Ο Νίκος Σεργιανόπουλος γεννήθηκε στη Δράμα στις 24 Σεπτεμβρίου 1952 και έφυγε άγρια δολοφονημένος στο σπίτι του στο Παγκράτι στις 4 Ιουνίου 2008. Με τη δικογραφία που σχημάτισε η ασφάλεια ο δράστης παραπέμφθηκε στην εισαγγελία, όπου του ασκήθηκε ποινική δίωξη και οδηγήθηκε στις φυλακές….
Γράφει η Έπη Τρίμη
Ο Γεωργιανός παραδέχτηκε ότι φεύγοντας είχε πάρει 100 ευρώ από το πορτοφόλι του θύματος, δύο φορητούς υπολογιστές, το κινητό του ηθοποιού και τα κλειδιά του σπιτιού και του αυτοκινήτου του. Οι δύο υπολογιστές βρέθηκαν στο σπίτι του 30χρονου, ενώ για το κινητό ισχυρίστηκε ότι το είχε πουλήσει σε άγνωστο άτομο. Για τα κλειδιά είπε, ότι τα πέταξε σε κάδο απορριμμάτων φεύγοντας και στο σπίτι του πήγε τελικά με ταξί….
Εκεί γράφτηκε και ο επίλογος της ζωής του αγαπημένου ηθοποιού αφήνοντας τους πάντες με μια θλίψη στην ψυχή καθώς ήταν ένας εξαιρετικός επαγγελματίας και ένας άνθρωπος βαθύτατα ευγενής.
Σπούδασε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος από όπου αποφοίτησε το 1979, και στη συνέχεια τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ίδρυσε την Πειραματική Σκηνή της “Τέχνης” στη Θεσσαλονίκη μαζί με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, την Έφη Σταμούλη, τον Χρήστο Αρνομάλλη και Διευθυντή τον Νικηφόρο Παπανδρέου.
Έχει παίξει και πρωταγωνιστήσει σε πολλά θεατρικά έργα ως μέλος της Πειραματικής Σκηνής της “Τέχνης” (1979-1983), του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (1983-1993), του θεάτρου “Αθηνών” (1993), αλλά και του θεάτρου “Βεάκη” (2001), όπως επίσης και στην τηλεόραση με σημαντικότερο τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη σειρά Δύο Ξένοι.
Ήταν πρωί της 4ης Ιουνίου του 2008, όταν η είδηση της δολοφονίας του Νίκου Σεργιανόπουλου, ενός από τους πιο αγαπημένους Έλληνες ηθοποιούς, άρχισε να μεταδίδεται με ταχύτητα φωτός σε όλα τα κανάλια: ο ηθοποιός βρέθηκε άγρια δολοφονημένος στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι. Οι τηλεθεατές παρακολουθούσαν «παγωμένοι» και σοκαρισμένοι μπροστά στις οθόνες τους τις πληροφορίες που έβγαιναν στο φως και τις λεπτομέρειες ενός στυγερού εγκλήματος, που έμεινε χαραγμένο στο μυαλό μας, έως και σήμερα, 12 χρόνια μετά.
Μερικούς μήνες πριν το όνομα του Νίκου Σεργιανόπουλου γίνει πρώτο θέμα, ο ηθοποιός απασχόλησε την επικαιρότητα – κάτι που δεν συνήθιζε, καθώς ήταν χαμηλών τόνων και προέβαλλε μόνο τις δουλειές του – με μια υπόθεση ναρκωτικών. Στις 2 Δεκεμβρίου του 2007 ο ηθοποιός συνελήφθη, κατόπιν τυχαίου ελέγχου στο δρόμο, έχοντας στην κατοχή του 35 γραμμάρια κοκαΐνης και κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών. Ο Νίκος Σεργιανόπουλος δεν προφυλακίστηκε, ωστόσο, καθώς δήλωσε και διαγνώστηκε εξαρτημένος χρήστης. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι δεν υπήρξε ζυγαριά στο σπίτι του και ότι οι αμοιβές του στην τηλεόραση ήταν υψηλές, που του επέτρεπαν να προμηθεύεται κάθε μήνα ποσότητα κοκαΐνης, υποδήλωναν πως ήταν για προσωπική χρήση.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος μετά από τέσσερα βράδια παραμονής του στο κελί του Αστυνομικού Τμήματος Κολωνού, αφέθηκε ελεύθερος. Εν τούτοις, η κοινή γνώμη είχε ταλανιστεί. Αλλά κανείς δεν περίμενε την συνέχεια.
Στις 07:00 το πρωί εκείνης της Πέμπτης του 2008, η οικιακή βοηθός του 56χρονου Νίκου Σεργιανόπουλου επισκέφθηκε το διαμέρισμά του στον 5ο όροφο της οδού Μετεώρων 14-16 στο Παγκράτι, όπως κάθε βδομάδα. Η ίδια εντόπισε το άψυχο σώμα του ηθοποιού, κατακρεουργημένο, στο πάτωμα του σαλονιού μέσα σε λίμνη αίματος. Τα δυσάρεστα και ανατριχιαστικά νέα κυκλοφόρησαν γρήγορα και πολύ σύντομα η ήσυχη γειτονιά είχε γεμίσει με πλήθος κόσμου. Τα κανάλια κατέκλυσαν την Μετεώρων, οι κάμερες πάλευαν για ένα πλάνο από το ρετιρέ του ηθοποιού και οι γείτονες σοκαρισμένοι δεν μπορούσαν να πιστέψουν το φρικτό έγκλημα και πώς ο αγαπημένος τους Νίκος, όπως όλοι τον προσφωνούσαν, βρέθηκε δολοφονημένος τόσο άγρια.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος έφερε 21 μαχαιριές στην καρδιά, το λαιμό και τους πνεύμονες, ενώ ο προϊστάμενος της ιατροδικαστικής υπηρεσίας, Φίλιππος Κουτσάφτης, που είχε εξετάσει πρώτος το πτώμα, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το πτώμα βρέθηκε γυμνό επί του δαπέδου σε ύπτια θέση και κάμψη των γονάτων. Η πρόσθια επιφάνεια του σώματος φέρει μεγάλη ποσότητα ξηρού αίματος και μικρών αιμοπηγμάτων. Ελήφθησαν αίμα και ούρα για τοξικολογική εξέταση. Διαπιστώθηκε: 1. στο βιολογικό υλικό η παρουσία κοκαΐνης και μεταβολιτών της, 2. Στο βιολογικό υλικό η παρουσία αναλγητικού φαρμάκου, 3. Στα ούρα η παρουσία αντικαταθλιπτικού φαρμάκου καθώς και αντιψυχωσικά και βλεννολυτικά φάρμακα, 4. Στα ούρα η παρουσία προϊόντων μεταβολισμού της κάνναβης. Αιτία θανάτου πολλαπλά τραύματα του λαιμού του θώρακος και της κοιλιάς δια νύσσοντος άμα και τέμνοντος οργάνου προκληθέντα».
Ο τρόπος που βρέθηκε δολοφονημένος ο ηθοποιός ήταν τρομακτικός για όλους, καθώς ήταν έκδηλη η βιαιότητα με την οποία μαχαιρώθηκε, αλλά και ο αριθμός των θανάσιμων τραυμάτων. Στο σπίτι του βρέθηκαν αιματηρά πελματικά αποτυπώματα στην κουζίνα και το μπάνιο, αλλά και το φονικό όπλο με το οποίο «κατέσφαξαν» τον ηθοποιό. Ήταν ένα κουζινομάχαιρο, το οποίο ο δράστης δεν πήρε μαζί του φεύγοντας από τον τόπο του εγκλήματος, αλλά το έπλυνε πρόχειρα και το τοποθέτησε σε συρτάρι της κουζίνας, μαζί με άλλα μαχαίρια. Το υπόλοιπο σκηνικό συνέθεταν τασάκια γεμάτα τσιγάρα, άδεια μπουκάλια από μπύρες, μικροποσότητες κοκαΐνης και άλλες ουσίες στο τραπέζι του σαλονιού, ενώ τα πάντα μέσα στο διαμέρισμα του ηθοποιού ήταν αναποδογυρισμένα.
Επίσης, από την έρευνα στον χώρο διαπιστώθηκε πως η πόρτα του σπιτιού ήταν παραβιασμένη μόνο εσωτερικά, κάτι που μαρτυρούσε πως το θύμα γνώριζε τον δράστη και εισήλθαν μαζί στο σπίτι του ηθοποιού ή είχαν ραντεβού. Παράλληλα, άρχισαν να γίνονται γνωστές διάφορες πληροφορίες που ήθελαν τον ηθοποιό να συνάπτει εφήμερες ερωτικές σχέσεις με αλλοδαπούς που γνώριζε σε διάφορες πλατείες της Αθήνας και οι έρευνες επικεντρώθηκαν σε αυτά τα στοιχεία και στράφηκαν στα μέρη που σύχναζε, ενώ ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του δράστη.
Παράλληλα με τις αστυνομικές έρευνες, στα ΜΜΕ κυριάρχησε μια αδιανόητη διαπόμπευση του ηθοποιού, με τα προσωπικά του δεδομένα να βγαίνουν στη φόρα και με ευαίσθητες πληροφορίες για τη ζωή του να γίνονται πρώτη είδηση, κατακρεουργώντας τον ηθοποιό για άλλη μια φορά. «Έγκλημα πάθους», «οι εραστές του», συνόδευαν κάθε είδηση που αφορούσε τη δολοφονία του, ενώ οι σεξουαλικές του προτιμήσεις, ο χαρακτήρας του και οι συνήθειές του αποτέλεσαν ουκ ολίγες φορές «πιασάρικους» τίτλους για το φρικτό έγκλημα. Από πολλούς συναδέλφους του θεωρήθηκε απαράδεκτη η «ανθρωποφαγική» κάλυψη της υπόθεσης και η δημοσιογραφία κλειδαρότρυπας στην οποία υπέπεσαν πολλά ΜΜΕ.
Αξιοσημείωτο, δε, ήταν το πρωτοσέλιδο γνωστής φυλλάδας, που είχε δημοσιεύσει φωτογραφία του κατακρεουργημένου σώματος του ηθοποιού μέσα στο σπίτι του, που ξεπέρασε κάθε όριο δεοντολογίας. Στο μεταξύ, το γαϊτανάκι με τους ερωτικούς του συντρόφους, τις πιάτσες που σύχναζε και τις ερωτικές του προτιμήσεις συνεχίστηκε για καιρό, αμαυρώνοντας την μνήμη του ηθοποιού. Η ίδια τακτική, άλλωστε, είχε ακολουθηθεί και στη δίκη του εγκλήματος.
Περίπου πενήντα μέρες μετά την άγρια δολοφονία του ηθοποιού, τον Ιούλιο του 2008, οι αστυνομικές αρχές συνέλαβαν ως ύποπτο έναν 30χρονο άνδρα από την Γεωργία, εν ονόματι Ντέιβιντ Μουρτικνέλι. Λίγες μέρες αργότερα, ο ίδιος ομολόγησε πως δολοφόνησε τον Νίκο Σεργιανόπουλο, υποστηρίζοντας πως ο ηθοποιός τον πλησίασε στην Πλατεία Βικτωρίας τα ξημερώματα της 4ης Ιουνίου και πως τον προσέγγισε, υποσχόμενος να περάσουν ένα βράδυ με ναρκωτικά και γυναίκες στο σπίτι του ηθοποιού. Όπως ισχυρίστηκε, πήγαν όντως στο διαμέρισμά του, αλλά ο ηθοποιός του ζήτησε με την απειλή μαχαιριού να συνευρεθούν ερωτικά και να έχει παθητικό ρόλο. Σύμφωνα με τον ίδιο, προβλήθηκε και πήρε το μαχαίρι και τον σκότωσε.
Στον εντοπισμό του δράστη συνέβαλε τα μέγιστα η εγκληματολογική υπηρεσία, στα εργαστήρια της οποίας ταυτοποιήθηκαν δακτυλικά, παλαμικά και πελματικά αποτυπώματα του Μουρτικνέλι.
Η δίκη που ακολούθησε ήταν πολύκροτη. Η απολογία του Μουρτικνέλι είχε κενά, οι ιατροδικαστικές εκθέσεις δεν συνέπιπταν στα ευρήματά τους και οι προσωπικές επιλογές του ηθοποιού βρέθηκαν για άλλη μια φορά στο προσκήνιο, με υπαινιγμούς πως το θύμα “προκάλεσε την τύχη του” κατά κάποιο τρόπο.
Μεταξύ άλλων, αμφισβητήθηκαν σημαντικά συμπεράσματα της έκθεσης που συνέταξε για το άγριο φονικό ο προϊστάμενος της υπηρεσίας του, Φίλιππος Κουτσάφτης, γεγονός που είχε δημιουργήσει πολυποίκιλα σχόλια στους δικαστικούς κύκλους. Αναπαραστάσεις του εγκλήματος έλαβαν χώρα εντός του δικαστηρίου, ενώ οι ανατροπές διαδέχονταν η μία την άλλη έως και την ύστατη στιγμή.
Κατά την εισαγγελέα, κίνητρο της δολοφονίας ήταν η ληστεία. «Ο άνθρωπος αυτός που αναγκάζεται να εμπορεύεται το σώμα του, δελεάστηκε από αυτά που είδε στο σπίτι το οποίο για εκείνον ήταν πλούσιο. Αποφάσισε να επωφεληθεί όσο μπορούσε. Μετά το έγκλημα πήρε από το σπίτι ένα laptop, ένα κινητό και εκατό ευρώ». Όσο για τους λόγους που ο Γεωργιανός ομολόγησε την πράξη του, η κ. Γάκη επεσήμανε ότι «ήταν τόσα πολλά τα στοιχεία που δεν μπορούσε παρά να ομολογήσει λέγοντας ότι θόλωσε, πήρε ναρκωτικά και δεν κατάλαβε τι έγινε. Δεν ισχύουν όλα αυτά. Ενήργησε με ψυχραιμία. Ο κατηγορούμενος τα θυμόταν όλα με λεπτομέρεια», είχε δηλώσει.
Τον Νοέμβριο του 2009 ο δράστης κρίθηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ομόφωνα ένοχος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και ακόμα ληστεία, παράνομη οπλοχρησία και παράνομη είσοδο στη χώρα. Του αναγνωρίστηκε κατά πλειοψηφία το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση, ωστόσο, λίγες μέρες αργότερα, η εισαγγελέας, κυρία Χουδετσανάκη, έκανε αναίρεση της απόφασης, πιστεύοντας ότι το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου δεν ισχύει και ζήτησε να καταδικαστεί χωρίς ελαφρυντικά σε ισόβια.
Τελικά, τον Ιούνιο του 2013 με συντριπτική πλειοψηφία το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία από πρόθεση, χωρίς να του αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό και έτσι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Το 2015 κατέστη οριστική και αμετάκλητη η απόφαση της ισόβιας κάθειρξης για τον δολοφόνο του ηθοποιού Νίκου Σεργιανόπουλου., καθώς το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου απέρριψε την αίτηση του Γεωργιανού, Ντέιβιντ Μουρτικνέλι, με την οποία ζητούσε να αναιρεθεί η απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος κηδεύτηκε στη γενέτειρά του τη Δράμα, στον Ιερό Ναό του Αγίου Παντελεήμονος. Το “παρών” έδωσαν συγγενείς, φίλοι, συναδέλφοι του και απλός κόσμος που τον αγαπούσε, ενώ η μητέρα του και η αδελφή του ήταν συντετριμμένες. Σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την δολοφονία του ηθοποιού, στις 8 Οκτωβρίου του 2009 πέθανε η αδελφή του Έφη Παπαθεοδώρου, η οποία νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με καρκίνο, ενώ λίγο καιρό αργότερα πέθανε και ο σύζυγος της αδερφής του, ο οποίος δεν άφησε ποτέ την υπόθεση, ζητώντας δικαίωση.
Τρία χρόνια μετά από τον θάνατο της Έφης Παπαθεοδώρου, ακριβώς την ίδια μέρα, έφυγε και η μητέρα του ηθοποιού, Νικολέττα Σεργιανοπούλου.
Μέσα από τις αφηγήσεις ξεδιπλώνεται η ολισθηρή και επικίνδυνη ζωή που επέλεξε ο δημοφιλής ηθοποιός, οι «αταίριαστες» γνωριμίες του με ετερόκλητα άτομα του περιθωρίου, οι εμμονές του σε μια καθημερινότητα που ισορροπούσε στην κόψη του ξυραφιού, αλλά και ένας αδιόρατος τρόμος για το κακό που τον πλησίαζε και παραμόνευε έξω από την πόρτα του. Ανατριχιαστική είναι η αποκάλυψη φίλου του για κάτι «πολύ μεγάλο που θα συνέβαινε στη ζωή του», όπως του είχε εξομολογηθεί, και που «θα τον έκανε να τρίβει τα μάτια του». Φαίνεται ότι ο άτυχος Νίκος Σεργιανόπουλος είχε γράψει ο ίδιος το σενάριο του τέλους του.
Επιβεβαιώνεται με τον πιο ηχηρό τρόπο, παρά τις αρχικές διαψεύσεις της Ασφάλειας, η κλήση σε κατάθεση του 30χρονου Αιγύπτιου Μ.Ν., στενού φίλου του θύματος, που είχε αποκαλύψει η «Espresso» ότι μετά τα όσα είπε στις 12 Ιουνίου στην Αστυνομία, ζήτησε και μπήκε για νοσηλεία στο Δρομοκαΐτειο στις 16 του ίδιου μήνα. Ο Αιγύπτιος ισχυρίζεται ότι με τον Νίκο γνωρίστηκε πριν από ενάμιση χρόνο στην πλατεία Κουμουνδούρου και συνήψαν σχέσεις. Μάλιστα, ο Μ.Ν. και το θύμα είχαν πάει και στο σκάφος του ηθοποιού ενάμιση μήνα πριν από τον χαμό του. Πέραν των αναλυτικών αφηγήσεων που δίνει ο Ν.Μ. για τις προσωπικές τους συνευρέσεις, εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει η στιχομυθία του με τους αστυνομικούς για τα μέτρα ασφαλείας που ελάμβανε ο ηθοποιός όταν δεχόταν φίλους στο σπίτι του. Ο Αιγύπτιος αποκαλύπτει ότι το θύμα δεν κλείδωνε ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ.
Ερώτηση: Όταν πήγαινες σπίτι του, ο Νίκος κλείδωνε από μέσα την πόρτα;
Απάντηση: Όχι, ποτέ.
Ερώτηση: Πότε είδες τελευταία φορά τον Νίκο;
Απάντηση: Είκοσι μέρες περίπου πριν πεθάνει με πήρε τηλέφωνο και πήγα από το σπίτι του. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που τον είδα. Πέντε μέρες πριν πεθάνει τον έπαιρνα στο κινητό, αλλά δεν το σήκωνε. Για τον θάνατό του έμαθα από την τηλεόραση.
Ερώτηση: Ήξερες με ποια άτομα έκανε παρέα ο Νίκος;
Απάντηση: Όχι.
Ερώτηση: Γνωρίζεις τον άνδρα στη φωτογραφία που σου δείχνουμε; (γίνεται μνεία ότι στον μάρτυρα επιδείχθηκε η φωτογραφία του δολοφονηθέντος ΣΕΡΓΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Νικολάου του Γερμανού και της Νικολέτας, γεν. 1952 στη Δράμα).
Απάντηση: Ναι, αυτός είναι ο Νίκος που σας λέω.
Ερώτηση: Κάτι άλλο έχεις να πεις;
Απάντηση: Όχι, δεν έχω.
Επίσης, ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που το θύμα είχε προσεγγίσει τον αλλοδαπό, όπως ο μάρτυρας ισχυρίζεται.
Πριν από ενάμιση χρόνο περίπου ήμουνα στην Κουμουνδούρου, στην πλατεία, και ήρθε ένας άνδρας με το αυτοκίνητό του, ένα μπλε μεγάλο και μου είπε να τον πλησιάσω. Στην αρχή φοβήθηκα, δεν πήγα, γιατί νόμιζα ότι ήταν αστυνομικός. Μου είπε να μη φοβάμαι και μου άνοιξε την πόρτα και μπήκα μέσα. Εγώ κατάλαβα ότι ήθελε να πάμε σπίτι του για να κάνουμε σεξ. Τον λέγανε Νίκο. Βγήκαμε στην Πειραιώς και πήγαμε σπίτι του. Ήταν βράδυ, γύρω στις 2.00. Το σπίτι του ήταν στο Παγκράτι, κοντά στη Φιλολάου. Πάρκαρε το αυτοκίνητο στον δρόμο, κατεβήκαμε, μου ‘δειξε το κουδούνι στην πολυκατοικία, άνοιξε μετά την πόρτα και ανεβήκαμε μετά στο σπίτι, στον τελευταίο όροφο, στον 5ο. Μπήκαμε σπίτι, μου ‘κανε ο Νίκος καφέ, καθίσαμε λίγο στο σαλόνι…
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Αλέξανδρος Ρήγας, που είχε γνωρίσει το θύμα την άνοιξη του 1997 σε ένα καφέ πριν από την πρόταση που του είχε κάνει να συμμετέχει στους «Δύο ξένους», εξομολογείται στην Αστυνομία ότι με τον ηθοποιό διατηρούσε μια «συναισθηματική σχέση, δεν το λέω ερωτική, γιατί δεν ήταν έτσι ακριβώς», όπως τονίζει.
Σημαδιακή θεωρεί τη στιγμή που ο Σεργιανόπουλος συνελήφθη για τα ναρκωτικά στον Κολωνό.
Ήταν η ευκαιρία για να ξαναγίνουν φίλοι, αλλά και η αρχή του τέλους για τον στενό συνεργάτη του, όπως καταθέτει στην Ασφάλεια. Επίσης, αφηγείται τη συγκατοίκησή τους στο Παγκράτι πριν από το 2000, αλλά και την αποχώρησή του από το σπίτι του θύματος το 2002.
«Συνέχισα να μένω στο σπίτι του για αρκετό χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα μέχρι τα τέλη του έτους 2002, σε μία ημιμόνιμη βάση. Μετά το τέλος του σίριαλ “Οι στάβλοι της Εριέττας Ζαΐμη” είχε αραιώσει η επικοινωνία μας, μέχρι που χάθηκε τελείως κάθε επαφή. Ξαναβρεθήκαμε λίγο πριν από τα περασμένα Χριστούγεννα, τον Δεκέμβριο 2007 δηλαδή, όταν τον Νίκο τον είχαν συλλάβει για την υπόθεση με τα ναρκωτικά. Εγώ το περιστατικό αυτό το έμαθα μέσω ενός κοινού γνωστού μας, του Μάκη του ΠΡΟΒΑΤΑ, ο οποίος με ενημέρωσε τηλεφωνικά και ήρθε και με πήρε από το σπίτι και πήγαμε μαζί στο Αστυνομικό Τμήμα Κολωνού που ήταν κρατούμενος ο Νίκος. Ο Νίκος ήταν λίγο αμήχανος στο τμήμα, κάναμε κάποια κουβέντα, αν χρειάζεται κάτι, αν θέλει φαγητό, συζητήσαμε για τους δικηγόρους και προσπάθησα να του συμπαρασταθώ όσο μπορούσα τόσο στο τμήμα όσο και τις επόμενες ημέρες, μέχρι που πήγε στο δικαστήριο και εγώ εκεί έδωσα κατάθεση υπέρ του Νίκου. Το διάστημα εκείνο είχαμε πολύ συχνή επικοινωνία και είχαμε βγει τρεις φορές έξω. Μετά την απόφαση της μη προφυλάκισης είχαμε κανονίσει να βγούμε μαζί αλλά και με τον Μάκη ΠΡΟΒΑΤΑ και τον δικηγόρο του Νίκου, τον Αλέξη ΚΟΥΓΙΑ, για φαγητό. Τελικά η συνάντηση αυτή δεν έγινε. Από τότε, λοιπόν, μέχρι και πριν από τρεις εβδομάδες περίπου με τον Νίκο δεν ξαναβρεθήκαμε, αλλά κάποιες φορές μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Τελευταίο τηλεφώνημα ήταν πριν από τρεις εβδομάδες».
Στενή σχέση διατηρούσε ο Νίκος Σεργιανόπουλος με 44χρονο γυμναστή από τον Πειραιά, ο οποίος κατέθεσε στην Ασφάλεια στις 6/6/08. Με το θύμα είχε γνωριστεί το 2001, όπως διηγείται, στο θέατρο «Βεάκη», στην παράσταση «Νυφικό κρεβάτι», όταν ως θεατής τον επισκέφτηκε στο καμαρίνι του για να του εκφράσει τον θαυμασμό του.
Με τον Σεργιανόπουλο ο μάρτυρας βρισκόταν και έκαναν παρέα από το 2001-2005, μετά τον έχασε και οι επαφές τους ελαττώθηκαν. Συγκλονιστική είναι η αποκάλυψη που κάνει ο γυμναστής για μία τηλεφωνική συνομιλία που είχε με το θύμα στις 31/5/08, τρεις μέρες πριν από το θάνατό του, που θεωρείται προφητική για το τι θα επακολουθούσε:
– Έχεις νέα; τον ρώτησα.
– Ναι, πολλά, είπε το θύμα.
– Καλά νέα; τον ρώτησα.
– Τα περισσότερα κακά, μου είπε.
«Επέμεινα να μου πει τι ακριβώς και μου απάντησε ότι αυτά δεν λέγονται και μου είπε “από βδομάδα θα μάθεις κάτι και θα μείνεις με το στόμα ανοιχτό” και έκλεισε το τηλέφωνο. Μετά με πήρε στο κινητό και μου ζήτησε να του βρω αποκόμματα με θετικές κριτικές για το παίξιμό του στο σίριαλ και ότι τα ήθελε για την επόμενη ημέρα. Εγώ του είπα ότι δεν μπορούσα να τα βρω και κλείσαμε το τηλέφωνο. Όσο μιλούσαμε στο τηλέφωνο, κατάλαβα ότι πάλι ήταν πιωμένος ή είχε πάρει κόκα. Από τότε δεν ξαναμιλήσαμε στο τηλέφωνο. Τη Δευτέρα 2/6/08 του τηλεφώνησα, αλλά δεν απαντούσε και είχε κλειστό και τον τηλεφωνητή. Εγώ του είχα τηλεφωνήσει για να δω τι κάνει, γιατί δεν τον είχα ακούσει καλά στο τηλέφωνο το Σάββατο. Την Τετάρτη 4/6/08 γύρω στις 10.00 το πρωί άκουσα στην τηλεόραση ότι δολοφόνησαν τον Νίκο στο σπίτι του. Τα έχασα και πήρα τηλέφωνο τον Μάκη και εκείνος μου είπε ότι θα ερχόταν στην υπηρεσία σας για να καταθέσει και του είπα ότι κάποια στιγμή θα ερχόμουν κι εγώ, όπως και ήρθα.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος είχε διαγράψει μια λαμπρή καριέρα στον χώρο του θεάτρου και της τηλεόρασης, ωστόσο, ο ρόλος που τον ανέδειξε και τον έκανε πολύ γνωστό και αγαπητό σε όλους, ήταν εκείνος του Κωνσταντίνου Μαρκορά στην επιτυχημένη σειρά “Δυο Ξένοι” του Mega. Οι “Δυο Ξένοι”, η ρομαντική κωμωδία των Αλέξανδρου Ρήγα και Δημητρίου Αποστόλου, προβλήθηκε την περίοδο 1997-1999 και ο Νίκος Σεργιανόπουλος υποδυόταν έναν γοητευτικό, εσωστρεφή και κουλτουριάρη καθηγητή αρχαίου δράματος, που ερωτεύτηκε την παρουσιάστρια τηλεοπτικού πρωινάδικου Μαρίνα Κουντουράτου, την οποία υποδυόταν η Εβελίνα Παπούλια.
Ο ρόλος του και η ερμηνεία του έγραψαν ιστορία, όπως και η ίδια η σειρά με το οξυδερκές χιούμορ και τις ατάκες της. Οι δύο συμπρωταγωνιστές είχαν απίστευτη χημεία μεταξύ τους, ενώ υπήρξαν ένα από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια της ελληνικής τηλεόρασης. Την περίοδο της δολοφονίας του Νίκου Σεργιανόπουλου, πλάνα από τους “Δυο Ξένους” είχαν κατακλύσει τα σχετικά ρεπορτάζ και τα αφιερώματα στη μνήμη του, ενώ μέχρι και σήμερα οι σκηνές του ηθοποιού δεν αφήνουν κανέναν ασυγκίνητο, πόσω μάλλον η θρυλική σκηνή στον Λυκαβηττό, όπου τον μαχαιρώνουν άγνωστοι για να τον ληστέψουν.
Ο ηθοποιός είχε γεννηθεί στη Δράμα στις 24 Σεπτεμβρίου του 1952 και είχε σπουδάσει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, από όπου αποφοίτησε το 1979, και στη συνέχεια τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ίδρυσε την Πειραματική Σκηνή της “Τέχνης” στη Θεσσαλονίκη μαζί με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, την Έφη Σταμούλη, τον Χρήστο Αρνομάλλη και Διευθυντή τον Νικηφόρο Παπανδρέου. Έπαιξε και πρωταγωνίστησε σε πολλά θεατρικά έργα ως μέλος της Πειραματικής Σκηνής της “Τέχνης” (1979-1983), του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (1983-1993), του θεάτρου “Αθηνών” (1993), αλλά και του θεάτρου “Βεάκη” (2001).
Στην τηλεόραση, πέρα από τους “Δυο Ξένους”, είχε παίξει στις σειρές “Άφρικα”, “Μοιραίο Πάθος”, “Οι στάβλοι της Εριέττας Ζαΐμη”, “Ποτέ δεν είναι αργά”, “Alma Libre: Ελεύθερη ψυχή”, “Φάε τη σοκολάτα σου”, “Επαφή”, “Πολυθρόνα για τρεις”. Αξίζει να σημειωθεί πως την περίοδο που δολοφονήθηκε, ο Νίκος Σεργιανόπουλος πρωταγωνιστούσε στη δραματική σειρά “Εξαφάνιση” του Alpha, αλλά δεν πρόλαβε να την ολοκληρώσει. Μετά από τη δολοφονία του, ο δεύτερος κύκλος της σειράς συνεχίστηκε με αντικαταστάτη του τον ηθοποιό Φίλιππο Σοφιανό.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος ήταν ο απόλυτος ζεν πρεμιέ της ελληνικής τηλεόρασης και ένας από τους πιο αγαπημένους ηθοποιούς των τηλεθεατών.
Ο κόσμος τον αγαπούσε και τον αγαπάει ακόμα. Γιατί πέρα από την γοητευτική παρουσία του, που παρέπεμπε πάντοτε στον Κωνσταντίνο Μαρκορά, στον ρόλο που τον συνόδευε για όλα τα επόμενα χρόνια έως και μετά τον θάνατό του, είδε έναν άνθρωπο ευγενικό, με ευαισθησίες και καλοσύνη. Η αγάπη του κοινού προς τον Νίκο Σεργιανόπουλο παραμένει ζωντανή έως σήμερα, όπως και η μνήμη του, αλλά όπως και η φρικαλεότητα με την οποία έχασε τη ζωή του.