Ο ηθοποιός, Νίκος Βερλέκης γεννήθηκε στο Αθαμάνιο Άρτας στις 20 Ιανουαρίου 1948 από οικογένεια αγροτών.
Σε εφηβική ηλικία άρχισε να ασχολείται με τις τέχνες θέλοντας αρχικά να γίνει τραγουδιστής, προοπτική που όμως εγκατέλειψε νωρίς λόγω τρακ. Στράφηκε στο θέατρο και σπούδασε υποκριτική στην Ανώτερη Δραματική Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη.
Σπουδαστής ακόμη πήρε μέρος με μικρούς ρόλους σε ταινίες της Φίνος Φιλμ, με πρώτη εμφάνιση στην ταινία, «Μια κυρία στα μπουζούκια».
Ο Νίκος Βερλέκης είχε πει σε συνέντευξή του: «Γεννήθηκα στην Άρτα, στα Τζουμέρκα. Είμαι παιδί γεωργών. Ζούσα σε μια αγροτική οικογένεια. Στα χωράφια είναι οι παιδικές μου αναμνήσεις και εκεί αισθάνομαι ότι ανήκω, ότι είμαι εγώ. Οπουδήποτε αλλού είμαι ξένος. Σήμερα, όταν πάω στο χωριό μου και δεν βλέπω ζώα, αρρωσταίνω. Είναι δυνατόν τα παιδιά που ζουν στην επαρχία να ξέρουν τα πρόβατα, τις κότες, τα γαϊδουράκια, μέσα από το laptop; Εμείς επιβιώναμε μέσω των χωραφιών που καλλιεργούσε ο πατέρας μου και δεν στερηθήκαμε ποτέ τίποτα. Δεν έζησα φτωχικά παιδικά χρόνια. Είχαμε όσα έπρεπε για να μεγαλώσουμε αξιοπρεπώς. Και ήμασταν τέσσερα παιδιά – τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Και όλοι πήγαμε σχολείο».
Από το 1995 ζει στην Καισαριανή και τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τα κοινά της τοπικής αυτοδιοίκησης ως εκλεγμένος Δημοτικός Σύμβουλος με τον συνδυασμό «Καισαριανή Δημιουργία». Είναι παντρεμένος από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 κι έχει αποκτήσει δύο κόρες. Αδελφός του είναι ο επίσης ηθοποιός Γιώργος Βερλής.
Ο Νίκος Βερλέκης έχει λάβει μέρος σε πολλές θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Είναι παραγωγός και σκηνοθέτης δεκάδων ντοκιμαντέρ. Επίσης, είναι μέλος του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Σωματείου των Ηθοποιών και μέλος στο ΕΣΥΑΝ.
Ο ηθοποιός σε συνέντευξή του είχε πει: «Ο πιο αγαπημένος μου τηλεοπτικός ρόλος ήταν ο Πατούχας, που είχα κάνει με τον Αλέξη Δαμιανό. Σπουδαίος σκηνοθέτης και δάσκαλος. Ξεκλειδώθηκα ως ηθοποιός στα χέρια του Αλέξη Δαμιανού.
Ίσως τότε δεν το καταλάβαινα, αργότερα συνειδητοποίησα ότι εκείνος με βοήθησε ν’ ανοιχτώ και να προσπαθήσω περισσότερο. Γιατί μέχρι τότε εργαζόμουν στην τηλεόραση περισσότερο για την επιβίωση και λιγότερο για να κάνω κάτι που θα αρέσει και σε μένα αλλά και στους άλλους. Από τις πιο ωραίες θεατρικές στιγμές μου ήταν ο «Καπετάν Μιχάλης»”.
Στην εφηβεία μου κατάλαβα ότι αγαπούσα τις τέχνες μου άρεσε να τραγουδάω αλλά, επειδή είχα πολύ τρακ, έλεγα από μέσα μου: “Πώς θα ανέβεις στην πίστα και θα τραγουδήσεις μόνος σου; Κι αν δεν είσαι καλός;»
Έτσι, μου μπήκε στο μυαλό ότι αυτή η ανάγκη μου να εκφραστώ μπορεί να γίνει μέσα από το θέατρο. Και τότε, τα πράγματα ήταν αυστηρά. Χρειαζόσουν άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος. Αν δεν πήγαινες σε δραματική σχολή, ηθοποιός δεν γινόσουν. Τελείωσα τη σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη.
Ήμουν πρωτοετής στη σχολή. Τότε, στον κινηματογράφο, ο Γιάννης Δαλιανίδης μεσουρανούσε. Με ζητούν από τη Finos Films για να παίξω στην ταινία «Μια κυρία στα μπουζούκια». Έψαχναν τέσσερα ωραία αγόρια για να κάνουν τους ποδοσφαιριστές μαζί με τον Κώστα Βουτσά. Μέσα σ’ αυτούς ήμουν κι εγώ, κι έτσι βρέθηκα δίπλα στη Ζωή Λάσκαρη και στον Φαίδωνα Γεωργίτση.
Στο δεύτερο έτος της σχολής, με ζητά ο Νίκος Φώσκολος για την ταινία «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα». Δηλαδή, από σπουδαστής δούλευα και έπαιζα με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, τη Μάρθα Καραγιάννη, τη Μάρω Κοντού. Αυτοί οι ηθοποιοί είχαν μια τρομερή αίγλη. Ήταν άπιαστοι, απλησίαστοι. Και για να δεις τότε τον αγαπημένο σου σταρ έβαζες το χέρι στην τσέπη και πλήρωνες στο ταμείο.
Την ώρα που πήγα να κάνω δυναμικό ξεκίνημα, λοιπόν, στον κινηματογράφο, εκείνος «πέθανε», γιατί βγήκε η τηλεόραση. Η μικρή οθόνη δεν φτιάχνει σταρ, δεν κόβεις εισιτήριο για να δεις τους ηθοποιούς. Την ώρα που βλέπεις τον ηθοποιό που σου αρέσει, τηγανίζεις ψάρια, σφουγγαρίζεις, σιδερώνεις».
“Ουδέποτε αισθάνθηκα πολύ ωραίος” , στην αρχή είχα μια υποψία της αρρενωπότητάς μου, αλλά στη διαδρομή έβλεπα άλλους άνδρες συναδέλφους μου που ήταν «θεοί». Δηλαδή, τι να πούμε για τον μοναδικό Νίκο Κούρκουλο; Για τον υπέροχο Λάκη Κομνηνό;
Έβαζα πάντα πάνω απ’ όλα τα προσωπικά μου, που είναι και η πραγματική ζωή. Είχα αρκετές κατακτήσεις στις γυναίκες, αλλά πίστευα ότι αυτό είχε να κάνει με το ότι ήμουν επικοινωνιακός και όχι λόγω ομορφιάς. Είχα σχέσεις με 10 πολύ μικρότερές μου γυναίκες, αλλά και με τέσσερις μεγαλύτερές μου – και με διαφορά δεκαετίας ή ακόμη παραπάνω. Δεν με πείραζε η ηλικιακή διαφορά. Άλλωστε, για εμένα ο έρωτας δεν ζητά ταυτότητα. Αλίμονο! Στον έρωτα, ρόλο παίζει η χημεία. Το να είναι η έλξη αμοιβαία. Και, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η ωραία γυναίκα είναι πάντα ωραία. Η Μόνικα Μπελούτσι στα 50 της «φυσάει». Την είδα στη νέα ταινία του James Bond. Ποιος άνδρας, μικρός ή μεγάλος, δεν θα ήθελε να βρεθεί ερωτικά μαζί της; Φινετσάτη και με σεξαπίλ.
Ο Τζορτζ Κλούνεϊ στα 50 του διαθέτει τέτοια γοητεία που δεν έχει ένα παλικάρι 20 ετών. Αυτή δεν μπορεί να σ’ την πάρει ο χρόνος. Την έχεις ή δεν την έχεις. Μ’ αυτήν γεννιέσαι. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι λαμπεροί. Έχουν γεννηθεί μ’ ένα αστέρι, με μια εσωτερική λάμψη που θα την έχουν για πάντα και δεν είναι παροδική».
Ο Νίκος Βερλέκης είχε πει σχετικά: «Εκείνον τον καιρό είχα έναν φίλο και μαζευόμασταν στο σπίτι του, άνδρες κυρίως, και παίζαμε τάβλι, χαρτιά. Μια ημέρα μπαίνει στο διαμέρισμα ένα κορίτσι. Πρασινογάλαζα μάτια, 20 χρόνων, φωτεινό. Εγώ ήμουν μεγαλύτερός της κατά 13 χρόνια. Τη βλέπω και μένω! Του λέω: «Ποια είναι αυτή η κοπέλα;» «Είναι η σπιτονοικοκυρά μου – έχει έρθει να πάρει το ενοίκιο» μου απάντησε. Αυτό ήταν! Ήθελα να της μιλήσω σαν τρελός. Επέμενα λοιπόν στον φίλο μου να τη φέρει στην παράσταση, στην οποία έπαιζα. Πράγματι, έτσι έγινε. Το ίδιο βράδυ πήγαμε και φάγαμε όλοι μαζί έξω. Μου είπε ότι σπούδαζε σχεδιάστρια μόδας και ήταν καλή. Η σχέση μας κράτησε πέντε χρόνια και μετά τη ζήτησα σε γάμο.
Κάποια λάθη θα ξανάκανα. Γιατί υπάρχουν πολλά λάθη που θα ήθελα να τα ξανακάνω. Και υπάρχουν πολύ λίγα που θα διόρθωνα. Εγώ γενικώς δεν κυνηγούσα ποτέ την καριέρα, κυνηγούσα πάντα τη ζωή».