Ο Νίκος Μουτσινάς βρίσκεται στην καλύτερη φάση της ζωής του, καθώς φέτος παρουσιάζει με μεγάλη επιτυχία την ψυχαγωγική εκπομπή «Καλό Μεσημεράκι» στον ΣΚΑΪ, ενώ οι προετοιμασίες είναι πυρετώδεις για την πρεμιέρα της θεατρικής παράστασης «Βερβερίτσα», η οποία ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά, αυτή την φορά στο θέατρο Λαμπέτη.
Ο ταλαντούχος παρουσιαστής και ηθοποιός επισκέφθηκε το μεσημέρι της Κυριακής την Τατιάνα Στεφανίδου στην εκπομπή «Μαζί σου Σαββατοκύριακο» και μίλησε για τη μάχη που δίνει με τα κιλά, την απόφασή του να γίνει vegan και την απώλεια της μητέρας του που του έχει στοιχίσει και δεν μπορεί να την ξεπεράσει.
Νίκος Μουτσινάς: Εδώ και δύο μήνες έχω κόψει το κρέας
«Είχα χάσει 22 κιλά, τώρα είναι λίγο λιγότερα. Κάποια στιγμή ανέβηκα στη ζυγαριά, την είχα μπροστά μου… αλλά δεν είχαμε ωραία σχέση. Το μυστικό για να γίνει πολύ παχύς, είναι να παίρνεις φόρμες. Οπότε αγοράζοντας φόρμες είναι όλα χαλαρά. Εγώ έμπαινα σ’ αυτά δεν είχα καταλάβει κάτι. Κάποια στιγμή είπα… μήπως δεν είναι όλα πρηξίματα; Δεν ήταν… Δεν είναι ότι πεθαίνω για το φαγητό, απλά τρώω άτσαλα και βλακείες. Αντί να φάω ένα κομμάτι τσιζκέικ, θα φάω το μισό! Εδώ και δύο μήνες έχω κόψει το κρέας, είμαι vegan. Βαρέθηκα με το κρέας. Είπα να το δούμε λίγο διαφορετικά», δήλωσε αναφερόμενος στη διατροφή του.
Νίκος Μουτσινάς: Η κηδεία της μάνας μου ήταν σαν επιθεώρηση
«Στη κηδεία παρακολουθούσα αυτό που γινόταν σαν να μην με ενδιαφέρει καθόλου, αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω. Ταυτόχρονα παρακολουθούσα και όλο αυτό που συνέβαινε… γίνονταν μικρά γεγονότα. Σταματούσαν αυτοκίνητα, περιμέναμε στην ανηφόρα, είχε έρθει η Ζωή Λάσκαρη με ένα τουρμπάνι. Όταν ξεκίνησε, άρχισαν οι φίλοι μου να τραγουδάνε το αετός πεθαίνει στον αέρα. Εκεί τρελάθηκα! Ήταν σαν επιθεώρηση», υπογράμμισε για την κηδεία της μητέρας του.
Νίκος Μουτσινάς: Αν δεν είχα πάει ψυχοθεραπεία, μπορεί να ήμουν πάνω στο μνήμα
Ο ίδιος συμπλήρωσε «έχει πέσει η αυλαία στο κεφάλι μου, έπεσε το σύστημα. Σιγά σιγά σ΄αυτά τα τρία χρόνια, προσπάθησα να βγάλω από την καθημερινότητά μου και τη ζωή μου, την μάνα μου. Για να ξαναβρώ λίγο το ενδιαφέρον. Ήταν όλα γκρίζα δεν με ενδιέφερε τίποτα. Κολλάτε εσείς οι μάνες πάνω στα παιδιά σας… και μετά λέτε αντίο φεύγω. Ζούσα μέσα σε αυτήν. Η προσπάθεια μου ήταν να την «βγάλω» για να ξαναβρώ και πάλι την χαρά. Σκέφτηκα αφού δεν σε ενδιαφέρει να πεθάνεις καθόλου, αφού θα ζήσεις… μήπως να ζήσεις; Ενώ είχε πεθάνει ένας πολύ δικός μου άνθρωπος, ένιωθα ενοχές πώς θα περάσω εγώ καλά; Αν δεν είχα πάει ψυχοθεραπεία, μπορεί να ήμουν πάνω στο μνήμα».