“Ραβασάκια” σε χιλιάδες φορολογούμενους, για παλιές οφειλές, ξεκίνησε να στέλνει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), επιβάλλοντας έξτρα φόρους.
Τα μηνύματα της ΑΑΔΕ, που έχουν αρχίσει να λαμβάνουν οι φορολογούμενοι, αφορούν σε εισοδήματα που δεν τα δήλωσαν το 2018, με φόρους «κατ’ εκτίμηση» για το εισόδημα που προκύπτει, με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Ανεξάρτητη Αρχή.
Πρόκειται για εργαζόμενους και συνταξιούχους με αδήλωτα αναδρομικά και αποδοχές, φορολογούμενους με αποδοχές από το εξωτερικό, ιδιοκτήτες ακινήτων με αδήλωτα εισοδήματα από ενοίκια, καθώς και επαγγελματίες που ενώ έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα υποβάλουν μηδενικές δηλώσεις ΦΠΑ.
Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ οι εφοριακοί ελέγχουν και διασταυρώνουν, πριν στείλουν τα “ραβασάκια”:
Τα ηλεκτρονικά αρχεία βεβαιώσεων αποδοχών ή συντάξεων, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα.
Διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν λοιπά εισοδήματα και αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τα οποία αποστέλλονται ετησίως ή περιλαμβάνονται στην τελευταία προ του έτους για το οποίο εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, υποβληθείσα δήλωση φόρου εισοδήματος και στην περιουσιακή κατάσταση του εκάστοτε έτους, όπως αυτή προκύπτει από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Περιουσιολογίου της ΑΑΔΕ.
Την ηλεκτρονική βάση δεδομένων, που είναι διαθέσιμη στην ΑΑΔΕ και δύνανται να αφορούν την άσκηση επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς επίσης και από στοιχεία που λήφθηκαν στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για την εφαρμογή της διεθνούς διοικητικής συνεργασίας στο πεδίο της άμεσης φορολογίας.
Στις περιπτώσεις που φορολογούμενοι, φυσικά πρόσωπα, παρά την υποχρέωσή τους να υποβάλουν δήλωση φόρου εισοδήματος δεν την υπέβαλαν, εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων με την προϋπόθεση ότι από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση προκύπτει φορολογητέα ύλη για τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό της φορολογικής υποχρέωσης και ποσό φόρου προς βεβαίωση για τον φορολογούμενο που υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ.
Στην εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού φόρου αναφέρεται ότι η Φορολογική Διοίκηση προέβη στον εκτιμώμενο προσδιορισμό φόρου λόγω μη υποβολής δήλωσης του φορολογούμενου μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου. Επίσης, αναγράφονται τα στοιχεία εκείνα που έλαβε υπόψη της μέχρι την ως ημερομηνία για τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό της φορολογικής του υποχρέωσης.
Τα στοιχεία αυτά δύνανται να αναφέρονται και σε ξεχωριστό φύλλο, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πράξης του εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.
Το μήνυμα με τον έξτρα φόρο κοινοποιείται στον φορολογούμενο ο οποίος λαμβάνει στην προσωπική θυρίδα του στην ψηφιακή πύλη myAADE ειδοποίηση με διαδρομή (link) που τον οδηγεί στην αντίστοιχη σελίδα του δικτυακού τόπου της ΑΑΔΕ, όπου έχει τη δυνατότητα να δει και να εκτυπώσει την εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού φόρου. Επιπρόσθετα αποστέλλεται ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα από τον φορολογούμενο διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Μειωμένα πρόστιμα κατά 40%, θα πληρώσουν χιλιάδες φορολογούμενοι, κατηγορούμενοι για φοροδιαφυγή ή για απλές φορολογικές παραβάσεις, στο πλαίσιο συμβιβασμού και προκειμένου να κλείσουν τις υποθέσεις τους.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, της οποίας τα υψηλόβαθμα στελέχη βλέπουν με ικανοποίηση τη συγκεκριμένη εξέλιξη, καθώς απαλλάσσει τις υπηρεσίες από τον αυξημένο φόρτο εργασίας, που επισύρουν οι έλεγχοι και οι προσφυγές.
Ωστόσο, οι εφοριακοί ελεγκτές δεν είναι ικανοποιημένοι με την εν λόγω εξέλιξη, καθώς χάνουν το μπόνους που προβλέπεται, όταν οι υποθέσεις που ελέγχουν, κλείνουν με συμβιβασμό και όχι με βάση τις διαπιστώσεις του ελέγχου.
Ειδικότερα, οι φορολογούμενοι που κατηγορούνται για φοροδιαφυγή και είναι αντιμέτωποι με τσουχτερά πρόστιμα, έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν εκπρόθεσμη τροποποιητική δήλωση, μετά την έκδοση του «φύλλου ελέγχου», να αποδεχτούν το πρόστιμο και να γλιτώσουν το 40%.
Όπως αναφέρει η νομοθεσία, σε περίπτωση που εκδοθεί από τη φορολογική διοίκηση πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου (π.χ. κατόπιν ελέγχου) λόγω ανακρίβειας δήλωσης, το πρόστιμο που βεβαιώνεται κλιμακώνεται ως εξής:
10% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά ανέρχεται από 5% έως 20% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση.
25% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά υπερβαίνει το 20% έως 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση – 50% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά υπερβαίνει το 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση.
Για τον ΦΠΑ και τους παρακρατούμενους φόρους, το πρόστιμο ανέρχεται σε 50% επί της διαφοράς του κύριου φόρου. Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται και σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης (εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενων και λοιπών φόρων).
Σε περίπτωση που υποβληθεί εκπρόθεσμη (αρχική ή τροποποιητική) χρεωστική δήλωση, μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή αφού προσκληθεί από την ΑΑΔΕ για την παροχή πληροφοριών (και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου) βεβαιώνεται το ανωτέρω πρόστιμο.
Ωστόσο, το πρόστιμο μειώνεται στο 60%, εφόσον η οφειλή εξοφληθεί εντός 30 ημερών, αλλά η μείωση δεν ισχύει για τον παρακρατούμενο φόρο μισθωτών υπηρεσιών.
Σε όλες, δε, τις περιπτώσεις που λόγω της εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης οφείλεται φόρος, επιβάλλεται και τόκος 8,76% ετησίως επί του κύριου φόρου, χωρίς ανώτατο όριο.
Επισημαίνεται ότι για τις εκπρόθεσμες (αρχικές ή τροποποιητικές) χρεωστικές δηλώσεις, που υποβάλλονται μέχρι την κοινοποίηση εντολής ελέγχου, το πρόστιμο είναι:
100 ευρώ, όταν ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,
250 ευρώ όταν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικών βιβλίων και
500 ευρώ όταν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.
Δεν επιβάλλεται το πρόστιμο σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή παρακρατούμενων φόρων, εφόσον η αρχική δήλωση είχε υποβληθεί εμπρόθεσμα.