Ο Γιώργος Μαργαρίτης βρέθηκε καλεσμένος στο Στούντιο 4, το απόγευμα της Τετάρτης, όπου συνάντησε τη Νάνσυ Ζαμπέτογλου και τον Θανάση Αναγνωστόπουλο στην ΕΡΤ.
Μεταξύ άλλων, δε, ο αγαπημένος μας ερμηνευτής αναφέρθηκε στα δύσκολα παιδικά χρόνια αλλά και τον αδελφό του, τον οποίο και έχασε σε ηλικία μόλις έξι ετών από την πείνα.
Πιο συγκεκριμένα, ο Γιώργος Μαργαρίτης εξομολογήθηκε πως «όταν προέρχεσαι από φτωχή οικογένεια, για να ορθοποδήσεις, θα περάσεις από συγμπλιγάδες πέτρες και βάλε! Βέβαια και η φτώχεια είναι τραύμα, μην κρυβόμαστε, να μην έρθουν εκείνα τα χρόνια. Να μην έχουν τώρα παιδάκια να φάνε, το ξέρετε ότι έχω χάσει και αδελφό εγώ πέντε – έξι χρονών από την πείνα, αλλά δεν ήταν ο μόνος. Πολλά παιδάκια ήταν τότε, ξέρω και άλλα παιδιά τα οποία δεν είχαν να τα ταΐσουν οι μανάδες τους».
«Άσε που η γενιά η δική μου μετανάστευε τότε όλη και πήγαινε στη Γερμανία, στην Αυστραλία, στον Καναδά και στην Αμερική. Που ήταν και δύσκολα για να πάνε γιατί έπρεπε να τους κάνει κάποιος πρόσκληση και μετά να πάνε».
«Η γυναίκα μου δεν ανακατεύεται καθόλου στο επάγγελμα μου. Είναι στο σπίτι, νοικοκυρά και τίποτα άλλο. Όπως και εγώ δεν ανακατεύομαι στις κατσαρόλες» πρόσθεσε, ακόμα, ο Γιώργος Μαργαρίτης στην ψυχαγωγική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης.
Μίλησε όμως και για το πώς μπήκε στη ζωή του ο τζόγος αλλά και τον εθισμό του σε αυτόν, αποκαλύπτοντας πως τον ξεκίνησε σε ηλικία 24 ετών γιατί απλά δεν είχε χρήματα.
“Με τον τζόγο έμπλεξα στα 24 μου. Μπαρμπούτι, χαρτιά και ό,τι υπήρχε […] Ξεκινήσαμε από το τάβλι με φίλους και εκεί κόλλησα πολύ για μία δεκαετία. Όταν δεν έχεις στην τσέπη σου μία, λες τώρα: ‘Μήπως τη μία να την κάνω δύο, τις δύο τέσσερις…’ Και μετά κολλάς”, εξήγησε ο λαϊκός τραγουδιστής.
“Ήμουν ένα παλικαράκι μόνο του, όπου ήθελα κοιμόμουν και ό,τι ήθελα έκανα. Κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι ζόρικα και ότι χάνω λεφτά που θα μπορούσα να τα βάλω στην άκρη μετά από 10 χρόνια”, είπε στη συνέχεια ενώ εκμυστηρεύτηκε πως όταν ξεκίνησε πια να βγάζει χρήματα από το τραγούδι αφού είχε γίνει γνωστός και πήγαινε τα λεφτά στον πατέρα του, εκείνος δεν τον πίστευε λέγοντας χαρακτηριστικά ‘ποιος ξέρει ποιος ανθρωπακος τα κλαίει'”.