Η Φωτεινή Παπαλεωνιδοπούλου, που συγκίνησε την Ελλάδα όταν έσβησε την ολυμπιακή φλόγα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 και είναι «παιδί» των Παιδικών Χωριών SOS, σε συνέντευξή της στην Ελένη, μίλησε για τη ζωή της στο Λονδίνο, τα επαγγελματικά της, αλλά και την παιδική της ηλικία στα Χωριά.
Όπως υπογράμμισε «κοιτώντας πίσω τη ζωή μου νιώθω υπερηφάνεια. Ήμουν σε ένα χωριό που ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα ιδρύματα, είναι μια οικογένεια με παιδάκια, μαμά. Τα παιδιά που γνωρίζω εγώ, δεν υπήρχε κανένας που να έμεινε πίσω. Το διάνυσμα που έχει διανύσει κάθε παιδί είναι τεράστιο. Το σημαντικό είναι ότι σε αυτόν τον Οργανισμό υπάρχει πολύ στήριξη, εξειδικευμένοι άνθρωποι. Είναι το ξεκίνημα δύσκολο, αλλά από εκεί και έπειτα το πού φτάνει ο καθένας καθορίζεται από τα προσωπικά του ενδιαφέροντα».
Και συμπληρώνει η Φωτεινή Παπαλεωνιδοπούλου «στα Χωριά πήγα 7 ετών και υπήρχαν και άλλα παιδάκια σαν και εμένα, όλα με διαφορετικές ιστορίες, όλα όμως έχουν ένα δυσκολεμένο backround. Αυτό σε ταπεινώνει στη ζωή και σου μαθαίνει ότι δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Να ξεκινάει κάποιος από τέτοια αρχή είναι σημαντικό, γιατί δημιουργείς μια άλλη οπτική για τη ζωή. Μου αρέσει να μη συγκρίνομαι με τους άλλους, κάνω αυτό που νομίζω ότι είναι σωστό και σκέφτομαι τι συνέπειες θα έχει στο μέλλον. Από τα 20 μέχρι τα 30 ούτε που φανταζόμουνα τι θα συμβεί, εύχομαι στο μέλλον να κάνουμε και άλλα ωραία πράγματα με γνώμονα πώς μπορούμε να κάνουμε καλύτερες τις ζωές και των υπόλοιπων γύρω μας».
Για την απόφαση που πήρε να ζήσει στο εξωτερικό, επεσήμανε «δεν έχω ανάμνηση ότι πέρασα δύσκολα όταν πήγα στο εξωτερικό. Με τόσες δοκιμασίες στην παιδική ηλικία, ήμουν έτοιμη. (…) Χρειάζεται εσωτερική αναζήτηση, να παίρνουμε την ευθύνη και όχι να τη ρίχνουμε στους άλλους. Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία» και πρόσθεσε ότι έχει κρατήσει φιλίες, τόσο με τα παιδιά που μεγάλωσε μαζί στα Χωριά, όσο και με τις εργαζόμενες «μαμάδες».
«Κάθε επιτυχία δική τους, είναι πραγματικά δική τους. Είναι φοβερό ότι υπάρχουν δωρητές στα Χωριά που στηρίζουν σε βάθος χρόνου, μακάρι ο κόσμος να προσφέρει», κατέληξε.