “Θα περίμενα μια πιο ταπεινή προσέγγιση”, πρόσθεσε ο κ.Τσίπρας.
Εξάλλου, αναφέρθηκε και στον “περιβαλλοντοκτόνο” νόμο της κυβέρνησης ζητώντας την απόσυρσή του και την εκπόνηση “από κοινού” ενός νέου ουσιαστικού, κλιματικού νόμου”.
Κληθείς να σχολιάσει εάν ορθώς έγιναν οι προληπτικές εκκενώσεις και έτσι δεν υπήρξαν απώλειες ζωών, τόνισε ότι “αναμφίβολα” προτεραιότητα έχει η προστασία της ανθρώπινης ζωής, αλλά, σημείωσε πως δε θα έπρεπε να μπαίνει τόσο “χαμηλά ο πήχης”, προσθέτοντας ότι έπρεπε να υπήρχε πολύ καλύτερη προετοιμασία.
Στο ίδιο πλαίσιο, όσον αφορά τα εναέρια μέσα και κατά πόσο ήταν ελλειπή, σημείωσε ότι παρ’ όλο που αναδείχθηκαν λάθη και ελλείψεις, κάτι που σημαίνει πως θα πρέπει να ενισχυθεί και ο στόλος των εναέριων μέσων πυρόσβεσης, το κύριο βάρος πρέπει να πέσει στην “πρόληψη”.
Επιπρόσθετα, έκανε λόγο για “θλιβερή” και “ανατριχιαστική” αποκάλυψη ότι ζητήθηκε από κάποιον πολίτη “πολιτικό μέσο” για να έρθει η πυροσβεστική, τονίζοντας ότι θέλει “ξερίζωμα νοοτροπίας” και όχι αντιμετώπιση μόνο των “συμπτωμάτων”, μέσω μιας “ψευτοένορκης διοικητικής εξέτασης”.
Αναφορικά, δε, με τις αποζημιώσεις των πληγέντων πολιτών, σημείωσε πως δεν αρκεί να αποζημιωθούν στο “100%” αλλά να γίνει και εγκαίρως, καλώντας εκ νέου σε πολιτική συνεννόηση για να προσπεραστούν όποια γραφειοκρατικά προβλήματα προκύψουν.
Υπογράμμισε, μάλιστα, την ανάγκη αναπροσαρμογής του σχεδίου αξιοποίησης των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης έτσι ώστε να επουλωθούν οι πληγές, τονίζοντας ότι αυτή τη φορά πρέπει να γίνει με τρόπο που θα είναι επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες των πολιτών και της κοινωνίας.
Απαντώντας, επίσης, σε ερώτηση αναφορικά με τις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί για το ενδεχόμενο εκμετάλλευσης των καμένων εκτάσεων, ο Αλέξης Τσίπρας ξεκαθάρισε πως ανεξαρτήτως από αυτές τις ανησυχίες, “μια ευνομούμενη πολιτεία πρέπει να είναι αυστηρή”, προκειμένου να στείλει το μήνυμα σε “επίδοξους εμπρηστές και οικοπεδοφάγους”, ότι οι εκτάσεις αυτές προστατεύονται νομικά.
Επανέλαβε, λοιπόν, ότι είναι “συνταγματική υποχρέωση” να κηρυχτούν αναδασωτέες όλες οι εκτάσεις που κάηκαν, να μην υπάρξει αλλαγή χρήσης και οι όποιες επενδύσεις να ανασταλούν και να συμπεριληφθούν στο συνολικό σχεδιασμό για την ανασυγκρότηση των περιοχών.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, τις όποιες νομικές ευθύνες υπάρχουν για τις πυρκαγιές αναφέρθηκε στην εισαγγελική παρέμβαση για τη διερεύνηση τυχόν εγκληματικών ενεργειών και τόνισε πως πρέπει η έρευνα να διευρυνθεί σε όλες τις “πιθανές ευθύνες και αιτίες”.
Τέλος, στηλίτευσε την απουσία ενημέρωσης από την κυβέρνηση προς την αντιπολίτευση, παρά τις προσπάθειες, όπως είπε του αρμόδιου τομεάρχη, ενώ χαρακτήρισε “θλιβερό για το επίπεδο της δημοκρατίας και του πλουραλισμού” ότι δεν υπήρξε μέχρι σήμερα κάποια κυβερνητική ενημέρωση με δυνατότητα να κατατεθούν ερωτήσεις από δημοσιογράφους.