Στην κάμερα της εκπομπής «Αυτοψία» και τον Αντώνη Σρόιτερ μίλησε το βράδυ της Πέμπτης ο Βασίλης Ζούλιας για την μάχη που έδωσε σε νεαρή ηλικία με τα ναρκωτικά.
Ο σχεδιαστής μόδας μίλησε τον εφιάλτη που έζησε και πώς κατάφερε να ξεμπλέξει πριν καταστραφεί.
«Είχα δυο πιασίματα, είχα ένα πήδημα στο κενό από τα δικαστήρια από τα χέρια της μητέρας μου που ήταν πολύ τραυματικό γεγονός. Παρόλα αυτά δεν σταμάτησα τη χρήση. Προς τα 25 ήθελα να τελειώνει η κατάσταση. Αναζήτησα βοήθεια το 1992, βρήκα μια ομάδα 12 βημάτων που τότε μόλις είχε ανοίξει στην Αθήνα και αφέθηκα στη βοήθεια αυτής της ομάδας.
Από εκείνο το πρώτο βράδυ μου έφυγε η επιθυμία. Είμαι 29 χρόνια καθαρός, δόξα τω Θεώ δεν είχα ούτε μία φορά επιθυμία να επιστρέψω. Η πορεία δεν είναι εύκολη γιατί πρέπει να τα μάθεις όλα από την αρχή. Καθάρισα στα 29. Έπρεπε να μάθω να γελάω από την αρχή, να ερωτεύεσαι από την αρχή, να δουλεύω από την αρχή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο γνωστός σχεδιαστής μόδας.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Βασίλης Ζούλιας παίρνει την απόφαση να μιλήσει για τον “Γολγοθά” που αναγκάστηκε να ανέβει προκειμένου να ξεπεράσει τον εθισμό του με τα ναρκωτικά.
Ο σχεδιαστής μόδας πριν από μερικούς μήνες μιλώντας στο Dot είχε αποκαλύψει ότι είχε κάνει έως και 6 απόπειρες αυτοκτονίας.
«Σταμάτησα να πίνω το 1992. Ο συναισθηματικός πάτος ήταν αυτό που με έκανε να πω σταματάω. Ήμουν 29 και αισθανόμουν 59. Θυμάμαι τη μέρα που είχα πετάξει το μπουκάλι. Είχα περάσει μια περίοδο που είχα κάνει 5-6 απόπειρες αυτοκτονίας, ήθελα να τελειώνει αυτό. Οι εθισμένοι άνθρωποι είναι βαθιά δυστυχισμένοι, δεν αντέχουν τον εαυτό τους, δεν αντέχουν την πραγματικότητά τους, πονάνε συνεχώς και στην ερώτηση γιατί πονάνε δεν υπάρχει απάντηση. Θυμάμαι τη μέρα που ζήτησα βοήθεια, άλλαξαν όλα σε μία στιγμή.
Λίγο πριν μπω σε αυτό το πρόγραμμα έψαχνα έναν τρόπο καινούριο να πεθάνω. Είχα δοκιμάσει όλα τα άλλα. Ούτε το μπαλκόνι δούλεψε, ούτε τίποτα, ο Θεός ήθελε να ζήσω, τελείωσε. Να σας πω κάτι για εκείνη την ημέρα, δεν το έχω πει σε κανέναν. Η πρώτη κουβέντα στην μητέρα μου ήταν «το παλτό το μάζεψες»;
Είχα ένα πολύ ακριβό παλτό μαζί μου εκείνη την ημέρα. Αφού ζούσα, έπρεπε να έχω το παλτό. Τον χρήστη τότε τον έβαζαν φυλακή, έτσι βρέθηκα εγώ στο κενό. Ο εισαγγελέας είχε έρθει τότε στο νοσοκομείο και μου είχε πει «συγγνώμη παιδί μου γι’ αυτό που σου έκανα», είπε ο σχεδιαστής.