Advertisement
PLUS

“Με λένε Καίτη. Ναι είμαι ιερόδουλη και από αυτή τη δουλειά μεγάλωσα μόνη μου 6 παιδιά”

22:01
Νίκη Μουλά

“Μπαίνουν δύο στο μαγαζί. Με σταμπάρουν και διαλέγουν να βγουν μαζί μου και με μια άλλη κοπέλα για μία ώρα. Δεν μου άρεσε η φάτσα τους όμως.

Στο αμάξι μιλούσαν στο κινητό και δε μου άρεσε ο τρόπος τους. Θέλω να κατέβω, τους είπα. Μα δε σταμάτησαν. Λέω στην Μ. «εγώ θα πηδήξω! Θα έρθεις;». Έλα ιδέα σου είναι, μου απάντησε. Με τα πολλά ανοίγω την πόρτα, κι ενώ ήταν σε κίνηση το αυτοκίνητο, πηδάω”

Advertisement

Την Καίτη την γνώρισα πριν από πολλά χρόνια. Μια γυναίκα με το χαμόγελο στα χείλη και πάντα με την καλή κουβέντα. Μια περήφανη μάνα κι ένας λακωνικός και ντόμπρος άνθρωπος.¨-Τι επαγγέλλεσαι;¨,τη ρώτησα.

-Κάνω βίζιτες για να ζήσω τα παιδιά μου, μου απάντησε…

Advertisement

-Πού μεγάλωσες;

Advertisement

Μεγάλωσα σε μια κλειστή κοινωνία. Οι γονείς μου, παλαιοί άνθρωποι, ήταν σκληροί και καταπιεστικοί. Καμιά φορά μας έδιναν και λίγο ξύλο. Λίγο όμως. Όχι πολύ!!

Αποφάσισαν να με παντρέψουν στην ηλικία των 14 χρονών. Τότε εγώ, πού να μιλήσω να πω ότι είμαι μικρή. Πως θέλω να μάθω τη ζωή. Δεν περνούσε ο λόγος μας. Ο, τι έλεγε ο πατέρας. Τουλάχιστον με πάντρεψαν με ένα καλό παιδί. Ναι μεν δεν τον είχα ερωτευτεί, διότι ούτως ή άλλως ήμουν πολύ μικρή για να γνωρίζω απ’ αυτά, αλλά τουλάχιστον ήταν καλός άνθρωπος. Μα άτυχος! Άτυχος αυτός, άτυχη κι εγώ. Μόλις έκλεισα τα 17 έμεινα χήρα με δύο μωρά στην αγκαλιά. Άτυχη, μικρομάνα και χήρα.

-Και μετά; Τι έκανες;

Advertisement

Στα 18 μου χρόνια έφυγα για την Αθήνα. Επρεπε να δουλέψω. Δυσκολευόμουν πολύ, γιατί εκείνα τα χρόνια οι γυναίκες συνήθιζαν να κάθονται σπίτι, και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους. Απελπίστηκα! Δεν έβρισκα τίποτα που να μπορώ να κάνω!

-Πότε έκανες την πρώτη σου βίζιτα;

Η πρώτη μου βίζιτα έγινε σε ηλικία 18,5!!! Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Αυτός με είδε και με ήθελε. Έκλεισα τα μάτια μου, έκλεισα τα αυτιά μου, και πήγα μαζί του.

-Μόλις τελειώσατε τι έκανες;

Advertisement

Γύρισα στο σπίτι κι έκλαιγα όλη νύχτα! Ενιωθα τη βρώμα πάνω μου, όσα μπάνια κι αν έκανα. Δεν γινόταν όμως αλλιώς.

-Οπότε πήρες την πρώτη σου κρυάδα στην ουσία!

Ναι, και συνέχισα να κρυώνω μέχρι 26 χρονών, όπου μετά από πολλές πληρωμένες γνωριμίες, παίρνω τα παιδιά μου και γυρίζω στην επαρχία. Ήλπιζα πως κάτι θα αλλάξει! Πως κάτι θα γίνει! Κι όντως.

-Στην επαρχία, σε μια πιο κλειστή κοινωνία, τι έγινε;

Γνώρισα τον δεύτερο μου σύζυγο. Έναν επιχειρηματία που δέχτηκε τα παιδιά μου, χωρίς όμως να γνωρίζει το παρελθόν μου.¨Τουλάχιστον κοντά του θα μεγαλώσουν τα παιδιά μου¨, σκέφτηκα και τον πήρα. Αμ δε! Ξεκίνησα να δουλεύω στην επιχείρησή του. Όλα περνούσαν από τα χέρια μου. Βρισίδι και κακή συμπεριφορά μόνο επικρατούσαν. Έκανα άλλα τέσσερα παιδιά μέσα σε τέσσερα χρόνια. Γεννούσα πάνω στον πάγκο! Μέσα στη λάντζα! Το γιo μου τον γέννησα πέντε μηνών 450 γρμ. Κοιλοπονούσα από την κούραση και τα γεννούσα! Και τελικά; Με παράτησε για μία ξένη. Ναι! Αυτός που θα μου μεγάλωνε τα παιδιά! Αυτός που τελικά τα δικά του τα σπλάχνα τα έβλεπε μια φορά στο εξάμηνο, κι αυτό κατά τύχη. Συμμετοχή στην ανατροφή των παιδιών καμία. Μόνο τη διατροφή έδινε, όποτε το θυμόταν, κι αυτό γιατί το είπε το δικαστήριο. Κατά τα άλλα, η μόνη του έννοια ήταν να με κυνηγήσει δικαστικά για να γλιτώσει τη διατροφή, όταν έμαθε πως δουλεύω νύχτα. Δεν πήρε ποτέ κανένα παιδί, και δε γλίτωσε από καμία διατροφή. Εγώ όμως βρέθηκα 32 χρονών, χωρισμένη και με ΕΞΙ παιδιά!! Είπα όλη την αλήθεια στα παιδιά για το μπαμπά, σήκωσα το κεφάλι, και συνέχισα να κάνω αυτό που ήξερα καλά!

-Ξέρεις μου κάνει εντύπωση που εσύ, μια κοπέλα παιδεμένη και μαθημένη στη νύχτα την πάτησε!

Ναι! Γιατί πίστευα στον ΑΝΘΡΩΠΟ κι έπεσα σε…., άντε να μη πω τώρα!

-Οπότε μετά απ’ αυτόν επιστρέφεις στη νύχτα;

Ναι, επιστρέφω και μάλιστα την δεκαετία του ’90, που η νύχτα θεωρούταν άσχημη για τους παντρεμένους. Τότε, αυτές που δουλεύαμε στα μπαράκια, ήμασταν δακτυλοδεικτούμενες. Εμένα όμως δε μ’ ένοιαζε! ΔΟΥΛΕΥΑ ΒΙΖΙΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΩ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ!! Τ’ άφηνα μόνα τους τα βράδια, και μ’ ένα μηχανάκι δανεικό, της κακιάς ώρας, πηγαινοερχόμουν πέντε-έξι φορές τη νύχτα, για να σιγουρευτώ πως είναι καλά. Τέτοιο άγχος, τέτοιο δράμα! Τι να πω!

-Διάλεξες ποτέ σου πελάτη;

Μετά από κάμποσο καιρό έγινα η παλιά. Πλέον μπορούσα να διαλέγω τους πελάτες με τους οποίους θα πήγαινα μαζί, κι όχι να κατεβάζω τα μάτια και να πηγαίνω όπου το αφεντικό μου υποδείκνυε!

-Επιχείρησες ποτέ να βρεις πρωινή δουλειά;

Ναι, προσπάθησα να βρω πρωινή δουλειά. Πήγα σε λαïκή, κρατούσα παππούδες, γιαγιάδες. Τα έκανα και τα δύο ταυτόχρονα. Πήγα και σ’ ένα ζαχαροπλαστείο στο οποίο όμως το αφεντικό είχε μπερδέψει τα πράγματα! Νόμιζε πως τον μπλάστη μπορούσε να τον χρησιμοποιήσει πάνω μου! Κι όλο ερχόταν και με χούφτωνε, κι έλα μωρό μου, θα σου δώσω και το κάτι παραπάνω! Ώσπου μια μέρα του πέταξα τις λαμαρίνες στο κεφάλι και φώναξα τη γυναίκα του!¨-Κυρία τάδε μου, ως εδώ! Έχω όλη νύχτα τους κερατάδες, θα έχω τα ίδια πράγματα και το πρωϊ! Φεύγω!

-Τόση βρωμιά λοιπόν;

Να ξέρεις! Η περισσότερη βρώμα είναι εκεί έξω!

-Κι επανήλθες λοιπόν στη νύχτα. Έκανες καμία σχέση μετά;

Συνέχισα τη νύχτα. Εκανα μια σχέση 10 χρόνια με έναν αστυνομικό, τον οποίον τον στήριξα από όλες τις απόψεις. Με παράτησε για μία πιο μικρή.

-Το μετάνιωσες που τον στήριξες;

Μετάνιωσα που επένδυσα σε αυτόν! Θα τα είχαν πάρει τα παιδιά μου!

-Ποια είναι η πιο άσχημη εμπειρία που είχες στη νύχτα;

Μπαίνουν δύο στο μαγαζί. Με σταμπάρουν και διαλέγουν να βγουν μαζί μου και με μια άλλη κοπέλα για μία ώρα. Δεν μου άρεσε η φάτσα τους όμως. Στο αμάξι μιλούσαν στο κινητό και δε μου άρεσε ο τρόπος τους. -Θέλω να κατέβω, τους είπα. Μα δε σταμάτησαν. Λέω στην Μ. «εγώ θα πηδήξω! Θα έρθεις;». -Ελα ιδέα σου είναι, μου απάντησε. Με τα πολλά ανοίγω την πόρτα, κι ενώ ήταν σε κίνηση το αυτοκίνητο, πηδάω.

-Πήδηξες απ’το αμάξι;;;;!!!!!

Ματώθηκα! Γδάρθηκα! Μελάνιασα! Δε μπορούσα να πάω και στο νοσοκομείο.

-Γιατί δε μπορούσες;

Τι θα έλεγα στους αστυνομικούς; Ότι πήγαινα για βίζιτα και δεν μ’ άφηναν να φύγω;

-Αυτοί δε σταμάτησαν;

Αυτοί έφυγαν. Δε σταμάτησαν ποτέ. Γύρισαν μόνο την άλλη μέρα στις 6 το απόγευμα, για να μας επιστρέψουν την Μ σε μαύρο χάλι! Βλέπεις, ήταν σαδιστές και οι δύο είχαν γίνει τέσσερις! Άθλια κατάσταση. Αυτός ο πούστης ο τύπος, έκανε το λάθος μετά από πολλά χρόνια να έρθει στο μαγαζί μου! Τον έφτυσα και τον έδιωξα!!

-Έχεις φοβηθεί κι άλλες φορές στη νύχτα;

Και στη νύχτα, και στη μέρα! Φοβήθηκα πολλές φορές! Που ξέρεις τι τρέλα κουβαλά ο καθένας στο κεφάλι του; Ήμουν όμως κι εγώ τσαμπουκαλού! Πόσα περίεργα πράγματα μου ζητούσαν! Πόσοι παντρεμένοι! Μ’ ερωτεύτηκε μάλιστα κι ένας που ήθελε να διαλύσει το σπίτι του, αλλά εγώ όχι! Δεν το δέχτηκα. Δε μπαίνω σε ξένα σπίτια και δε θέλω να μοιράζομαι τον σύντροφο μου με καμία άλλη!

-Τα παιδιά σου, ο περίγυρός σου και γενικά οι οικείοι σου, πως έμαθαν για το επάγγελμά σου; Από τρίτους;

Εγώ τους το΄πα!

-Ορίστε;

Κοίτα! Για πολλά χρόνια έμεινα μόνη μου. Ζούσα την καθημερινότητα μου και μεγάλωνα τα παιδιά μου! Πέρασε όμως τόσο γρήγορα ο καιρός, που πλέον αυτά ήταν σε ηλικία γάμου! Κι αν μου έφερναν γαμπρό ή νύφη και είχα πάει με τον συμπέθερο ή με τον ίδιο τον γαμπρό μου!; Δεν γινόταν. Επρεπε να αποκαλύψω την αλήθεια.

-Σε ποιον το είπες πρώτα;

Ξεκίνησα από τους γονείς μου. Με αποκλήρωσαν και δε με ξαναδέχτηκαν ποτέ. Εντάξει! Τι να κάνουμε. Στα παιδιά μου όμως; Πως θα το πω;

-Πως το είπες;

Είναι Χριστούγεννα. Καθίζω όλα μου τα παιδιά στο τραπέζι. Ανάβω τσιγάρο…

«Θέλω να σας μιλήσω για κάτι σοβαρό.», τους λέω. Πως νομίζετε πως μεγαλώσατε; Ορίστε;, πετάγεται ο γιος μου. Από πού τρώτε, από που πίνετε, από πού ντύνεστε; Από εσένα. Κάνω βίζιτες εδώ και χρόνια για να σας ζήσω. Έτσι μεγαλώσατε. Τώρα αν ντρέπεστε γι’ αυτό, μπορείτε να χτυπήσετε την πόρτα του πατέρα σας, να χαράξετε μόνοι το δρόμο σας ή να μείνετε εδώ. Εγώ τα θέλω όλα τα παιδιά μου κοντά, να τα ζω, να τ’ αγαπώ, να τους προσφέρω.

-Πως αντέδρασαν; Υποθέτω έμειναν με άναυδοι όπως εγώ τώρα με την γενναιότητά σου!

Θες να σου πω; Κανένα δεν έφυγε ποτέ!

-Οπότε από εκεί και ύστερα αναπνέεις! Είσαι ανάλαφρη.

Όπως το είπες! Ανάλαφρη πλέον από τη συνείδησή μου, βλέπω τη ζωή με άλλο μάτι! Αισιόδοξη και ακμαία συνεχίζω. Ώσπου τρακάρει η μικρή μου κόρη με το μηχανάκι.

-Πόσο χρονών;

16 χρονών στην εντατική με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Κι ο πατέρας πουθενά. Μόνο εγώ και τα αδέλφια της, δεμένοι μια γροθιά. Συνέρχεται μετά από καιρό, με παράλυτη όμως τη μια της πλευρά και με προβλήματα στην ομιλία. Με ήθελε εκεί. Με είχε ανάγκη. Εγώ κι ο αδελφός της ο μικρός μόνο την κάναμε καλά. Ο αδελφός της! Τ’ αγόρι μου. Την έκανε μπάνιο, την ξύριζε, την πρόσεχε. Οχι όμως τον εαυτό του.

-Τι εννοείς δεν πρόσεχε τον εαυτό του;

Είχε εθιστεί στα ναρκωτικά! Αυτοκτονούσε το παιδί μου! ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ! Είχε χτυπήσει κεντρική αρτηρία και ήξερα πως δε θα ζούσε για πολύ ακόμη. Τον είχα αργότερα 4 μήνες στο κρεβάτι!

-Αυτούς τους 4 μήνες δεν γινόταν κάτι να απεξαρτηθεί;

Όχι, δεν γινόταν τίποτα, βάση των γιατρών. Ήταν θέμα χρόνου.

-Και καθηλωμένος όπως ήταν στο κρεβάτι, δεν ζητούσε την δόση του;

Αν τη ζητούσε λέει;! Έψαχνα, έβγαινα στη γύρα για να τη βρω! Δεν υπήρχε γιατρειά! Το ήξερα. Έπρεπε να τον βοηθήσω κάπως.

-Τον θυμάμαι το γιο σου. Δεν είχα καταλάβει ποτέ πως ήταν χρήστης.

Δεν έδωσε ποτέ του δικαίωμα να τον πει κανείς πρεζάκι! Σε κανέναν! Έτσι ήσυχος ήταν πάντα. Και ήσυχος πέθανε! Το παιδί μου!

-Ρε συ Κ. μετά από όλα αυτά που έχεις ζήσει, πες μου καταρχήν τι θα έκανες αν σου έλεγε η κόρη σου πως θέλει να ακολουθήσει το επάγγελμα σου;

Θα την καθάριζα! Δεν θα την ήθελα δίπλα μου! Υπάρχουν δουλειές. Στη νύχτα κατά 99% πέφτουν για το εύκολο χρήμα. Μόνο το 1% έχει καθαρή ανάγκη.

-Μπορείς να υπολογίσεις στο περίπου με πόσους έχεις πάει;

Είναι μεγάλη η γραμμή Ελσα! 38 χρόνια στη νύχτα, μπορεί να φτάνει μέχρι τη Ρουμανία, την Ουκρανία, τι να σου πω;!

-Ερωτεύτηκες ποτέ στη νύχτα;

Δεν άφησα τον εαυτό μου να ερωτευτεί. Δεν θα ‘βρισκα άντρα από τη νύχτα. Τι; Θα άλλαζε μαζί μου; Αποκλείεται!

-Αν σου δινόταν η ευκαιρία, θ’ άλλαζες τίποτα;

Μπορεί ν’ άλλαζα πολλά, μπορεί και όχι! Εγώ δε ντρέπομαι όταν περπατάω! Ναι! Δούλεψα, τα πήρα κι έζησα τα παιδιά μου!

-Είναι κάτι που θες να διαγράψεις απ’την μνήμη σου;

Δεν ξεχνιούνται με τίποτα! ΑΥΤΑ ΣΕ ΣΗΜΑΔΕΥΟΥΝ!

Εν κατακλείδι, και κάνοντας το παρθενικό μου βήμα σε αυτό τον χώρο, έχω να πω το εξης: Μεγάλη μου τιμή που ήπια έναν καφέ μαζί σου! Έχω γνωρίσει άτομα κι άτομα που ούτε καν αγγίζουν την τιμιότητά σου! Εύχομαι η ζωή, έστω και τώρα στα 57 σου χρόνια, να σου χαμογελάσει, μέσα από τα παιδιά σου, μέσα από τα εγγόνια σου, μέσα από εσένα!

Έρευνα-Συνέντευξη για το Singlewoman.gr: Έλσα Λουκά

TAGS:
Advertisement