«Μου είχαν προτείνει να εργαστώ στη Σαουδική Αραβία πριν 2 χρόνια. Η πρόταση ήρθε μαζί με ένα διετές συμβόλαιο. Ο μισθός μου θα ανερχόταν στις 14.000 ευρώ το μήνα, ενώ μου πρότειναν να καλύψουν και τη διαμονή μου», αποκάλυψε η Ματίνα Παγώνη μιλώντας στο GRTimes.
Ασύγκριτες είναι οι συνθήκες εργασίας γιατρών και νοσηλευτών του εξωτερικού, σε σχέση με εκείνων της χώρα μας. Τα όσα ανέφερε στο GRTimes Ελληνίδα νοσηλεύτρια που εργάζεται στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, για πολυτελή διαμονή και υψηλές αποδοχές, επιβεβαιώνει η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ, Ματίνα Παγώνη.
«Μου είχαν προτείνει να εργαστώ στη Σαουδική Αραβία πριν δύο χρόνια. Η πρόταση ήρθε μαζί με ένα διετές συμβόλαιο. Ο μισθός μου θα ανερχόταν στις 14.000 ευρώ το μήνα, ενώ μου πρότειναν να καλύψουν και τη διαμονή μου. Επέλεξα να μην πάω, καθώς οι συνθήκες στη χώρα δεν είναι υποφερτές. Δε θα μπορούσα να ζω δύο χρόνια στους 45 βαθμούς Κελσίου, υπακούοντας σε τόσο αυστηρούς κανόνες, μακριά απ’ την οικογένειά μου. Τι να κάνεις τα χρήματα εάν δε μπορείς να βγεις έξω και να απολαύσεις τη ζωή;», τονίζει στο GRTimes.
Η ίδια ωστόσο παραδέχεται ότι η Ελλάδα πρέπει να δίνει ανταγωνιστικά κίνητρα στους γιατρούς και τους νοσηλευτές της, ώστε να μην εγκαταλείπουν τη χώρα.
«Είναι ανεπίτρεπτο να αφήνουμε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές μας να φεύγουν. Είναι φοβερά μυαλά. Πρέπει να εξασφαλίσουμε για εκείνους κίνητρα. Ας πούμε, θα μπορούσαμε να τους απασχολούμε για μία διετία ή πενταετία σε νησιά, με καλύτερους μισθούς, ακόμη και σπίτι και διατροφή και στη συνέχεια να τους μεταθέτουμε με τις βέλτιστες συνθήκες στα κέντρα των πόλεων. Έτσι, τα νησιά θα ήταν εφοδιασμένα με επαρκή αριθμό γιατρών και νοσηλευτών, κι εκείνοι θα είχαν ένα λόγο για να μείνουν», προτείνει.
Ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, Μιχάλης Γιαννάκος, επιχειρεί να κάνει μία σύγκριση των συνθηκών εργασίας και των απολαβών της χώρας μας σε σχέση με του εξωτερικού, μιλώντας στο GRTimes. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο μισθός του μέσου νοσηλευτή στη χώρα μας ανέρχεται στα 700 ευρώ για 8 ώρες εργασίας, ενώ του μέσου γιατρού στα 1.200 ευρώ, ο οποίος μαζί με τις εφημερίες ανεβαίνει στα 1.700 ευρώ το μήνα. Ακόμη, όπως εξηγεί, ένας νοσηλευτής και ένας γιατρός στην Ελλάδα, έχουν να αντιμετωπίσουν την ανεργία, αλλά και την ανασφάλεια, καθώς οι περισσότεροι στις μέρες μας είναι συμβασιούχοι με πεντάμηνες ή εξάμηνες συμβάσεις, γνωρίζοντας ότι με τη λήξη της σύμβασης ενδέχεται να μείνουν άνεργοι.
«Στη Σουηδία, ένας νοσηλευτής παίρνει 2.500 ευρώ για 7 ώρες εργασίας, ενώ το ενοίκιό του ανέρχεται στα 800 ευρώ και συμπεριλαμβάνει όλα τα έξοδα. Εδώ κυριαρχεί η ανασφάλεια. Έχουμε να κάνουμε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού τουλάχιστον πέντε χρόνια. Έχουμε 40 χιλιάδες οργανικές θέσεις κενές και δύο νοσηλευτές περιθάλπουν 40 ασθενείς. Στο εξωτερικό, έχουν δέκα νοσηλευτές για 40 ασθενείς. Συνειδητοποιούμε ότι οι συνθήκες εργασίας είναι καλύτερες. Επίσης, οι συνάδελφοί μας στο εξωτερικό παίρνουν επίδομα βαρέων και ανθυγιεινών. Η χώρα μας είναι η μόνη που δεν το παρέχει. Δικαιότατα φεύγουν λοιπόν», συμπεραίνει ο κ. Γιαννάκος.
Ο ίδιος, καταλήγει λέγοντας ότι ποτέ δεν είναι αργά να διορθωθούν οι παθογένειες. Κρίνει απαραίτητη την πρόσληψη προσωπικού ώστε να ελαφρυνθεί το εξαντλημένο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, ιδίως σε καιρό πανδημίας, ενώ επισημαίνει την ανάγκη ανεύρεσης ανταγωνιστικών κινήτρων για την αποφυγή του brain drain.
Ο Δημήτρης Κόκοτας συνεχίζει να παλεύει για τη ζωή του, διασωληνωμένος στη ΜΕΘ του νοσοκομείου “Γεννηματάς”, για 15η μέρα και σύμφωνα με τη Ματίνα Παγώνη, η οποία μίλησε στην εκπομπή «Το Πρωινό», οι γιατροί θα προσπαθήσουν να τον ξυπνήσουν την προσεχή Δευτέρα.
Ειδικότερα, η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ υπογράμμισε πως παραμένει σταθερή η κατάσταση της υγείας του τραγουδιστή, γεγονός που είναι θετικό και μετά τις δύο προσπάθειες που έχουν γίνει ήδη για να τον ξυπνήσουν, οι θεράποντες ιατροί θα προσπαθήσουν ξανά την ερχόμενη Δευτέρα.
Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε η Ματίνα Παγώνη «ο Δημήτρης Κόκοτας είναι σε καταστολή, παραμένει σταθερός και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Από την ερχόμενη Δευτέρα θα γίνει πάλι η προσπάθεια να τον ξυπνήσουν. Έχουν γίνει δύο προσπάθειες. Αυτό γίνεται πάντα μετά από εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο. Και βάσει των δεδομένων, η ομάδα αποφασίζει και ξεκινάει πάλι να τον ξυπνήσει».