Λαγοκέφαλος : Το ψάρι που δείχνει τα δόντια του. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την ημέρα που ένας άνδρας σε παραλία της Καρπάθου δέχθηκε δάγκωμα από λαγοκέφαλο.
Ήταν την ώρα που έπαιζε με το ψάρι με το χαρακτηριστικό σχήμα του κεφαλιού και των εμπρόσθιων δοντιών. Η απειλή από τον λαγοκέφαλο δεν προέρχεται κυρίως από το ισχυρό δάγκωμά του, αλλά από την τάση κυριαρχίας του στα νερά της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Και από την επικίνδυνη νευροτοξίνη που περιέχει.
Ο λαγοκέφαλος είναι ένα από τα «είδη-εισβολείς» που πέρασαν μέσω της διώρυγας του Σουέζ από τον Ινδικό Ωκεανό στη Μεσόγειο.
«Τα τελευταία χρόνια έχουμε πάρα πολλές εμφανίσεις του λαγοκέφαλου στην περιοχή της Κρήτης. Ενώ υπάρχει εγκατάσταση μεγάλων πληθυσμών σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο.
Η πρώτη καταγραφή του είδους στη Μεσόγειο ήταν το 2003 σε παράλια της Τουρκίας. Αργότερα πιστοποιήθηκε στο Ισραήλ, ενώ τον Ιούλιο του 2005 εντοπίστηκε στη Βόρεια Κρήτη.
Αμέσως έδειξε τάσεις μεγάλης… επέκτασης. Ήδη, από το 2011 παρουσίαζε μεγάλη αύξηση των δεικτών αφθονίας.
Είχαμε σημειώσει πως με βάση τα μοντέλα πληθυσμών ότι θα παρουσιάσει αύξηση με γεωμετρική πρόοδο τα επόμενα χρόνια», λέει η κ. Νότα Περιστεράκη, βιολόγος – ιχθυολόγος του Ινστιτούτου Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ.
Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, που βρίσκονται στο Ηράκλειο της Κρήτης, ο λαγοκέφαλος αλιεύεται πλέον συχνά στην ευρύτερη περιοχή.
Έχει επεκταθεί στο Νότιο Αιγαίο και στα Δωδεκάνησα. Εμφανίσεις υπάρχουν και στο Βόρειο Αιγαίο. Αλλά μάλλον τα πιο ψυχρά ύδατα και τα θαλάσσια ρεύματα λειτουργούν αποτρεπτικά ακόμα.
Επίσης, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε και στη Δυτική Μεσόγειο.
Γιατί έχουμε αυτή την επέκταση του λαγοκέφαλου; «Κατ’ αρχάς έχει παίξει ρόλο η κλιματική αλλαγή, η θέρμανση των θαλασσών.
Από το 1985 υπάρχουν μελέτες που καταγράφουν σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας των βαθύτερων υδάτων. Επίσης, αν και ήρθε ο λαγοκέφαλος στη Μεσόγειο, δεν ακολούθησαν είδη που λειτουργούν ως εχθροί του», εξηγεί η κ. Περιστεράκη.
Ο βασικός κίνδυνος από τον λαγοκέφαλο σχετίζεται με την επικίνδυνη τοξίνη που βρίσκεται στο σώμα του. Κυρίως στις ωοθήκες, στο συκώτι, στο έντερο και στο δέρμα.
Η τοξίνη αυτή μπορεί να επιφέρει στον άνθρωπο αναπνευστικές διαταραχές, ανεπάρκεια του κυκλοφορικού συστήματος, μυϊκή παράλυση, ακόμη και θάνατο.
Πριν από μερικά χρόνια αλλοδαποί, πλήρωμα πλοίου που βρισκόταν αρόδο στο λιμάνι του Ηρακλείου, ψάρεψαν και έφαγαν λαγοκέφαλο, με αποτέλεσμα να βρεθούν στην εντατική του νοσοκομείου.
«Ο λαγοκέφαλος απαγορεύεται αυστηρά να εκφορτώνεται, να πωλείται, να καταναλώνεται. Απαιτείται πολύ καλή ενημέρωση σε όλους. Τους ντόπιους, τους τουρίστες –μερικοί από τους οποίους ψαρεύουν ερασιτεχνικά. Ακόμα και το ιατρικό προσωπικό, που μπορεί να μη γνωρίζει το πρόβλημα», σημειώνει η ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ.
Ο λαγοκέφαλος είναι σαρκοφάγο ψάρι. «Διαθέτει ένα ισχυρό ράμφος με το οποίο σπάει και τρώει όστρακα, καβούρια, σουπιές, χταπόδια και άλλα ψάρια.
Μάλιστα, το ράμφος του είναι τόσο ισχυρό, που μπορεί να κόβει αλιευτικά εργαλεία, δίχτυα κ.λπ. Προκαλεί καταστροφές και διαφεύγει», τονίζει η κ. Περιστεράκη.
Λόγω έλλειψης στοιχείων δεν υπάρχει σαφής εικόνα εάν λόγω του «κυνηγιού» του λαγοκέφαλου μειώνονται άλλοι πληθυσμοί.
Από τα τέλη Μαΐου οι λαγοκέφαλοι πλησιάζουν πιο πολύ τις ακτές, ενώ γεννούν τέλη Ιουνίου, αρχές Ιουλίου. Γιατί βγαίνουν στα ρηχά; Πιθανόν γιατί είναι πιο ζεστά τα νερά. Οι ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ προειδοποιούν τους πολίτες να προσέχουν, να μην «παίζουν» με τους λαγοκέφαλους, να μην τους ταΐζουν κ.λπ.
Η ανησυχητική ανάπτυξη του είδους, όμως, απαιτεί προγράμματα και έρευνα για τη μελέτη και τη διαχείριση-έλεγχό του. Δυστυχώς, όπως λένε οι ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ, προτάσεις που έκαναν στο παρελθόν για απλές εφαρμογές στο κινητό, με τις οποίες θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να καταγράψει την παρουσία λαγοκέφαλου και να στείλει την πληροφορία σε κεντρική πλατφόρμα, για να εντοπιστούν (μεταξύ άλλων) τα αναπαραγωγικά πεδία του είδους-εισβολέα ή για δημιουργία βιολογικών παγίδων, απορρίφθηκαν επειδή ήταν… καινοτόμες!
«Φέτος καταθέσαμε μια καινούργια πρόταση σε πρόγραμμα καινοτομίας της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας, σε συνεργασία με το ΕΜΠ και ένα άλλο Ινστιτούτο του ΕΛΚΕΘΕ, το Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών. Προτείνουμε τη δημιουργία βιολογικών παγίδων, έτσι ώστε να ελέγξουμε-περιορίσουμε τον πληθυσμό του λαγοκέφαλου. Επίσης, θέλουμε να εξετάσουμε την τοξίνη, σε ποια όργανα υπάρχει, γιατί και σε τι οφείλεται η τοξικότητά της. Ακόμα, να ερευνήσουμε εάν μπορεί να αξιοποιηθεί το ψάρι, έτσι ώστε να αλιεύεται και να μπορεί να έχει και οικονομικά αποτελέσματα», σημειώνει η κ. Περιστεράκη.
Ο λαγοκέφαλος δεν είναι το μόνο εισβολικό είδος που ανησυχεί τους ερευνητές. Αλματώδης είναι η ανάπτυξη και του λεοντόψαρου, το οποίο καταγράφηκε πρώτη φορά στη Ρόδο και στην Κρήτη το 2016.
«Πρόκειται για είδος που αναπαράγεται όλο το έτος και είναι χωροκατακτητικό. Εγκαθίσταται σε μια περιοχή, συνήθως με βράχια, και στη συνέχεια ρουφάει και καταβροχθίζει ό,τι κολυμπάει κοντά του», λέει στην «Κ» η κ. Περιστεράκη.
Το λεοντόψαρο έχει κάποια αγκάθια με δηλητήριο, επιπέδου δράκαινας, αλλά εάν αφαιρεθούν αυτά τρώγεται και όπως λένε οι ερευνητές καλό είναι να μάθουμε να το τρώμε. Αλλά το πιο σημαντικό είναι να μελετήσουμε τα είδη-εισβολείς και να δούμε πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν με σεβασμό προς την περιβαλλοντική ισορροπία.
Καταλήγουν οι ερευνητές.