Η Μπέμπα Μπλανς ήταν μία από τις πιο εκρηκτικές παρουσίες του ελληνικού τραγουδιού με μία πολυτάραχη ζωή και ένα μοναχικό τέλος.
Η Μπέμπα Μπλανς ήταν ερμηνεύτρια του λαϊκού τραγουδιού και περιστασιακή ηθοποιός. Τραγουδίστρια με βελούδινη φωνή, είχε αποκτήσει τον τίτλο της μοιραίας ντίβας και οι εμφανίσεις της κάθε άλλο παρά απαρατήρητες περνούσαν.
Η Μπέμπα Μπλανς, κατά κόσμον Αγγελική Κωνσταντοπούλου, γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1944 στην Αθήνα. Πρωτοεμφανίστηκε στο πάλκο το 1964, ερμηνεύοντας το τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα «Καλωσόρισες βρε Γιώργη». Με το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο τροφοδότησε την έμπνευση μεγάλων δημιουργών, όπως του αγαπημένου της Γιώργου Ζαμπέτα που την αποκαλούσε «Μπεμπέκα-βελούδο».
Η ίδια με το εκρηκτικό ταπεραμέντο αρνούνταν κατηγορηματικά να αλλάξει το επίθετό της ακόμα και σε μεγάλα εταιρικά στελέχη. Η Μπέμπα Μπλανς είχε πει στον Αλέκο Πιτσαφά «Έτσι με ξέρει ο κόσμος» με τον ίδιο να γελάει με το θράσος της.
Δυο χρόνια αργότερα, ερμήνευσε τα τραγούδια «Μιας πεντάρας νιάτα» και «Το καράβι» του ίδιου δημιουργού και αυτά τα τραγούδια την καθιέρωσαν ως τραγουδίστρια.
Η Μπέμπα Μπλανς είχε τρομερές στυλιστικές επιλογές σε σημείο που χρειαζόταν να μαλώσει με τις συναδέλφους της στην πίστα. Ήταν προκλητική. Μέχρι και με μαγιό είχε βγει στη σκηνή.
Μπέμπα Μπλανς: Η γνωριμία με τον Ζαμπέτα
Όπως έχει αποκαλύψει ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Γιώργος Ζαμπέτας, πρωτογνώρισε την Μπέμπα Μπλανς εκεί όπου τραγουδούσε στην ταβέρνα του Βλάχου, στην Ιερά Οδό.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας διασχίζοντας την Αγίου Κωνσταντίνου βλέπει σε ένα αυτοκινητάκι Σκόντα να περνάει η Μπέμπα Μπλανς. «Σταματάει μπροστά μου η Μπλου και μου λέει, έλα να σε πάω σπίτι σου». Έτσι περιγράφει τη γνωριμία του με την τραγουδίστρια.
Η Μπέμπα η Μπλου
«Εντάξει είσαι η Μπλανς για τα μαγαζιά, αλλά για τους άλλους που δεν σε ξέρουνε δεν πρέπει να κάνεις κάτι;», της έλεγε, συμβουλεύοντάς την να ηχογραφήσει τραγούδια, να μην περιορίζεται στα μαγαζιά. Την πήγε στη Fidelity, στον Πατσιφά. «Της δίνω το «Ποτέ, ποτέ» και το «Καλωσόρισες, βρε Γιώργη». Με το που τα λέει, μπαμ και σουξέ η Μπέμπα η Μπλου.
Της δίνω κι άλλα, αλλά της Μπέμπας το μυαλό ήτανε αλλού. Πολύ τρελή, πολύ παλαβιάρα, γι’ αυτό και δεν κατόρθωσε να γίνει η μεγάλη καλλιτέχνιδα, αν κι ήτανε μεγάλη δεν μπόρεσε να πατήσει στο σανίδι σαν κυρίαρχη, σαν αυτοκράτειρα όπως γίνανε οι άλλες, Μαρινέλλα, Δούκισσα, Μοσχολιού». Της ξεγήθηκε, όπως έλεγε, καλά. Την έβαλε σε δίσκους και ταινίες. Την αγάπησε και ο φακός. «Είπε πολύ καλά το “Καράβι”, “Μιας πεντάρας νιάτα”, καταπληκτικά. Σε πιάνει η φωνή της, είναι μοναδική, ιδιόρρυθμη και μυστήρια. Με αγγίζει εμένα η Μπέμπα, με πιάνει, μου αρέσει. Έχει γνήσια λαϊκή φωνή. Έχει στη φωνή ένα βελούδο μυστήριο».
Ο καυγάς με τον Ζαμπέτα
«Μυαλό για πέταμα, κουκούτσι μυαλό, τρελή τελείως!», «της έλειπε η σύνεση», γράφει η κόρη του συνθέτη Κατερίνα Ζαμπέτα στην έκδοση «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω…» . Όταν δούλευαν μαζί στο πάλκο ήθελε να λέει τραγούδια άλλων συνθετών, αυτά που έλεγαν άλλες τραγουδίστριες. «Ο πατέρας απελπιζόταν. Πού να συνεννοηθεί μαζί της». Η ατίθαση Μπέμπα απέρριψε τον «Αλήτη». «Γιώργο, δεν έχεις κανένα άλλο καλύτερο;», του είπε και η συνεργασία χάλασε. «“Αμυαλη γυναίκα”, μουρμούρισε και ανέβηκε στο στούντιο να της ζητήσει να φύγει», θυμάται η Κατερίνα Ζαμπέτα. Το σφράγισε, όμως, με το δικό της αίσθημα η Βίκυ Μοσχολιού.
Όταν τα χρόνια πέρασαν, η ομορφιά έσβησε, τα χρήματα χάθηκαν σε κακές επενδύσεις και έμειναν μόνο η φωνή και ελάχιστοι κοντά της. Είχε ομολογήσει το 2016 «Όλοι οι άντρες με έβλεπαν σαν ένα κομμάτι κρέας, για να περάσουν καλά μαζί μου». «Ήμουν επιπόλαιη», είχε παραδεχτεί και η ίδια.
Οι σχέσεις της με τις άλλες γυναίκες και η Σωτηρία Μπέλλου
Λόγω της συμπεριφοράς της η οποία ήταν γεμάτη ταπεραμέντο και αλαζονεία δεν μπορούσε να έχει ειρηνικές σχέσεις με τις υπόλοιπες γυναίκες. Το αδιαπραγμάτευτο σεξ-απίλ της σε έκανε είτε να τη φθονήσεις είτε να την ερωτευτείς βαθιά. Η Σωτηρία Μπέλλου, που ήταν επιρρεπής σε τέτοιους έρωτες, κόντεψε να εγκληματήσει για χάρη της.
«Την είχε καψουρευτεί άσχημα τη νεαρή καλλονή και σαν την είδε με τον συνοδό της, η Σωτηρία τράβηξε σπασμένο μπουκάλι» επισημαίνει ο Ανδρέας Γιακουμέλλος που δούλευε ως σερβιτόρος στο μαγαζί.
Ένα άλλο επεισόδιο αφηγείται η ίδια η Μπέμπα Μπλανς σε μια από τις όψιμες συνεντεύξεις της: «Η Πόλυ Πάνου ήθελε να με διώξει από το μαγαζί που δουλεύαμε μαζί. Αγόρασα κι εγώ ένα σκυλί και το ονόμασα Πόλυ. Φρόντιζα να περνώ μπροστά από το πάλκο με το σκυλί και μπροστά της το φώναζα [Πόλυ]»
Ο Σαλονικιός, ο μπέμπης και ο βασιλιάς των τζουκ μποξ
Ακόμα και ο μεγάλος Μπέμπης, ο μπουζουξής πάνω κι από τον Χιώτη, σκόνταψε στη γοητεία της. Κανείς δεν ξέφευγε από τα δίχτυα της. Εκείνη παντρεύτηκε τον «βασιλιά των τζουκ μποξ», αλλά τα βρήκε σκούρα και με τον διαβόητο Σαλονικιό, ο οποίος την είχε βάλει στο μάτι, την εκβίαζε και απειλούσε τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα. Υπάρχει βέβαια κι εκείνος ο άγριος ξυλοδαρμός ξημερώματα από δύο «αγνώστους», για τον οποίο η ίδια δεν θέλησε ποτέ να προβεί σε αποκαλύψεις. Η Μπέμπα ήταν πρώτα απ’ όλα μαγκάκι, η γυναίκα που θα μπορούσε να έχει ονειρευτεί ο Στέλιος Κερομύτης όταν τραγουδούσε προπολεμικά το ρεμπέτικο «Μ’ αρέσει να ‘σαι μάγκισσα». Πιο μάγκισσα από την Μπέμπα Μπλανς δεν γίνεται.
Τα τελευταία χρόνια και ο καρκίνος που την τσάκισε
Η θρυλική Μπέμπα Μπλάνς, άφησε την τελευταία της πνοή στα 71 της χρόνια στην κλινική της Αγίας Ελένης στους Αμπελοκήπους μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Η ερμηνεύτρια είχε πολλά προβλήματα υγείας τα οποία δεν έκρυβε. Μάλιστα σε συνέντευξη που είχε δώσει δεν δίστασε να πει ότι σκεφτόταν να βάλει τέλος στη ζωή της.
Μόνη, απογοητευμένη με σοβαρά οικονομικά προβλήματα και λίγους φίλους. Ανάμεσά τους η Ξανθή Περράκη και η Γιώτα Γιάννα που ήταν και οι μόνες, εκτός από την κόρη της την Μαργαρίτα, που την επισκεπτόντουσαν στο θεραπευτήριο που νοσηλευόταν εδώ και πολλούς μήνες δίνοντας μεγάλη μάχη για να κρατηθεί στη ζωή.
Η Γιώτα Γιάννα μάλιστα ήταν και το τελευταίο φιλικό της πρόσωπο που την επισκέφθηκε λίγο πριν φύγει από τη ζωή το 2017 και της έπαιξε στη φυσαρμόνικα την μεγάλη της επιτυχία «Το καράβι», το θρυλικό κομμάτι του Γιώργου Ζαμπέτα.
Η Μπέμπα Μπλανς ενόσω άκουγε το τραγούδι δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει. Με το ζόρι μπόρεσε να χειροκροτήσει στο τέλος. Λίγο μετά έφυγε από τη ζωή.