Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στο Κιούπκιοϊ (σήμερα Πρώτη), μια κωμόπολη κοντά στις Σέρρες, που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο πατέρας του, Γεώργιος, δημοδιδάσκαλος και καλλιεργητής, είχε διωχθεί για την εθνική δράση του, τόσο από τις τουρκικές, όσο και μεταγενέστερα από τις βουλγαρικές αρχές κατοχής.
Της Έπη Τρίμη
Έζησε ως μαθητής, διαδοχικά, στην Πρώτη, τη Νέα Ζίχνη, τις Σέρρες και τελικά στην Αθήνα, όπου μετά την αποπεράτωση των γυμνασιακών του σπουδών, εγγράφηκε στη Νομική Σχολή, από την οποία αποφοίτησε το 1929.
Το 1930 υπηρέτησε επί τετράμηνο τη στρατιωτική του θητεία, ως προστάτης πολύτεκνης οικογένειας.
Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 1951 και πήραν διαζύγιο το 1972. Στη διάρκεια αυτού, η Αμαλία Μεγαπάνου στάθηκε διακριτικά στο πλευρό του Έλληνα πολιτικού, κλέβοντας όμως σε όλες τις δημόσιες εμφανίσεις τους τις εντυπώσεις, κυρίως λόγω του στυλ της. Δεν ήταν άλλωστε τυχαίο πως χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως μία από τις πιο κομψές Πρώτες Κυρίες.
Ήταν, όμως, και μία καλλονή της εποχής, ευγενική, με μόρφωση και από καλή, μεγαλοαστική οικογένεια της Πάτρας (ήταν ανιψιά του πολιτικού και φιλοσόφου Παναγιώτη Κανελλόπουλου). Μάλιστα, όπως έγραφε και ο Τύπος της εποχής, η Αμαλία Μεγαπάνου με το στυλ της εντυπωσίασε ακόμα και την Τζάκι Κένεντι στην ιστορική συνάντηση των δύο πολιτικών ζευγαριών στον Λευκό Οίκο.
Ωστόσο, ο γάμος της με τον σπουδαίο Έλληνα πολιτικό δεν ήταν πάντα ρόδινος. Δύσκολος χαρακτήρας εκείνος, έκανε την κοινή τους συμβίωση να είναι και αυτή δύσκολη. Κάτι που το είχε παραδεχτεί και ο ίδιος. Η Μεγαπάνου ακολούθησε τον Καραμανλή στο Παρίσι και από εκεί το 1970 ήρθαν κι «έπεσαν» στην Ελλάδα σαν κεραυνός εν αιθρία τα νέα πως το ζευγάρι χωρίζει.
Ήταν την περίοδο που κατέθεσαν αίτηση διαζυγίου σε γαλλικό δικαστήριο, προκαλώντας μεγάλη έκπληξη. Το διαζύγιο βγήκε δύο χρόνια αργότερα, ενώ η Μεγαπάνου δεν μίλησε ποτέ δημόσια για το γάμο και το διαζύγιό της με τον Καραμανλή, τηρώντας όλα αυτά τα χρόνια σιγή ιχθύος. Οι δυο τους δεν απέκτησαν ποτέ παιδιά.
Έναν χρόνο μετά το διαζύγιο και συγκεκριμένα στις 17 Μαΐου 1973 παντρεύτηκε τον μαιευτήρα Επαμεινώνδα Μεγαπάνο, του οποίου το επίθετο πήρε και χρησιμοποίησε κατά τη διάρκεια της συγγραφικής της καριέρας.
Στη συνέχεια εργάστηκε ως δικηγόρος στις Σέρρες, μέχρις ότου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1935 με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα. Επανεξελέγη βουλευτής το 1936, στις τελευταίες εκλογές πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Καραμανλής παρουσιάστηκε για να στρατευθεί στο Σιδηρόκαστρο, αλλά κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία. Επανήλθε στην ενεργό πολιτική το 1946, όταν έλαβε μέρος στις εκλογές της 31ης Μαρτίου ως υποψήφιος του Λαϊκού Κόμματος στις Σέρρες και εξελέγη πρώτος σε ψήφους βουλευτής.
Το όνομά του θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο από τη θητεία του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955). Θα επιτελέσει σπουδαίο έργο, με την κατασκευή βασικών έργων υποδομής (εγγειοβελτιωτικά έργα, οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης κ.ά.). Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη, αποτέλεσε ισχυρό πρόκριμα για την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου. Η πρωτοβουλία του βασιλέα Παύλου να του αναθέσει τον σχηματισμό της κυβέρνησης, στις 5 Οκτωβρίου 1955, εξέπληξε τους πάντες, αφού επικρατέστεροι για τη διαδοχή ήταν οι αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Παπάγου, Στέφανος Στεφανόπουλος και Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Ο Καραμανλής, από την πρώτη μέρα της πρωθυπουργίας του, θέλησε να βάλει τη δική του σφραγίδα στην πολιτική ζωή της χώρας. Ίδρυσε νέο κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και προσέφυγε στις κάλπες τον Φεβρουάριο του 1956. Τις κέρδισε, παρότι το κόμμα του ήλθε δεύτερο σε ψήφους, χάρις στο «τριφασικό» εκλογικό σύστημα. Η επικράτηση στην πρώτη αυτή και στη συνέχεια σε δύο ακόμη εκλογικές αναμετρήσεις, το 1958 και το 1961, του επέτρεψε να διατηρήσει αδιάλειπτα την εξουσία για μία οκταετία (1955-1963), ένα επίτευγμα χωρίς προηγούμενο στην πολιτική ιστορία της χώρας.
Πρωταρχική φροντίδα του Καραμανλή ήταν ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός προγράμματος ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης, σε μια χώρα που βίωνε ακόμη τις συνέπειες του καταστροφικού εμφύλιου πολέμου. Όραμά του υπήρξε μια Ελλάδα απαλλαγμένη από τα σύνδρομα της δυσπραγίας και της φτώχειας. Η σταθερή αύξηση του εθνικού εισοδήματος, με μέσο ετήσιο ρυθμό 6,25%, η άνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος από 305 σε 565 δολάρια με πληθωρισμό 2%, η ραγδαία άνοδος των επενδύσεων και η μείωση της ανεργίας στο 4,5% (βοηθούμενη και από την αυξανόμενη μετανάστευση) συνθέτουν τις κύριες παραμέτρους του θετικού απολογισμού της διακυβέρνησης Καραμανλή στο πεδίο της οικονομίας.
Η ανοδική πορεία της οικονομίας θα του δώσει τη δυνατότητα να στραφεί, με την πάροδο του χρόνου, προς την ενίσχυση της παιδείας, του πολιτισμού και,για πρώτη ουσιαστικά φορά, του αθλητισμού, με τη θεσμοθέτηση του ΠΡΟ-ΠΟ (1959). Ακόμη, αύξησε τη χρηματοδότηση του κοινωνικού τομέα κι έλαβε θεσμικά μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα, με κορυφαίο γεγονός τη σύσταση του ΟΓΑ (1961). Όμως, παρά τις προσπάθειές του, ο εκσυγχρονισμός στο πολιτικό πεδίο κινούνταν με χαμηλές ταχύτητες, λόγω των εμφυλιοπολεμικών συνδρόμων, που παρέμειναν ισχυρά στην Ελληνική Δεξιά.
Το διεθνές περιβάλλον ήταν αρνητικό για την άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, λόγω του Ψυχρού Πολέμου και της πρόσδεσης της χώρας στο άρμα των ΗΠΑ. Έτσι, ήταν φυσικό για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να αναζητήσει ερείσματα για την κατοχύρωση της ασφάλειας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας στους κόλπους του ΝΑΤΟ. Εν τούτοις, ο Καραμανλής, με αρκετή δόση αποτελεσματικότητας, κατόρθωσε να προαγάγει τις σχέσεις με τον Τρίτο Κόσμο, ιδιαίτερα με τις αραβικές χώρες, προτάσσοντας, οσάκις χρειαζόταν, τα περιφερειακά συμφέροντα της Ελλάδας.
Το 1959 υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, με τις οποίες τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος, με εγγυήτριες δυνάμεις την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Μεγάλη Βρετανία με δικαίωμα στρατιωτικής παρέμβασης. Ο Καραμανλής δέχθηκε αυστηρή κριτική για τις συμφωνίες αυτές, που κατοχύρωναν ως ισότιμο εταίρο στη μεγαλόνησο την Τουρκία.
Η καίρια τομή στην εξωτερική πολιτική του εντοπίζεται στην προσπάθεια για την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ότι η ΕΟΚ δεν αποτελούσε «απλώς οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν». Έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις διετούς διάρκειας, η Ελλάδα θα γίνει δεκτή στην αρχική ομάδα των Έξι, ως πρώτο συνδεδεμένο μέλος, στις 9 Ιουλίου 1961.
Η πρώτη κυβερνητική οκταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή διακόπηκε απρόβλεπτα, με την παραίτησή του, τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από διαφωνία με τον βασιλέα Παύλο, η οποία σηματοδότησε τη ρήξη του με τα Ανάκτορα. Η κρίση δεν ήταν ανεξάρτητη από το κλίμα πολιτικής έντασης εκείνης της εποχής. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος της «Ενώσεως Κέντρου» Γεώργιος Παπανδρέου είχε κηρύξει τον ανένδοτο αγώνα, κατηγορώντας τον Καραμανλή ότι είχε κερδίσει τις εκλογές του 1961 με βία και νοθεία, ενώ η δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη είχε ρίξει βαριά τη σκιά της στη χώρα. («Ποιος επιτέλους κυβερνά αυτό τον τόπο» είχε πει ο Καραμανλής).
Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 ηγήθηκε της ΕΡΕ, αλλά υπό το βάρος των καταγγελιών της αντιπολίτευσης, ηττήθηκε από την «Ένωση Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου. Τότε, ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΕΡΕ κι έφυγε μυστικά για το Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης», όπου ιδιώτευσε επί 11 χρόνια μέχρι τη Μεταπολίτευση.
Στις 24 Ιουλίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επανήλθε θριαμβευτικά στην Ελλάδα, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας υπό το βάρος του άφρονος πραξικοπήματος στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής στη μεγαλόνησο. Επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», κατόρθωσε με συνετές και αποφασιστικές κινήσεις να αποκαταστήσει πλήρως τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα. Νομιμοποίησε το ΚΚΕ έπειτα από 26 χρόνια παρανομίας, ενώ προχώρησε στην αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ως αντίδραση για την άρνηση της Συμμαχίας να αντιταχθεί στην προέλαση των Τούρκων στην Κύπρο (Αττίλας 2) και αντικατέστησε τη χουντική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Στις πρώτες ελεύθερες εκλογές (17 Νοεμβρίου 1974) ο Καραμανλής επικράτησε με το επιβλητικό 54,2% των ψήφων. Η άνετη νίκη του και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση (Νοέμβριος 1977), θα του επιτρέψει να παραμείνει αδιάλειπτα στην εξουσία για μία εξαετία, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, ενός νεοσύστατου σχηματισμού, που εντάσσεται στον κεντροδεξιό χώρο, με ιδεολογικό στίγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό. Η διενέργεια δημοψηφίσματος, στις 8 Δεκεμβρίου 1974, τερμάτισε τη μακρά διένεξη για το πολιτειακό, με την οριστική εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας.
Η εκπόνηση και η ψήφιση νέου και προοδευτικού Συντάγματος, τον Ιούνιο του 1975, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την εμβάθυνση και την παγίωση της Δημοκρατίας. Η επικράτηση ήπιου πολιτικού κλίματος, η αναβάθμιση των πολιτικών ηθών και της κοινοβουλευτικής πρακτικής και γενικότερα η κατοχύρωση του δημοκρατικού διαλόγου και των ατομικών ελευθεριών, καταγράφονται έκτοτε ως επιτεύγματά του. Όπως και η λύση του χρονίζοντος γλωσσικού ζητήματος, με την καθιέρωση της δημοτικής, ως επίσημης γλώσσας του κράτους.
Την εξαετία 1974-1980 και παρά τη διεθνή ενεργειακή κρίση, που έπληξε και τη χώρα μας, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμούς 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%. Ο Καραμανλής δεν δίστασε να εθνικοποιήσει μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ολυμπιακή, Εμπορική), όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν, με αποτέλεσμα κάποιοι κύκλοι των βιομηχάνων να τον κατηγορήσουν για σοσιαλμανία. Στην εξωτερική πολιτική, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, τα διπλωματικά ανοίγματα τις γειτονικές κομμουνιστικές χώρες και τη Μόσχα καταγράφονται στο ενεργητικό του.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική το 1980, μετά την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Ράλλης. Στις 5 Μαΐου 1980 εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε μια περίοδο που το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας. Η αυστηρή προσήλωση στην τήρηση των συνταγματικών κανόνων και η συνεπής τοποθέτηση πάνω από τις κομματικές διαμάχες, η εξασφάλιση της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην εξουσία, η συμβολή στην εκτόνωση των πολιτικών παθών και η συνεισφορά του στην εμπέδωση της εθνικής ενότητας, συνέθεσαν τις κύριες παραμέτρους της παρουσίας του στο ύπατο αξίωμα, σε συνδυασμό και με την ενίσχυση του διεθνούς κύρους της χώρας.
Το 1985 ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αθετεί την υπόσχεση του προς τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία και προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Ο Καραμανλής αποχωρεί πικραμένος. Επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας την πενταετία 1990-1995, οπότε αποχώρησε οριστικά από την πολιτική. Είχε συμπληρώσει 60 χρόνια στο πολιτικό προσκήνιο: 8 χρόνια ως υπουργός, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Τιμήθηκε με τα ευρωπαϊκά βραβεία Καρλομάγνου το 1978 και Σουμάν το 1980, το χρυσό μετάλλιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 1983 και το ανώτατο μετάλλιο των Πανεπιστημίων των Παρισίων το 1983 για την πίστη του στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης και τον αγώνα του για την ένταξη της Ελλάδος σε αυτή. Τιμήθηκε επίσης με το χρυσό μετάλλιο του Ιδρύματος Ωνάση, το 1983, για τη συμβολή του στην αποκατάσταση της δημοκρατίας, την επίτευξη της ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το όραμά του για την αναγέννηση της ολυμπιακής ιδέας και τις προσπάθειές του για τη σταθεροποίηση της ειρήνης στα Βαλκάνια.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, στις 23 Απριλίου 1998. Δεν άφησε απογόνους από το γάμο του με την Αμαλία Μεγαπάνου (1952), που διαλύθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Το βιβλίο θα μπορούσε να ονομαστεί «Από το Πανεπιστήμιο Ωνάση στην Ακαδημία Καραμανλή». Διότι ο δικηγόρος του οποίου οι ενθυμήσεις καταγράφονται στις σελίδες του γνώρισε στενά και εργάστηκε κοντά σε μερικούς από τους σημαντικότερους Ελληνες της εποχής μας, με πρώτους τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ενα γνωστό πρόσωπο στους αναγνώστες του «Βήματος», ο συνεργάτης μας Παπινιανός, εξασφάλισε την καταγραφή των ενθυμήσεων αυτού του δικηγόρου. Μαζί τους διασώζει μια άγνωστη, πρωτότυπη και ταυτοχρόνως εντυπωσιακή ματιά σε πρόσωπα που σφράγισαν την ιστορία μας. Το βιβλίο του Παπινιανού Ο δικηγόρος κυκλοφορεί από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. «Το Βήμα» προδημοσιεύει σήμερα μια αποκαλυπτική διήγηση του εν λόγω δικηγόρου για τη σύνταξη της διαθήκης και την προετοιμασία της ταφής του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Προετοιμασία της «αιώνιας κατοικίας»
‘Ένα πρωινό στο Προεδρικό Μέγαρο ήτανε οι δυο τους, πρόεδρος και δικηγόρος. Και ο πρόεδρος:
«Άκου, άμα πεθάνω θέλω να με θάψετε στο Ίδρυμα. Γίνεται αυτό;».
«Να το μελετήσω, κύριε Πρόεδρε, και θα σας κάνω ένα σημείωμα».
«Όχι σημειώματα, δεν θέλω, θα μου τα πεις προφορικά και, άκουσε, αυτό θα μείνει τελείως μεταξύ μας, δεν θέλω κανείς να μάθει τίποτα».
Το πρώτο «σοκ» για τον δικηγόρο ήτανε η ηρεμία και η φυσικότης του προέδρου. Να είσαι κοντά 80 χρονών και να μιλάς για την ταφή σου σαν να σχεδιάζεις ένα ταξίδι. Θέλει μεγάλη δύναμη. H μελέτη έγινε και η απάντηση ήταν αρνητική. Ταφή εκτός των δημοτικών ή κοινοτικών κοιμητηρίων απαγορεύεται. Μία εξαίρεση είχε ο νόμος. Στους περιβόλους των μοναστηριών επιτρεπότανε η ταφή νεκρών. Ο δικηγόρος, έτοιμος πια για την απάντηση, γνωρίζοντας όμως τη νοοτροπία του Καραμανλή που δεν ήθελε απλά νομική συμβουλή αλλά και λύση, έβαλε στο «μανίκι του» και τη λύση και κατευθείαν στην προεδρία.
«Κύριε Πρόεδρε, ο νόμος απαγορεύει την εκτός των κοιμητηρίων ταφή. Μόνο, για παράδειγμα, ο ηγούμενος μπορεί να ταφεί στον περίβολο της μονής».
«Και η λύση;».
«Συμπλήρωση του νόμου».
«Ποιος είναι αρμόδιος;».
«Ο Μένιος Κουτσόγιωργας».
«Τον ξέρεις;».
«Βεβαίως, κύριε Πρόεδρε».
«Μπορείς να του το ζητήσεις χωρίς να αναφέρεις πρόσωπα και πράγματα;».
«Νομίζω ναι, θα προσπαθήσω, κύριε Πρόεδρε».
«Δες τον, και κουβέντα σε κανέναν».
H επίσκεψη στον Κουτσόγιωργα έγινε, το θέμα ετέθη και παρουσιάστηκε «αντικειμενικά», δεν ζητούσε ο δικηγόρος και τίποτα σπουδαίο.
«Ξέρετε, κύριε Υπουργέ, μόνον ο ηγούμενος μπορεί να ταφεί στον περίβολο του μοναστηρίου του, δεν είναι όμως λογικό προσωπικότητες να μπορεί να ταφούν σε περιβόλους κοινωφελών ιδρυμάτων στα οποία πολλά προσέφεραν; Να, για παράδειγμα, κάποιος ιδρύει ένα ίδρυμα και χτίζει ένα μεγάλο νοσοκομείο. Γιατί να μην μπορεί να ταφεί στην αυλή του νοσοκομείου;».
«Λογικό μου φαίνεται, και ήρθες την κατάλληλη στιγμή. Την άλλη εβδομάδα καταθέτω στη Βουλή τροποποίηση του Κώδικα περί Δήμων και Κοινοτήτων. Πώς λες να μπει;».
«Να, σας έχω ετοιμάσει ένα σχέδιο. Μετά από τα μοναστήρια θα μπει κόμμα και θα προστεθεί η πρόταση «και προσωπικοτήτων στους περιβόλους των κοινωφελών ιδρυμάτων»».
«Καλό είναι, φέρ’ το».
Ο νόμος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και περιχαρής ο δικηγόρος έσπευσε στον Πρόεδρο.
«Τώρα πια η επιθυμία σας μπορεί να πραγματοποιηθεί».
«Καλά τα κατάφερες. Τελειώσαμε».
«Όχι, κύριε Πρόεδρε, δεν τελειώσαμε. Για να κλείσει ο κύκλος, πρέπει να γράψετε ένα γράμμα εσείς στο Ίδρυμα και να εκφράζετε την επιθυμία σας αυτή και ο πρόεδρος Τσάτσος, σαν πρόεδρος του Ιδρύματος, να σας απαντά ότι το Ίδρυμα δέχεται να ικανοποιήσει την επιθυμία σας».
«Καλώς. Γράψε και τα δύο κείμενα, φέρε να σου υπογράψω το δικό μου. Μετά πάρε και την υπογραφή του Τσάτσου, αφού του εξηγήσεις, και να τα φυλάς εσύ όλα αυτά, και όπως είπαμε, κουβέντα σε κανέναν. Και θα σου πω».
Έγιναν όλα όπως τα ήθελε. Τα γράμματα υπεγράφησαν και διπλοκλειδώθηκαν και φυσικά κουβέντα σε κανέναν.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτήθηκε από την προεδρία, όπως παραιτήθηκε… αλλά οι συναντήσεις του με τον δικηγόρο συνεχίστηκαν στο σπίτι του στην Πολιτεία σε λιγότερο επίσημο αλλά πιο ευχάριστο περιβάλλον. Δεν πέρασε πολύς καιρός, και ο Πρόεδρος επανήλθε στο θέμα του θανάτου του. Στο μεταξύ, το κτίριο του Ιδρύματος προχωρούσε και το «αγνάντι» του Προέδρου στην αυλή διαμορφωνότανε, όλοι θεωρούσαν ότι είναι ένας ωραίος τόπος για να στηθεί κάποτε εκεί μια προτομή του.
«Ξέρεις, θέλω να με βοηθήσεις να κάνω τη διαθήκη μου. Τίποτα σπουδαία περιουσία δεν έχω, να, αυτό το διαμέρισμα και το σπίτι στην Πρώτη. Θέλω όμως όλα τα άλλα να τα πάρει το Ίδρυμα».
«Βεβαίως, κύριε Πρόεδρε, θα σας κάνω ένα σχέδιο».
«Κοίτα να είναι λιτό και απέριττο».
Το σχέδιο έγινε, και ήταν λιτό και απέριττο. H διαθήκη υπεγράφη και την κατέθεσαν και σε συμβολαιογράφο για μεγαλύτερη σιγουριά και ασφάλεια. Ο Πρόεδρος δεν άφηνε κενά, όλα τα ήθελε σίγουρα και ασφαλισμένα.
Ούτε πέντε ημέρες δεν είχαν περάσει από το τελείωμα της συντάξεως της διαθήκης και ο Πρόεδρος επανήλθε.
«Πάρε αυτόν τον φάκελο. Είναι οδηγίες για τους εκτελεστάς της διαθήκης μου. Βάλ’ τον σε ασφαλές μέρος και, μόλις πεθάνω, θα τον ανοίξετε και θα κάνετε ό,τι σας λέω».
«Μάλιστα, κύριε Πρόεδρε».
Ο φάκελος, χειρόγραφος, μπροστά έγραφε τα ονόματα των δύο εκτελεστών της διαθήκης και των επιθυμιών του Προέδρου. Το πίσω μέρος, αφού είχε κλειστεί, είχε τη μονογραφή του Προέδρου και από πάνω είχε κολλήσει σελοτέιπ. Με τα χρόνια το σελοτέιπ κιτρίνισε. Κατά καιρούς ο Πρόεδρος έπαιρνε τον φάκελο πίσω και αμέσως τον επέστρεφε. Αν κανείς ήτανε κακόπιστος, θα θεωρούσε πως επρόκειτο περί ελέγχου ανοίγματος του φακέλου άκαιρα. (…)
Κοντά 12 χρόνια πέρασαν από την παράδοση του φακέλου στον δικηγόρο, και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είναι στο «Υγεία». Όλοι τους είναι εκεί αμίλητοι και θλιμμένοι. Μεγάλη αγάπη και στοργή του δείχνανε όλοι οι δικοί του συγγενείς και συνεργάτες. Εκείνη η Νίκη η Καραμανλή, χλομή και εξουθενωμένη, δεν στεκόταν στα πόδια της. Δεν έφυγε λεπτό από δίπλα του. Αλλά και τα ανίψια του δεν υστερούσαν. Ολα εκεί. H Αμαλία, η γυναίκα του Μιχάλη Λιάπη, έτρεχε να προσφέρει πορτοκαλάδες και τα τοιαύτα στους συγγενείς και συνεργάτες. Το τέλος δεν ήτανε μακριά.
Εκείνο το βράδυ της 22ας Απριλίου 1998 ο δικηγόρος πήγε αργά στο «Υγεία». Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Τον τράβηξε παράμερα ο Πέτρος Μολυβιάτης και του λέει:
«Ο Πρόεδρος θέλει να ταφεί στο Ίδρυμα. Ρώτησα τον Προκόπη και μου είπε ότι αυτό δεν γίνεται. Εσύ τι ξέρεις;».
«Δεν υπάρχει πρόβλημα. Και ο νόμος έχει γίνει που το επιτρέπει και επιστολές μεταξύ προέδρου και Ιδρύματος έχουν ανταλλαγεί».
Την άλλη ημέρα ο Προκόπης Παυλόπουλος τηλεφώνησε πανευτυχής στον Πέτρο Μολυβιάτη για να του πει πως βρήκε διάταξη «κάλτσα» που επιτρέπει την ταφή του Προέδρου όπως το ήθελε. Ο Αχιλλέας Καραμανλής είπε κι αυτός στον δικηγόρο πως τα πράγματα δεν είναι καλά και πως, αν εκείνο το βράδυ συμβεί το μοιραίο, πρέπει να έχει τον φάκελο έτοιμο και να μαζευτούν όλοι στην Πολιτεία, στο σπίτι του Προέδρου, και να τον ανοίξουν. Στις δύο το πρωί έλαβε το τηλεφώνημα ο δικηγόρος, και σύντομα όλοι βρέθηκαν γύρω από το τραπέζι της τραπεζαρίας του Προέδρου. Ο φάκελος άνοιξε, οι οδηγίες διαβάστηκαν και όλοι μείνανε άναυδοι. Μέσα σε τέσσερις χειρόγραφες σελίδες που γράφτηκαν 12 χρόνια προ του θανάτου του, λιτά και απέριττα τα πάντα. Δεν ξέρει κανείς πού να πρωτοσταθεί σ’ αυτό το κείμενο. Στο ότι: «H κηδεία μου επιθυμώ να μην πάρει επισημότητα, ούτε και να εκφωνηθούν λόγοι κατ’ αυτήν. Θα πρέπει να γίνει στη Φιλοθέη με τη συμμετοχή μόνο των μελών της οικογενείας, των μελών του πολιτικού μου γραφείου, του συμβουλίου του Ιδρύματος, των αξιωματικών της ασφαλείας μου και των Δημάρχων Πρώτης και Σερρών». Σε άλλο σημείο δίδονται οδηγίες: «Ο τάφος μου θα πρέπει να είναι λιτός – σχετικές οδηγίες έχει ο Ιάσων Ρίζος…». Ακόμα σε υστερόγραφο δίδονται οδηγίες και για την εναπόθεση των οστών του, και οι οδηγίες τελειώνουν με το ανθρώπινο: «Με την αγάπη μου και για τους δυο σας».
Τέτοιες στιγμές δύσκολα σβήνουν από το μυαλό του ανθρώπου, ενώ οι αποκομιζόμενες διδαχές και εμπειρίες δύσκολα μπορούν να αφομοιωθούν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.
Όταν τέλειωσε η ανάγνωση των οδηγιών, άνοιξαν το ντουλάπι-χρηματοκιβώτιο του Προέδρου. Αυτό δεν ήτανε ντουλάπι αλλά φαρμακείο. H τάξη που επικρατούσε παραδειγματική. Πάνω πάνω ένας φάκελος για τον Πέτρο Μολυβιάτη και από κάτω καμιά δεκαριά ντοσιέ. Καθένα από αυτά είχε γραμμένο με το χέρι του Προέδρου το τι περιείχε ο φάκελος και από κάτω ποιος να πάρει τον φάκελο και τι να τον κάνει. Οι βιογράφοι του Κωνσταντίνου Καραμανλή έχουν όλοι καταγράψει τα προσόντα του ανθρώπου και πολιτικού, σπάνια όμως αναφέρονται όχι μόνο στη σχολαστικότητά του αλλά και στη σημασία που έδινε στη λεπτομέρεια. Πετυχημένος τραπεζίτης είπε κάποτε στον δικηγόρο για τον γιο φίλου του που τον είχε υπό την επαγγελματική του προστασία: «Δεν θα γίνει μεγάλος γιατί δεν είναι τακτικός και δεν προσέχει τις λεπτομέρειες». Αν αυτό είναι σωστό για όλες τις δουλειές, για τη δικηγορία είναι κάτι παραπάνω από βασικό. Ο δικηγόρος που δεν είναι σχολαστικά τακτικός και που η λεπτομέρεια δεν είναι στο «πετσί» του ας μην ελπίζει σε πολλά.
Έγιναν όλα όπως τα ήθελε και τα κατέγραψε ο Πρόεδρος. H κηδεία του χωρίς επισημότητα και λόγους. Μόνον οι περί συμμετοχής στην κηδεία εντολές παραβιάστηκαν, όχι όμως από την οικογένεια και τους εκτελεστές των επιθυμιών του αλλά από το ανώνυμο πλήθος που κατά χιλιάδες έσπευσε να τον χαιρετήσει. Ιδιαίτερα συγκινητική η πορεία απ’ το εκκλησάκι της Φιλοθέης στο Ίδρυμα. Όλοι πεζοί και βουβοί τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία. Αυτή την κοσμοσυρροή δεν την είχε προβλέψει, αλλά και να την είχε, δεν θα μπορούσε να την αποκλείσει. Μόνος του και αυθόρμητα μαζεύτηκε ο κόσμος.