Ήταν 15 Αυγούστου του 1983 στη Θεσσαλονίκη, όταν ένας 19χρονος φαντάρος από το Μαρούσι κατακρεούργησε με 58 μαχαιριές έναν άλλον 20χρονο φαντάρο από την Αρκαδία, σε ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα.
Ο 19χρονος είχε γνωριστεί με τον 20χρονο συνάδελφό του από το Μάρτιο του 1983 και υπηρετούσαν στην ίδια στρατιωτική μονάδα στη Θεσσαλονίκη και είχαν αναπτύξει μια φιλική σχέση.
Στις 15 Αυγούστου 1983, είχαν πάει στο διαμέρισμα που έμενε ο 19χρονος που του το είχε νοικιάσει ένας ξάδερφός του. Έβαλαν μουσική, έπιαναν ούζο, αλλά όπως ισχυρίστηκε ο δράστης, ο 20χρονος φαντάρος ξεντύθηκε, έμεινε μόνο με το σλιπάκι και άρχισε να τον χαϊδεύει στο πρόσωπο και το στήθος. Τότε ο 19χρονος φαίνεται να τον απώθησε, αλλά ο συνάδελφός του άρχισε ξανά να τον χαϊδεύει. Τότε ο δράστης τον πέταξε έξω από το διαμέρισμα, μόνο με το σλιπ του.
Τότε ο 20χρονος φέρεται να άρχισε να χτυπάει την πόρτα, φωνάζοντας να μπει πάλι στο διαμέρισμα, που είχε και τα ρούχα του, αλλά ο 19χρονος του είπε, πως θα του επέτρεπε να μπει ξανά, αν δεν τον ξαναενοχλούσε. «Μου έλεγε έλα να τη βρούμε, να τι ωραία που είναι. Μου έλεγε ότι με γουστάρει και μου ορμούσε συνέχεια. Μια φορά που με άρπαξε από το λαιμό με φίλησε δυνατά και μου άφησε σημάδι», δήλωσε ο δράστης.
«Το πήρα για να τον τρομάξω και του’ πα κάτσε καλά», υποστήριξε ο 19χρονος στους δημοσιογράφους που άρπαξε το μαχαίρι.
«Στην αρχή τον χτύπησα λίγο για να φοβηθεί και να φύγει, αλλά αυτός δεν έφευγε με τίποτα. Μαλώναμε τέσσερις ώρες και είχα θυμώσει. Με χτύπησε με γροθιές στο πρόσωπο, τον χτύπησα και εγώ και πέσαμε στο διάδρομο. Εκείνη τη στιγμή βρήκα το μαχαίρι στο πάτωμα και τότε άρχισα να τον χτυπώ πολλές φορές στο λαιμό και το πρόσωπο. Όταν τον είδα νεκρό, σηκώθηκα και πήγα στο δωμάτιο. Κάπνισα πέντε-έξι τσιγάρα και σκεφτόμουν τί έκανα. Προσπάθησα να κοιμηθώ, αλλά δεν τα κατάφερα. Τελικά σηκώθηκα, τον έβαλα μέσα σ’ ένα σεντόνι και καθάρισα το σπίτι που είχε γεμίσει αίματα. Στη συνέχεια, βγήκα έξω, πήρα το ντεπόζιτο που ήταν στην πρασιά και έβαλα μέσα το πτώμα του. Μετά το έσυρα έξω στην πρασιά και στις 7:00 το πρωί ντύθηκα και πήγα στη μονάδα μου. Μετανιώνω, δεν ήθελα να το κάνω, ήταν παρόρμηση της στιγμής» κατέθεσε ο 19χρονος.
Το πρωί της επομένης μια γειτόνισσα της διπλανής πολυκατοικίας είδε το πτώμα στην πρασιά: «Είδα το πτώμα μέσα στο ντεπόζιτο και ανατρίχιασα. Στην αρχή πίστεψα ότι ήταν κούκλα, αλλά, όταν βεβαιώθηκα ότι ήταν άνθρωπος, ειδοποίησα την Άμεσο Δράση. Δεν γνώριζα τον νεκρό και δεν παρατήρησα τίποτα το ύποπτο το περασμένο βράδυ».
Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή το θύμα έφερε 58 μαχαιριές στο λαιμό και το πρόσωπο. Ήταν τόση η μανία του 19χρονου δράστη που το μαχαίρι με το οποίο δολοφόνησε τον συνάδελφό του βρέθηκε στραβωμένο. Ακόμη, ο ιατροδικαστής εκτίμησε πως ο δράστης επιχείρησε να τεμαχίσει το πτώμα, αλλά, επειδή αηδίασε, άλλαξε γνώμη και το έβαλε μέσα στο ντεπόζιτο.
Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος έλεγε πως δεν γνώριζε ότι ο συνάδελφός του ήταν ομοφυλόφιλος. Σε ερώτηση αν φοβήθηκε που τον είδαν να καθαρίζει τα αίματα, απάντησε: «Φώναζα δυνατά για να έρθουν οι γείτονες και να με βοηθήσουν. Αν ερχόταν κάποιος, δεν θα γινόταν το κακό».
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, οι 58 μαχαιριές δεν δικαιολογούνταν και πιθανόν να μεσολάβησε κάτι ανάμεσα στους δύο φαντάρους που ο δράστης δεν ήθελε να αποκαλύψει.
Στον 19χρονο ασκήθηκε δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση και προφυλακίστηκε στις στρατιωτικές φυλακές Θεσσαλονίκης. Στον τακτικό ανακριτή του στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, ο δράστης ανέφερε: «Φοβόμουνα το νεκρό, γι’ αυτό έβγαλα το πτώμα στην πρασιά της πολυκατοικίας».
Το Φεβρουάριο του 1984, ο 19χρονος φαντάρος καταδικάστηκε σε 22 χρόνια κάθειρξη και τον Ιούνιο του 1984, η ποινή του μειώθηκε στα 15 χρόνια. Ο 19χρονος φαντάρος δήλωσε τη μεταμέλειά του και απέδωσε το έγκλημα στη μεγάλη κατανάλωση ούζου.