Το αντιγριπικό εμβόλιο φέτος ήταν μόνο κατά 16% αποτελεσματικό στη μείωση του κινδύνου ήπιας ή μέτριας λοίμωξης από ιούς της γρίπης, σύμφωνα με τα Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ. Ένα ικανοποιητικό ποσοστό θα ήταν τουλάχιστον 50%, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Η χαμηλή αυτή αποτελεσματικότητα προέκυψε από μελέτη στοιχείων για περισσότερους από 3.600 ανθρώπους σε επτά αμερικανικές πολιτείες, σύμφωνα με τους “Τάιμς της Νέας Υόρκης”. “Το εμβόλιο δεν είναι αναποτελεσματικό, αλλά σίγουρα είναι κατώτερο του επιθυμητού”, δήλωσε ο Δρ. Τζέσε Γκούντμαν, πρώην επικεφαλής επιστήμονας της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). “Η επόμενη πανδημία μπορεί να είναι μια πανδημία γρίπης, συνεπώς χρειαζόμαστε καλύτερα εμβόλια”, επεσήμανε.
Παρόλα αυτά, το CDC συνεχίζει να συμβουλεύει τον αντιγριπικό εμβολιασμό, με το σκεπτικό ότι μπορεί “να αποτρέψει σοβαρές εκβάσεις”. Επίσης ανέφερε ότι κατά τη φετινή χειμερινή περίοδο τα περιστατικά γρίπης μειώθηκαν τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, στη διάρκεια του νέου κύματος της παραλλαγής Όμικρον της πανδημίας, αλλά εμφάνισαν αύξηση στις αρχές Φεβρουαρίου.
Κάθε χρόνο οι επιστήμονες αποφασίζουν κατά πόσο θα αναπροσαρμόσουν τη σύνθεση του αντιγριπικού εμβολίου, προκειμένου να προστατεύει καλύτερα από τα στελέχη των ιών της γρίπης που προβλέπεται να κυριαρχήσουν. Η φετινή χαμηλή αποτελεσματικότητα του εμβολίου δείχνει, σύμφωνα με τον Γκούντμαν, ότι “υπήρχε ασυμφωνία ανάμεσα στα στελέχη του ιού στο εμβόλιο και σε εκείνα που κυκλοφορούσαν”.
Τα στελέχη από τα οποία προστατεύει το φετινό αντιγριπικό εμβόλιο
Το φετινό αντιγριπικό εμβόλιο αναπροσαρμόστηκε για να προσφέρει προστασία έναντι τεσσάρων ιών της γρίπης, μεταξύ των οποίων του Η3Ν2, που αποδείχτηκε το κυρίαρχο στέλεχος φέτος, σύμφωνα με το CDC (το ίδιο στέλεχος είχε επικρατήσει και κατά την περίοδο 2017-18). Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου εμφανίζει μεγάλες διακυμάνσεις από χρόνο σε χρόνο και, σύμφωνα με το CDC, κυμαινόταν από 60% το 2010-11 έως μόνο 10% το 2004.
Οι ομάδες του πληθυσμού που κινδυνεύουν περισσότερο από γρίπη, η οποία πλήττει το αναπνευστικό σύστημα και έχει αρκετά κοινά συμπτώματα με την Covid-19, όπως πυρετό, βήχα, δύσπνοια, πονόλαιμο, κόπωση κ.α., είναι οι άνω των 65 ετών, οι ανοσοκατεσταλμένοι και τα παιδιά κάτω των πέντε ετών.