Ο δημοσιογράφος Ιάσονας Τσόλης μετέφερε τις εξελίξεις στη δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου στο T-live και στην Τατιάνα Στεφανίδου την Τετάρτη 10 Ιανουαρίου. Η απολογία της 35χρονης κατηγορούμενης μητέρας από την Πάτρα συνεχίζεται για τέταρτη ημέρα και περιλαμβάνει εκτενείς αναφορές, καθώς και ειρωνείες για τον εν διαστάσει σύζυγό της, Μάνο Δασκαλάκη.
Σύμφωνα και με όσα ανέφερε το ρεπορτάζ, η Ρούλα Πισπιρίγκου χαρακτήρισε τον Μάνο και τον παρομοίασε με τον γνωστό Ιταλό τερματοφύλαξα Τζανλουίτζι Μπουφόν και τον Γιάννη Πάριο. Κατά τη διάρκεια της απολογίας της, απευθυνόμενη στον Μάνο, τον ρώτησε “θα με βουτήξεις;”. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι στην απολογία της, η Ρούλα αναφέρει ότι εκείνη ήταν αυτή που πρότεινε στον Μάνο να χωρίσουν, αντικρούοντας τις προηγούμενες δηλώσεις του πατέρα από την Πάτρα.
Επίσης η κατηγορούμενη μητέρα από την Πάτρα επικαλέστηκε ότι υπέστη σωματική βία μέσα στη ΓΑΔΑ για να ομολογήσει ότι δολοφόνησε την κόρη της με κεταμίνη, κάτι που αρνείται μέχρι στιγμής. Επιπλέον, ανέφερε τις συνθήκες της φυλάκισής της στον Κορυδαλλό και υποστήριξε ότι ποτέ δεν κατάλαβε γιατί η οικογένειά της, παρά τη συμπαράσταση της κοινής γνώμης για τα τρία κορίτσια που έχασε, έγινε αντικείμενο επίθεσης από τα ΜΜΕ που την κατηγορούν ως “φόνισσα” των παιδιών της.
Ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε και σε δημοσιεύματα, που όπως είπε την στοχοποιούσαν ως δολοφόνο των παιδιών της. «Ήταν η περίοδος που όλη η Ελλάδα μιλούσε για το τι είχε συμβεί στην οικογένειά μου. Είχε αρχίσει ένας μύθος γύρω από το δικό μου όνομα, δεν θυμάμαι πως ξεκίνησε (…). Δεν μπορώ να καταλάβω πως έγιναν “Πυθίες” ξαφνικά όλοι. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι σκοπούς εξυπηρέτησε όλο αυτό που έγινε. Να βγαίνουν δημοσιεύματα και όλη η κοινή γνώμη να παρασύρεται από αυτό και να μας μισούν όλοι χωρίς να μας γνωρίζει κανείς. Μόλις βγήκε αυτό για την κεταμίνη στη Τζωρτζίνα παρέσυρε και τα άλλα παιδιά».
Η κατηγορούμενη μητέρα συνέχισε λέγοντας ότι αναγνωρίζει ότι ήταν λάθος της που μίλησε στα ΜΜΕ κατά τη διάρκεια εκείνου του χρονικού διαστήματος. Ωστόσο, αναφέρει ότι τα περισσότερα βίντεο με τη φωνή της που έχουν δημοσιοποιηθεί, δεν έχουν γίνει με την έγκρισή της.
«Είναι όλα ηχογραφημένα χωρίς την έγκριση μου. Με έπαιρναν τηλέφωνο και εγώ απαντούσα, δεν είχα κάτι να φοβηθώ. Όμως έκανα λάθος. Δεν έκλαιγα στο τηλέφωνο και μετά έβγαιναν και έλεγαν “ύποπτη η μάνα”. Στο Facebook απειλούσαν και την ίδια μου τη ζωή».
«Άκουσα εδώ τον κ. Δασκαλάκη να λέει εδώ ότι δεν ήθελε εκείνος τους δημοσιογράφους και ότι εγώ είχα κολλήσει με τη δημοσιότητα. Όμως μου είχε στείλε μηνύματα που φαίνονταν ότι μιλούσε με δημοσιογράφους και τους έδινε πληροφορίες. Να μην λέμε ανακρίβειες. Να πει “έχω μιλήσει με δημοσιογράφους”. Να έχει το θάρρος. Όλα αυτά τα μηνύματα τα έχω εδώ» είπε η κατηγορούμενη για να υποστηρίξει ότι η ίδια και ο πατέρας της Τζωρτζίνας είχαν προσπαθήσει να θέσουν όρια στη δημοσιότητα που είχε λάβει η υπόθεσή τους, όμως «το θέμα ξέφυγε».
Μεταξύ άλλων υποστήριξε: «Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε γιατί γύρισε όλο αυτό το κλίμα της συμπόνιας προς την οικογένειά μου στο ότι η μάνα σκοτώνει τα παιδιά για τον πατέρα. Δεν το κατάλαβα ποτέ, το είδα αυτό ως κίνητρο στη κατηγορία μου. Είναι ανόητο, χαζό δεν ξέρω. Πρέπει να είσαι ψυχασθενής για να βάζεις ένα τέτοιο κίνητρο χωρίς αποδείξεις. Έχω αγανακτήσει με όλο που συμβαίνει. Έγινε όλο αυτό γιατί ήμουν μόνη με το παιδί μου στο θάλαμό του. Με ποιον θα ήμουν; Έκανα ότι θα έκανε κάθε μάνα».
Με λεπτομέρειες στη συνέχεια αναφέρθηκε στη στιγμή της σύλληψης της αλλά και στην κατάσταση που είχε δημιουργηθεί έξω από το σπίτι της. «Με έπαιρναν τηλέφωνο και μου έλεγαν “να σε γδάρουν στο Σύνταγμα. Τους έλεγα “ποιοι είστε;” και μου απαντούσα “τα σκότωσες τα παιδιά”».
Ακολούθως η 35χρονη αναφέρθηκε στην ημέρα της σύλληψής της, κάνοντας λόγο για σωματική και ψυχολογική κακοποίηση που υπέστη στη ΓΑΔΑ. Μεταξύ άλλων υποστήριξε: «Εκείνη την ημέρα έβλεπα τηλεόραση και βγήκε αστυνομικός συντάκτης σε εκπομπή και είπε για κεταμίνη. Άρχισα να στέλνω μηνύματα στον Μάνο και να ρωτάω τι είναι η κεταμίνη. Αρχίζαμε και ψάχναμε στο Google …Θυμάμαι ότι κάπνιζα και τρεις άνδρες που χτύπησα το παράθυρο και μου έδειξαν ταυτότητα και ήταν από την αστυνομία. Μπήκαν μέσα. Ήμουν με την αδελφή μου, η οποία κοιμόταν. Φορούσα πιτζάμες και μου είπαν: “Όπως είστε φορέστε τα παπούτσια σας γιατί σας θέλει ο διοικητής στην ασφάλεια Πατρών”, η οποία βρίσκεται στην οδό Ερμού. Είπα να ντυθώ και μου είπε “όχι”. Δεν μου έδειξαν κανένα χαρτί, όπως ένταλμα. Μετά μου είπαν ότι δεν θα πάμε στην Ερμού, στην ασφάλεια Πάτρας, αλλά στη ΓΑΔΑ.
»»Με πήγαν σε ένα τζιπ μαύρο. Μου πήραν το κινητό απ’ τα χέρια μόλις πήγα να καλέσω τον τότε δικηγόρο μου, τον κ. Λύτρα. Μια γυναίκα που ήταν μέσα με χτύπησε στο χέρι και μου είπε: “Τέλος τώρα με το κινητό”. Μου είπαν να μην ξαναμιλήσω και μου έβαλαν χειροπέδες. Δεν μίλησα ξανά. Μπήκαμε από το γκαράζ και τους ρώτησα αν θα είναι δημοσιογράφοι. Μου είπαν να βάλω τη κουκούλα από το μπουφάν. Με έβαλαν σε ένα γραφείο στη γωνία με έγδυσαν, με έψαξαν παντού, μου έβγαλαν τα πάντα. Τους ρωτούσα “τι συμβαίνει; Γιατί είμαι εδώ;” και μου έλεγαν: «Δεν ξέρεις; Πέστα να τελειώνουμε δεν θα μας φας όλη τη μέρα. Μου είπαν: “Το έφαγες το παιδί. Δεν την ξέρεις την κεταμίνη;”. Τους έλεγα ότι “δεν ξέρω τι μου λέτε”. “Πέστα να τελειώνουμε” μου έλεγαν».
«Θα πούμε ότι μας είπε ότι ο Μάνος ότι αυτός σου έδωσε την κεταμίνη»
«Ένας κύριος μου είπε: “Καταλαβαίνω ότι το παιδί σου ήταν άρρωστο και έπρεπε να το λυτρώσεις. Ξέρουμε, μου είπε, ότι ο Δασκαλάκης δουλεύει στο φάρμακο, θα πούμε ότι μας είπε ότι σου έδωσε την κεταμίνη αυτός. Θα πούμε ότι από οίκτο πήγες να λυτρώσεις το παιδί και θα το κανονίσουμε ότι η ποινή σου θα είναι δέκα χρόνια θα τα κανονίσουμε εμείς αρκεί να μας πει αυτό”.
»» Τους ρώτησα αν είχαν συλλάβει και τον Μάνο και μου είπαν “όχι αλλά δεν θέλει να σου ξαναμιλήσει” καθώς και ότι οι γονείς μου θέλουν να πάνε στην Αργεντινή να αλλάξουνε το όνομά τους ώστε να μη με ξέρουν. Έλεγα “δεν έχω κάνει τίποτα ποια θέση να ελαφρύνω;”. Με ρώτησε ένας “την σκότωσες τη Τζωρτζίνα;”. Του απάντησα “όχι”. Όταν είπα το όχι άρχισε και με βαρούσε. Εγώ δεν μίλησα καθόλου. Μετά μου είπε “σήκω όρθια” και με χτύπησε στο στομάχι και μου έλεγε “πέστα να τελειώνουμε, πες για τον Δασκαλάκη να κλείσουμε την υπόθεση”. Τους ζητούσα να με αφήσουν ήσυχη. Ήμουν κατακόκκινη από τα χτυπήματα. Όταν είχε έρθει ο κ. Λύτρας, τα είχε δει. Τα είχε πει και δημόσια ότι ήμουν χτυπημένη (…) Ζήτησα νερό και μου πέταξαν μια πίτα κάτω και μου είπε “να πέσεις σαν σκυλί αν τη θες”. Ο κ. Χασιώτης έρχονταν και μου έλεγε “αν ήμουν στη θέση σου και είχαν κάνει κάτι οι γιατροί θα είχαν πάρει την καραμπίνα”. Του έλεγα: “Δεν ξέρω κάτι γιατί με τραβολογάτε;”. Στις 3 την νύχτα μου έφεραν το ένταλμα. Την ημέρα της σύλληψης πρέπει να ήταν τουλάχιστον 1.500 άτομα έξω από το σπίτι μου στην Πάτρα. Ήθελαν να λιντσάρουν τους γονείς μου, που ήταν μέσα. Αυτά έρχονταν και μου τα έδειχναν σε βίντεο οι αστυνομικοί και μου έλεγαν: “δες τι γίνεται έξω από το σπίτι σου, για αυτό δεν σε θέλουν”. Μου έδειχναν κάτι φωτογραφίες μοντάζ με σεντόνια από τον Κορυδαλλό που έλεγαν “Ρούλα σε περιμένουμε”. “Δεν είναι τίποτα” – μου έλεγαν “μια πορτούλα θα αφήσουμε ανοιχτή και γεια σου μετά”. ….Το πρωί ήρθε ένας άλλος αστυνομικός και μου είπε ότι θα πάω στην ανακρίτρια και ότι ο κ. Λύτρας παραιτήθηκε».
Στη συνέχεια η 35χρονη αναφέρθηκε στη μεταγωγή της στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων προκειμένου να βρεθεί ενώπιον της ανακρίτριας, καθώς και συνθήκες κράτησης της στον Κορυδαλλό.
Είπε μεταξύ άλλων: «Αυτό που συνάντησα όταν πήγα στην ανακρίτρια δεν υπήρχε. Ήμουν πολύ ντροπιασμένη για όλο αυτό που έγινε. Δημοσιογράφοι να με ρωτάνε γιατί το έκανα, κόσμος να μου πετάει μπουκάλια…. Μόλις μου είπε για προφυλάκιση ρώτησα “γιατί” την ανακρίτρια και εκείνη είπε “πάρτε την”. (…) Μου είπαν ότι θα με έχουν υπό προστασία στη φυλακή γιατί το ζήτησε το υπουργείο και από εκείνη την ημέρα, 22 μήνες μέχρι σήμερα δεν έχω επαφή με κανέναν. Απλά στο διπλανό κελί είναι η κατηγορούμενη μητέρα από το Κολωνό. Δεν έχω καμία επαφή μαζί της. Δεν έχω βγει ποτέ έξω στο διάδρομο, είχα να φάω μέρες, δέχθηκα λεκτικές επιθέσεις γιατί το παράθυρο μου έβλεπε στο προαύλιο. Μου φώναζαν “φόνισσα”».
Η κατηγορούμενη μητέρα αναφέρθηκε εκτενώς στη σχέση της με τον Μάνο Δασκαλάκη απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις της προέδρου.
Η ίδια αντέκρουσε όσα της αποδίδει το κατηγορητήριο, ότι δηλαδή προέβη στην ανθρωποκτονία της κόρης της, προκειμένου να πετύχει την επιστροφή του εν διαστάσει σήμερα συζύγου της στο σπίτι.
Πρόεδρος: Θέλω να μας πείτε για τη σχέση σας με τον κ. Δασκαλάκη ….
Κατηγορούμενη: Δεν έχω μιλήσει για αυτό, γιατί μέχρι τώρα μιλάμε για τον ουρανοξύστη που στον τελευταίο όροφό του είναι το παιδί μου και είναι σαν να πάμε στο τρίτο υπόγειο…. Δυστυχώς η δική μου επιλογή αποδείχθηκε λανθασμένη. Τον γνώρισα σε ποδοσφαιρικό αγώνα ήταν εντυπωσιακός άνδρας. Γίναμε φίλοι στο Facebook (…). Κάποια στιγμή συζητήσαμε για να κάνουμε οικογένεια, ήταν κοινή απόφαση, το διάστημα όμως της γνωριμίας ήταν πολύ μικρό. Ήμουν ερωτευμένη, ήταν πολύ δοτικός και έτσι μου έβγαλε το αίσθημα ότι μπορώ να κάνω οικογένεια μαζί του. Το μόνο που του αναγνωρίζω είναι ότι δούλευε διαρκώς σε οποιαδήποτε δουλειά. Ήρθε η Τζωρτζίνα στη ζωή μας και κάναμε πολιτικό γάμο.
Ακόμη η κατηγορούμενη αναφέρθηκε σε εξωσυζυγικές σχέσεις που τόσο εκείνη όσο και ο πατέρας των παιδιών της διατηρούσαν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για να επισημάνει πως εκείνη ήταν που είχε ζητήσει στον Μάνο Δασκαλάκη να χωρίσουν. Μάλιστα, όπως υποστήριξε εκείνη είχε αναλάβει τα οικονομικά του σπιτιού και πως ο «Μάνος ό,τι ήθελε το είχε», ώστε η ίδια να μην τον ακούει να γκρινιάζει.
Συγκεκριμένα, όπως υποστήριξε ο πατέρας των κοριτσιών της είχε εξομολογηθεί πως διατηρούσε σχέση με μια γυναίκα. «Ήταν μια γυναίκα που δούλευε σε μπαρ στην Πάρο και κάθε βράδυ πήγαινε με άλλον» είπε χαρακτηριστικά η κατηγορουμένη υποστηρίζοντας πως αργότερα ο Μάνος Δασκαλάκης της ζήτησε «γονατιστός συγνώμη». Όσον αφορά στη δική της εξωσυζυγική σχέση η κατηγορούμενη αναφέρθηκε σε ένα άνδρα συγγενή φίλης της, με τον οποίο, όπως είπε, είχε συνευρεθεί μόνο μια φορά. «Το παράξενο είναι πως ο Μάνος ήξερε τα πάντα για αυτό, εγώ του είχε πει “δεν μπορείς να έχεις και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο”».
Μεταξύ άλλων υποστήριξε στην απολογία της: «Μαλώσαμε έφυγε από το σπίτι μετά ξαναγύρισε λόγω του μωρού το ίδιο βράδυ. Μετά από κάποιες ημέρες ξαναέφυγε γιατί μου είπε ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί αυτό που είχε μάθει ότι είχε γίνει με εμένα και τον άλλο άνδρα. Προσπαθούσα να του εξηγήσω ότι δεν μπορεί να έχει “και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο”. Δεν μπορούσα να νταντεύω τον Μάνο συνέχεια, εκείνος το έκανε για επιβεβαίωση, το έκανα και εγώ για επιβεβαίωση. Θα μου πείτε γιατί έκαναν τη μπέμπα ενώ έβλεπα όλα αυτά; Έπαιρνα τόση αγάπη από τα παιδιά. Το ήθελε και η Τζωρτζίνα … Έφυγε ξανά και μετά συνέβη αυτό με τη Τζωρτζίνα, ήμασταν σε διάσταση και εγώ ήδη είχα μιλήσει με το δικηγόρο μου». Παρ’ όλα αυτά, όπως είπε, η ερωτική επαφή με τον άνδρα της δεν σταμάτησε ποτέ. «Ακόμη και το πρωί της σύλληψης μου, πάντα με τούμπαρε με αυτό…» είπε χαρακτηριστικά.
Πρόεδρος: Πως βιώσατε τις απώλειες των παιδιών πως πενθήσατε ως μαμά;
Κατηγορούμενη: Είναι εύκολο να κρίνεις κάποιον αλλά αν δεν φορέσεις τα παπούτσια του δεν μπορείς να μιλήσεις. Η αρρώστια της Μαλένας ήταν ξαφνική… Στην καθημερινότητα ήμουν ζωντανή νεκρή αλλά πίσω μου είχα ένα παιδί που είχε ανάγκες. Έπρεπε να βρω δύναμη, δεν μπορούσα να το συνειδητοποιήσω. Ήταν αδιανόητο, πολύ σύντομο… Τα μαύρα τα έβγαλα αργότερα. Εγώ λευκά και ροζ ήθελα να φοράω τα αγαπημένα χρώματα των παιδιών μου τα μαύρα τα θεωρώ υποκρισία. Στην Ίριδα είχα θυμώσει … “Γιατί σε εμάς;” έλεγα. Και στις δυο απώλειες υπήρχε η Τζωρτζίνα πίσω. Το κίνητρο για να σηκωθείς, να προχωρήσεις. Δεν πρόλαβα να πάω στον ψυχολόγο για τον θάνατο της Ίριδας. Ήταν σύντομο το χρονικό διάστημα. Είχα πιεστεί παρά πολύ, ήθελα να εξαφανιστώ απ όλους. Είχα πνιγεί … Είχα πάνω από το κεφάλι μου τη μουρμούρα του Μάνου, την απώλεια της Ίριδας και μια οικογένειας που έβλεπα πως χάνω.
Πρόεδρος: Πώς βιώσατε το πένθος μετά τον θάνατο της Τζωρτζίνας;
Κατηγορούμενη : Μέχρι τώρα το βιώνω. Δεν μπορώ να το δεχτώ, είμαι χάλια ψυχολογικά. Μου έκανε καλό η δημοσιότητα, απασχολούσε το μυαλό μου. Πήγα σε ψυχίατρο, πήρα χάπια, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ερχόμουν σε ερωτική επαφή με τον Μάνο για να κουραστώ σωματικά και να κοιμηθώ.
Πρόεδρος: Δεν σας έπιαναν τα χάπια;
Κατηγορούμενη: Δεν είχα προλάβει να τα πάρω πολλές μέρες.
Ακόμη η Ρούλα Πισπιρίγκου μίλησε και για τις αναφορές ότι πήγαινε σε χαρτορίχτρες., Είπε μεταξύ άλλων: «Μου πιπίλιζαν το μυαλό ακόμη και ότι έχουν κάνει μαγιά στο σπίτι μου… Ήμουν 10 χρόνια με τον Μάνο Δασκαλάκη και ουδέποτε είχε ασχοληθεί με θέματα μαγείας. Εγώ σκεφτόμουν ότι κάτι είχαν κάνει σε εκείνον και αυτό επηρέαζε την οικογένειά μας. Έψαχνα από κάπου να πιαστώ. Εκείνη την περίοδο. Όπου και να μου λέγανε να πάω θα πήγαινα. Από τον κορυφαίο επιστήμονα μέχρι τη χαρτορίχτρα».
Η απολογία της κατηγορούμενης θα συνεχιστεί αύριο.