Η πρώτη μεγάλη ελληνική πολυεθνική Πετζετάκις με το ένδοξο παρελθόν τώρα ζει την απόλυτη παρακμή καθώς το εργοστάσιο της Θήβας πλειστηριάζεται. Κάποιες φορές είναι σαν ένα «μαύρο σύννεφο» να κυνηγάει συγκεκριμένες εταιρείες, ανθρώπους ή και ολόκληρες οικογένειες.
Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η «Πετζετάκις», η πρώτη ελληνική πολυεθνική, όπως έμεινε στην Ιστορία, ο ίδιος ο δημιουργός της αλλά και ορισμένα, τουλάχιστον, από τα μέλη της οικογένειας του εμβληματικού και πρωτοπόρου βιομήχανου.
Ο Αριστόβουλος Πετζετάκις αντίκρισε για πρώτη φορά τον κόσμο στις αρχές της δεκαετίας του ’20 στην Αμοργό, το νησί που αγάπησε, το ενίσχυσε ποικιλοτρόπως και το τίμησε. Και αργότερα εκείνο τον τίμησε τοποθετώντας την προτομή του στο λιμάνι.
Δεν ήταν ο κλασικός βιομήχανος που παρακολουθούσε από απόσταση τα εργοστάσιά του να παράγουν χρήμα. Ήταν ο ίδιος η «μηχανή» που μέσα από την εφευρετικότητα και τις πατέντες του άνοιξε για την εταιρεία του τους ορίζοντες των διεθνών αγορών.
Παράλληλα, ήταν πάντα κοντά στους εργαζόμενους όσο ζούσε, αλλά και… όταν πέθανε. Άνθρωποι που δούλευαν στο εργοστάσιο του Πετζετάκι στην Καλλιθέα θυμούνται ακόμη ότι κάθε Χριστούγεννα ο ίδιος συνόδευε τις ευχές του προς καθέναν από αυτούς με χρυσές λίρες, ζητώντας τους όμως να μην αποκαλύψουν πόσες πήρε ο καθένας.
Και όταν έφυγε από τη ζωή άφησε στο προσωπικό ένα ποσοστό της εταιρείας που άλλοι το εκτιμούν στο 7% και άλλοι σε πάνω από 20%.
Sui generis, ανοιχτοχέρης, αφοσιωμένος στη δουλειά του, αλλά αναμφισβήτητα ηγετική προσωπικότητα αναγνωρισμένη από έντυπα όπως το Time και οι Financial Times που τον είχαν χαρακτηρίσει «εφευρέτη πρώτης γραμμής».
Η αφετηρία του ήταν μια ταπεινή βιοτεχνία κατασκευής ελαστικών εξαρτημάτων που είχε δημιουργήσει ο πατέρας του στο Μοσχάτο. Ο Αριστόβουλος σπούδασε χημικός μηχανικός και όταν πήρε στα χέρια του τη μικρή βιοτεχνία τη μετέτρεψε σε έναν βιομηχανικό όμιλο για τον οποίο μιλούσαν σε όλο τον κόσμο. Σε ηλικία μόλις 37 ετών απολάμβανε ήδη τη δόξα και τα οικονομικά οφέλη της διεθνούς αναγνώρισης. Bασικό «όχημα» της επιτυχίας ήταν η δημιουργία του εύκαμπτου ελαστικού πλαστικού σωλήνα Heliflex, αλλά και της μηχανής και των καλουπιών για την παραγωγή του.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, ο σωλήνας Heliflex αντικατέστησε αμέσως το σωλήνα ruber που κυριαρχούσε στην ύδρευση, την άρδευση και τη γεωργία.
Σύντομα άρχισε να κατοχυρώνει διεθνείς πατέντες, οι οποίες αργότερα εκχωρήθηκαν σε κολοσσούς όπως οι Goodyear, Pirelli, Dunlop κ.α.
Tούτο αποτέλεσε το «διαβατήριο» για τη γιγάντωση της Πετζετάκις και την ίδρυση θυγατρικών σε 22 χώρες, με έμφαση στη M. Aνατολή και την Aφρική που είχαν τεράστιες ανάγκες ύδρευσης, ενώ παράλληλα έδινε το δικαίωμα χρήσης των πατεντών σε βιομηχανικούς κολοσσούς της εποχής, έναντι υψηλών royalties.
Tο 1968 ήρθε άλλη μια «χρυσή» πατέντα για τους σωλήνες αποχέτευσης που έφερε εκατομμύρια στα ταμεία της εταιρείας. Αυτή η θριαμβευτική πορεία συνεχίστηκε μέχρι το 1973.
Τότε ο αιφνίδιος θάνατος του Aριστόβουλου Πετζετάκι, σε ηλικία μόλις 50 χρόνων, από καρδιακό επεισόδιο, ήταν το καθοριστικό γεγονός για να ξεκινήσει να γράφεται «η αρχή του τέλους». O φυσικός του διάδοχος, ο γιος του Γιώργος ήταν μικρό παιδί. Οπότε ανέλαβε τα ηνία, το 1986, όταν τέλειωσε τις σπουδές του στο Boston College και τα μεταπτυχιακά στο London School Of Econimics, σε ηλικία 23 ετών.
Mέχρι τότε όμως, είχαν μεσολαβήσει στις διοικητικές καρέκλες και το «ταμείο» συγγενείς, σύμβουλοι και «επενδυτικά κεφάλαια» που δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Διαδοχικές εξαγορές, επεκτάσεις χωρίς στρατηγική και σπατάλες, αποτέλεσαν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.
Έτσι, ο Γιώργος Πετζετάκις είναι γεγονός ότι κάθισε εξ αρχής σε μια «ηλεκτρική καρέκλα». Για να καλυφθούν τα χρέη που στο μεταξύ είχαν δημιουργηθεί αναγκάστηκε να πουλήσει το πατρικό σπίτι στο Kεφαλάρι, ένα ακόμη σπίτι στη Φλόριντα και πολλά άλλα περιουσιακά στοιχεία. Tίποτα, όμως, δεν μπορούσε να κρατήσει την εταιρεία όρθια κυρίως από την ώρα, μάλιστα, που είχαν λήξει και οι πατέντες.
Αναγκάστηκε να στραφεί στην ελβετική Javes Services για χρηματοδότηση ύψους 25 εκατ. ευρώ. Xρήματα που δεν μπήκαν ποτέ στα ταμεία του ομίλου, με τον ίδιο τον Πετζετάκι να βρίσκεται εκτός διοικητικού συμβουλίου…
Το 2010 η μετοχή τέθηκε υπό επιτήρηση, καταγγέλθηκαν τρία ομολογιακά δάνεια συνολικού ύψους 122 εκατ. ευρώ, τα ίδια κεφάλαια ήταν αρνητικά (71 εκατ.), οι υποχρεώσεις αυξάνονταν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς (154 εκατ.) και οι συσσωρευμένες ζημίες από παρελθούσες χρήσεις (229 εκατ.) είχαν ήδη δημιουργήσει μια «κινούμενη άμμο».
Παράλληλα, οι 11 παραγωγικές μονάδες και το εκτεταμένο δίκτυο πωλήσεων του ομίλου σε Eυρώπη, Aμερική και Mέση Aνατολή χάθηκαν εν μέσω του σκληρού ανταγωνισμού από ασιατικές εταιρείες, αλλά και των αστάθμητων παραγόντων που εκείνη την εποχή κλόνιζαν τη διεθνή οικονομία.
Tον Nοέμβριο του 2011 έσκαγε σαν «βόμβα» η είδηση της σύλληψης του Γ. Πετζετάκι για χρέη προς το Δημόσιο, ύψους 2,1 εκατ. ευρώ. Το 2012 καταδικάστηκε ερήμην σε 10ετή φυλάκιση χωρίς αναστολή και έκτοτε αγνοείται, ενώ πιθανολογείται ότι έχει διαφύγει στο εξωτερικό μαζί με την Ιταλίδα σύζυγό Γκαμπριέλα.
Το «μαύρο σύννεφο» συνέχισε να κυνηγά την οικογένεια. Έτσι, πέρυσι, ο γιός του Γιώργου Πετζετάκι, Άρης, που φέρει το όνομα του παππού του, ενεπλάκη σε ένα τραγικό περιστατικό εξαιτίας του οποίου βρέθηκε στη φυλακή.
Η υπόθεση εκτυλίχθηκε την 1η Μαρτίου στο πολυτελές συγκρότημα «Φάρος» στη Βουλιαγμένη, όπου σημειώθηκε λογομαχία και συμπλοκή με τον Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία Λεονάρντο Σίτινα. Αν και το επεισόδιο έληξε χωρίς περαιτέρω άμεσες συνέπειες, την επομένη ο Σίτινας βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του και ο 25χρονος Άρης Πετζετάκις παραδόθηκε στην Αστυνομία και προφυλακίστηκε κατηγορούμενος για τον θάνατό του. Στη δίκη που ακολούθησε το Μεικτό Ορκωτό Αθηνών τον καταδικάστηκε σε επτά χρόνια κάθειρξη για επικίνδυνη σωματική βλάβη. Εκείνος άσκησε έφεση με το δικαστήριο να κάνει δεκτό το αίτημά του για ανασταλτικό χαρακτήρα με αποτέλεσμα να αφεθεί ελεύθερος.
Στο φόντο των προσωπικών ιστοριών γραφόταν το οριστικό τέλος της εμβληματικής βιομηχανίας.
O όμιλος τέθηκε επισήμως σε κατάσταση πτώχευσης το Δεκέμβριο του 2015 και στη συνέχεια με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στις 26 Ιουλίου 2016, διορίστηκε προσωρινή διοίκηση αποτελούμενη από τους Ευάγγελο Δαούτη, Συρίδωνα Αντωνάκη και Κυριακή Πετζετάκι Αργυροπούλου (χήρα του Αριστόβουλου Πετζετάκι), «με µόνη ειδική αρμοδιότητα την παραλαβή επιδόσεων, κοινοποιήσεων, γνωστοποιήσεων ή ειδοποιήσεων, και τον διορισµό αντικλήτου προς παραλαβή αυτών»…
H εκκίνηση για τον εκπλειστηριασμό των ακινήτων δόθηκε στις 27 Iουνίου 2013 στο Δικαστικό Mέγαρο Θεσσαλονίκης και αφορούσε τη μονάδα που δέσποζε στη Bιομηχανική Περιοχή της Σίνδου. Mετά από επανειλημμένες άγονες προσπάθειες εξαιτίας της υψηλής τιμής πρώτης προσφοράς (9,24 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 5,5 εκατ. ευρώ αντιστοιχούσαν στην ακίνητη περιουσία και τα υπόλοιπα 3,74 εκατ. ευρώ στην κινητή περιουσία της εταιρείας), τελικά η ναυαρχίδα του ομίλου στη Bόρεια Eλλάδα πέρασε σε άλλα χέρια, τέλη Nοεμβρίου του 2015. Tο οικόπεδο 10,5 στρεμμάτων και το κτίριο εμβαδού 540 τ.μ., τα πήρε η εταιρία Aραμπατζής Eλληνική Zύμη, έναντι τιμήματος περίπου 1,5 εκατ. ευρώ.
H δεύτερη πράξη για τα ακίνητα της «αυτοκρατορίας» που βυθίστηκε στα χρέη, άρχισε και πάλι από τις δικαστικές αίθουσες, του Ειρηνοδικείου Θηβών αυτή τη φορά, και κατέληξε στην πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Αφορά το κεντρικό εργοστάσιο της Πετζετάκις στον Eλαιώνα Bοιωτίας, -σύμβολο εξωστρέφειας για δεκαετίες, αλλά και σύμβολο της αποβιομηχάνισης της χώρας στη συνέχεια-, συνολικής έκτασης 246 στρεμμάτων, με βιομηχανικό συγκρότημα επιφάνειας 47.779,40 τ.μ., μαζί με τον μηχανολογικό εξοπλισμό.
Η Εθνική Τράπεζα χρόνια τώρα προσπαθεί να το πουλήσει, αρχικά για 15 εκατ. ευρώ, μετά για 12 εκατ. και στη συνέχεια για 9,26 εκατ. ευρώ. Όλοι οι πλειστηριασμοί κατέληξαν άγονοι. Τώρα έχει προγραμματιστεί ακόμη ένας για τις 6 Οκτωβρίου, πάλι με τιμή εκκίνησης στα 9,26 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι η κατάσχεση επιβλήθηκε από την επισπεύδουσα για το ποσό του 1 εκατ. ευρώ (μέρος της συνολικής απαίτησης), ενώ το ακίνητο κουβαλάει 14 προσημειώσεις και υποθήκες.